Της Τέτης Ηγουμενίδη
[email protected]
Τη διαμόρφωση ευνοϊκότερου περιβάλλοντος για να προχωρήσει η υπόθεση Forthnet διαπιστώνει ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της Vodafone, Χάρης Μπρουμίδης, αν και εκτιμά ότι για τη σύναψη συμφωνίας, ακόμα, ο δρόμος είναι μακρύς. Απαντώντας χθες σε σχετικά ερωτήματα κατά τη διάρκεια εκδήλωσης της τηλεπικοινωνιακής εταιρείας, σημείωσε χαρακτηριστικά ότι «για να έχουμε αποτέλεσμα, θα πρέπει να υφίσταται πρόθυμος πωλητής και πρόθυμος αγοραστής. Σήμερα οι προϋποθέσεις αυτές φαίνεται να υπάρχουν».
Κληθείς να σχολιάσει το ύψος του «κουρέματος» των τραπεζικών υποχρεώσεων που ζητείται από τις Vodafone και Wind προκειμένου να εξαγοράσουν την Forthnet ανέφερε: «Δεν μιλάμε για «κούρεμα». Eμείς με βάση τα στοιχεία που γνωρίζουμε έχουμε αποτιμήσει την αξία της εταιρείας και πάνω εκεί έχουμε στηρίξει την πρότασή μας».
Όπως επίσης είπε, έως το τέλος Ιανουαρίου (η προθεσμία που έχει οριστεί για τη διάρκεια των αποκλειστικών διαπραγματεύσεων μεταξύ των τραπεζών και των Vodafone – Wind) θα πρέπει να γίνουν τα εξής: Να αναλυθεί με λεπτομέρεια η πρόταση εξαγοράς των δύο εταιρειών και να τους δοθεί πρόσβαση στις πληροφορίες που είναι αναγκαίες όσο αφορά τα δεδομένα της Forthnet. Να επιβεβαιωθούν δηλαδή τα στοιχεία που ήδη έχουν υπόψη τους, έπειτα από τον οικονομικό και νομικό έλεγχο που έχουν κάνει, αλλά σε μεγαλύτερο βάθος. Τα παραπάνω συζητήθηκαν σε συνάντηση που είχαν οι δύο πλευρές (οι τράπεζες και οι δύο τηλεπικοινωνιακές εταιρείες) σε συνάντηση που πραγματοποιήθηκε προχθές.
Στην ίδια εκδήλωση ο κ. Μπρουμίδης κάνοντας έναν απολογισμό της χρονιάς που πέρασε σημείωσε ότι η Vodafone Ελλάδας ολοκληρώνει το 2018 με σημαντικές εμπορικές, τεχνολογικές και οικονομικές επιτυχίες, σηματοδοτώντας μία χρονιά που χαρακτηρίστηκε από καινοτομίες, αλλά κι επενδύσεις σε όλα τα πεδία δραστηριότητας της εταιρείας.
Μεταξύ άλλων η τηλεπικοινωνιακή εταιρεία ολοκλήρωσε την κατασκευή και διέθεσε εμπορικά το μεγάλης κλίμακας δίκτυο FTTH (δίκτυο οπτικών ινών έως το σπίτι) στην Ελλάδα, στον Βύρωνα Αττικής, καλύπτοντας περισσότερα από 17.000 νοικοκυριά και επιχειρήσεις.
Επιπλέον, η Vodafone ολοκλήρωσε την εξαγορά και ξεκίνησε την ενσωμάτωση της Cyta Hellas, διευρύνοντας το αποτύπωμά της και τα μεγέθη της στην αγορά, καθώς η πελατειακή της βάση στη σταθερή αυξήθηκε γεωμετρικά και ξεπερνά τους 930 χιλιάδες συνδρομητές. Στην κινητή τηλεφωνία η πελατειακή βάση κινείται σταθερά πάνω από 5,1 εκατ. συνδρομητές, με τη χρήση data να αυξάνεται εκθετικά και να διπλασιάζεται χρόνο με τον χρόνο. Παράλληλα, διέθεσε εμπορικά το νέο Vodafone TV, μία πλατφόρμα περιεχομένου που συνδυάζει απεριόριστο θέαμα και λειτουργίες και η οποία διατίθεται σε όλους τους καταναλωτές ανεξαρτήτως δικτύων και τεχνολογιών.
Η πελατειακή βάση του Vodafone TV έχει ξεπεράσει το ορόσημο των 100 χιλιάδων πελάτων και κινείται ανοδικά με σταθερότητα. Τις επόμενες εβδομάδες το Vodafone TV θα είναι γίνει διαθέσιμο και μέσω κινητού σε πελάτες δικτύων άλλων παρόχων, εγκαινιάζοντας μία νέα εποχή για την κατανάλωση περιεχομένου στην Ελλάδα.
Η Vodafone υλοποιεί το επενδυτικό της πρόγραμμα για την ανάπτυξη δικτύων νέας γενιάς (NGA) με ταχείς ρυθμούς ώστε να παραδώσει έγκαιρα τα έργα οπτικών ινών στις περιοχές που έχει αναλάβει στο πλαίσιο του κανονισμού Vectoring. Σήμερα το ποσοστό κατασκευής των έργων NGA δικτύων στη σταθερή ξεπερνά το 60% πανελλαδικά. Με την ολοκλήρωσή του το 2020, περισσότερα από 450.000 ελληνικά νοικοκυριά και επιχειρήσεις θα αποκτήσουν πρόσβαση σε δίκτυα FTTH και FTTC, καθώς και υπηρεσίες νέας γενιάς σε Αθήνα, Θεσσαλονίκη, Πάτρα, Ιωάννινα, Βόλο, Βέροια και Κοζάνη.
Σύμφωνα με τον επικεφαλής της Vodafone Ελλάδας η περαιτέρω ανάπτυξη της εταιρείας το επόμενο διάστημα εκτιμάται ότι θα προέλθει από τη σταθερή τηλεφωνία, τις υπηρεσίες περιεχομένου και τις υπηρεσίες Internet of Things (ΙοΤ).
Όπως σημειώθηκε η Vodafone ολοκληρώνει την ανάπτυξη δικτύου ΝΒ–ΙοΤ στη φασματική περιοχή των 800 Mhz, φέρνοντας μία νέα εποχή για το Internet of Things στην Ελλάδα. Το ΝΒ–ΙοΤ θεωρείται ιδεώδες για την από απόσταση διαχείριση πόρων, που βρίσκονται σε απομακρυσμένες ή δυσπρόσιτες περιοχές και μπορεί να μειώσει το λειτουργικό κόστος μία επιχείρησης, αλλά και να δημιουργήσει νέα επιχειρηματικά μοντέλα. Οι «έξυπνοι» μετρητές, οι «έξυπνοι» κάδοι, η παρακολούθηση της περιβαλλοντικής αποδοτικότητας και η γεωργία ακριβείας είναι μερικές από τις εφαρμογές του NB–IoT.