Στην πορεία της ελληνικής οικονομίας, στις προκλήσεις και στα προβλήματα που αντιμετωπίζει το τραπεζικό σύστημα αναφέρθηκαν οι Έλληνες τραπεζίτες κατά τη διάρκεια του συνεδρίου του Economist στο Βερολίνο, σε συνεργασία με το Ελληνογερμανικό Επιμελητήριο.
Σύμφωνα με τον πρόεδρο της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών (ΕΕΤ), Νικόλαο Καραμούζη, «η χώρα σήμερα τα πηγαίνει καλύτερα, επιστρέφει σε πιο κανονικές συνθήκες. Ωστόσο, έχουμε βγει από το πρόγραμμα αλλά όχι και από τα προβλήματα».
Παράλληλα, αναφέρθηκε σε προκλήσεις όπως η υπο-επένδυση, η υπερφορολόγηση, η μεταρρύθμιση της δημόσιας διοίκησης και η δημιουργία ενός πιο ελκυστικού περιβάλλοντος για επενδύσεις. Απώτερος στόχος; Η διασφάλιση ρυθμών ανάπτυξης άνω του 3% μέσα από αύξηση των ιδιωτικών επενδύσεων, «που αποτελεί και την πρόκληση για το πολιτικό σύστημα».
Ο κ. Καλαντώνης σημείωσε ότι η ρευστότητα των ελληνικών τραπεζών αυξάνεται και τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια μειώνονται (στα 83 δις προσφάτως). Ωστόσο, χαρακτήρισε φιλόδοξους τους στόχους που έχουν τεθεί στον συγκεκριμένο τομέα και έκανε λόγο για μία «πολύ δύσκολη, καθόλου ευχάριστη, αλλά αναγκαία» δουλειά που θα πρέπει να γίνει μέσα στο επόμενο διάστημα.
«Είμαστε σε καλή φόρμα από άποψη ρευστότητας», ανέφερε χαρακτηριστικά από το βήμα του συνεδρίου στο Βερολίνο ο διευθύνων σύμβουλος της Τράπεζας Πειραιώς Χρήστος Μεγάλου, σημειώνοντας ότι οι τράπεζες έχουν τα μέσα ώστε να χρηματοδοτήσουν την οικονομία.
Ο ίδιος απέδωσε την πιστωτική συρρίκνωση κυρίως σε φαινόμενα όπως οι διαγραφές και πωλήσεις μη εξυπηρετούμενων δανείων. Ωστόσο, «κάθε χρόνο τα πηγαίνουμε και καλύτερα». Εκτίμησε δε ότι το 2019 ενδεχομένως να είναι η χρονιά με θετική πιστωτική επέκταση, εντοπίζοντας τομείς της οικονομίας με δυναμική ανάπτυξη (ξενοδοχεία, αγροτικές επιχειρήσεις, βιομηχανία).
«Οι ελληνικές τράπεζες τα πηγαίνουν αρκετά καλά στη ρευστότητα, σε σύγκριση με άλλους τομείς», ανέφερε χαρακτηριστικά στο πλαίσιο του συνεδρίου στο Βερολίνο ο διευθύνων σύμβουλος της Εθνικής Τράπεζας Παύλος Μυλωνάς, αναφερόμενος στη δραστική μείωση της εξάρτησης από τον έκτακτο μηχανισμό χρηματοδότησης, ELA.
Σύμφωνα με τον κ. Μυλωνά, οι καταθέσεις «επιστρέφουν σταδιακά, αν και θα μπορούσαν να επιστρέφουν γρηγορότερα». Ο ίδιος αρνήθηκε την κριτική ότι οι τράπεζες δεν παρέχουν την απαραίτητη ρευστότητα στην πραγματική οικονομία, υποστηρίζοντας ότι το πρόβλημα βρίσκεται στη ζήτηση για δάνεια και συγκεκριμένα στο γεγονός ότι τα προτεινόμενα projects σε μεγάλο βαθμό δεν είναι επιλέξιμα.
«Τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια έχουν μειωθεί και κυρίως έχει αποκατασταθεί το νομικό πλαίσιο, με αποτέλεσμα να είναι πιο εύκολο για τις τράπεζες πλέον να διαπραγματεύονται με τους δανειολήπτες», υπογράμμισε κατά την ομιλία του στο Βερολίνο ο αναπληρωτής διευθύνων σύμβουλος της Alpha Bank Αρτέμης Θεοδωρίδης. Ωστόσο, συμπλήρωσε ότι οι στόχοι γίνονται πιο φιλόδοξοι, σε όλη την Ευρώπη, και επίσης η οικονομία στην Ελλάδα «δεν αναπτύσσεται με τον ρυθμό που θα θέλαμε».
Στο πλαίσιο αυτό, τάχθηκε υπέρ της υιοθέτησης επιπρόσθετων μηχανισμών διαχείριση μη εξυπηρετούμενων δανείων, στα πρότυπα των αντίστοιχων προτάσεων της ΤτΕ και του ΤΧΣ. Ο ίδιος εξέφρασε με τη σειρά του την εκτίμηση ότι στην ελληνική οικονομία υπάρχει ρευστότητα, αλλά δεν υπάρχει ποιοτική ζήτηση.