Από την έντυπη έκδοση
Του Θάνου Τσίρου
[email protected]
Οι ελληνικές επιχειρήσεις θα εξακολουθήσουν να είναι «θύματα» του ευρωπαϊκού φορολογικού ανταγωνισμού, παρά τη μείωση του συντελεστή φορολόγησης των επιχειρήσεων που ψήφισε η Βουλή μετά την κατάθεση της σχετικής τροπολογίας. Ο μέσος συντελεστής φορολόγησης των νομικών προσώπων διαμορφώνεται στο 23-24% με βάση τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία, ενώ στην Ευρωπαϊκή Ένωση είναι πολύ χαμηλότερος.
Η Ελλάδα εφαρμόζει αυτήν τη στιγμή -και θα εφαρμόζει και για το 2019- έναν από τους υψηλότερους συντελεστές φορολόγησης των επιχειρηματικών κερδών στην Ε.Ε. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι έχει και αντίστοιχη εισπρακτική απόδοση. Οι έρευνες της Eurostat κατατάσσουν την Ελλάδα στη 15η θέση της Ευρώπης με βάση την αναλογία των εισπράξεων του φόρου εισοδήματος νομικών προσώπων ως προς το ΑΕΠ.
Μάλιστα, τα αναλυτικά στοιχεία από την επεξεργασία των φορολογικών δηλώσεων που υποβάλλουν τα νομικά πρόσωπα δείχνουν ότι η καταβολή του φόρου εισοδήματος νομικών προσώπων αφορά τελικώς έναν πολύ μικρό αριθμό εταιρικών οντοτήτων. Σε σύνολο περίπου 251.000 δηλώσεων που υποβάλλονται από αντίστοιχα νομικά πρόσωπα, περίπου οι 50.000 -δηλαδή η μία στις πέντε- καταβάλλουν πάνω από το 90% των φόρων, οι οποίοι φθάνουν περίπου στα 4,5 δισ. ευρώ.
H συζήτηση για τον φορολογικό ανταγωνισμό είναι ανοικτή στην Ευρώπη, όπως υπενθύμισε και ο υπουργός Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος μιλώντας προχθές στη Βουλή. Το περιεχόμενο αυτής της συζήτησης αφορά το κατά πόσο θα μπορούσε να θεσπιστεί ενιαίος τρόπος φορολόγησης των νομικών προσώπων μεταξύ των χωρών-μελών της Ε.Ε., έτσι ώστε να αποθαρρύνεται η μεταφορά φορολογικής έδρας με αποκλειστικό κριτήριο το ύψος του φορολογικού συντελεστή.
Η Ελλάδα είναι «θύμα» αυτού του φορολογικού ανταγωνισμού, καθώς ο συντελεστής που εφαρμόζει στα νομικά πρόσωπα είναι ένας από τους υψηλότερους στην Ε.Ε. Για το 2018 (αλλά και για το 2019, δεδομένου ότι και από το νέο έτος δεν θα επέλθει αλλαγή στον συντελεστή φορολόγησης των επιχειρήσεων) η Ελλάδα συμπεριλαμβάνεται στις πέντε πρώτες χώρες της Ε.Ε. με τους υψηλότερους συντελεστές φορολόγησης των νομικών προσώπων, είτε πρόκειται για ανώνυμες εταιρείες είτε για προσωπικές επιχειρήσεις (ομόρρυθμες, ετερόρρυθμες εταιρείες κ.λπ.). Οι μόνες χώρες που εφαρμόζουν υψηλότερο φορολογικό συντελεστή από την Ελλάδα είναι η Μάλτα, το Βέλγιο, η Γαλλία και η Γερμανία.
Όλες οι υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες κινούνται σε πολύ χαμηλότερα επίπεδα συγκριτικά με την Ελλάδα.
Μάλιστα, οι χώρες που κατατάσσονται στις τελευταίες θέσεις της σχετικής κατάταξης βρίσκονται στη «γειτονιά» της Ελλάδας, καθιστώντας ακόμη πιο δύσκολο τον φορολογικό ανταγωνισμό.
Έτσι, η Αλβανία φορολογεί τα εταιρικά κέρδη με 15%, η Ρουμανία με 16%, η Κύπρος με 12,5%, ενώ Βουλγαρία και Σκόπια εφαρμόζουν συντελεστή 10%.
Ο μέσος όρος της Ευρωζώνης διαμορφώνεται περίπου στο 23,3%. Αυτό σημαίνει ότι η Ελλάδα είναι αυτήν τη στιγμή περίπου έξι ποσοστιαίες μονάδες πάνω από τον μέσο όρο, ενώ ακόμη και μετά την ολοκλήρωση του κύκλου των μειώσεων που ψηφίστηκαν με την προχθεσινή τροπολογία -και ο οποίος θα φέρει τον συντελεστή φορολόγησης των επιχειρήσεων στο 25%, αλλά μετά το 2023- η απόσταση θα μικρύνει μεν, αλλά δεν θα εξαφανιστεί. Άλλωστε, η τάση στην Ε.Ε. είναι πτωτική, καθώς πολλές χώρες προχώρησαν σε μειώσεις τα τελευταία χρόνια.
Χαμηλή απόδοση
Και ενώ η Ελλάδα συμπεριλαμβάνεται στις χώρες με τους πέντε υψηλότερους φορολογικούς συντελεστές, κατατάσσεται σε μία από τις τελευταίες θέσεις αν χρησιμοποιηθεί ως κριτήριο η απόδοση του φόρου νομικών προσώπων ως ποσοστό του ΑΕΠ. Με τη σχετική αναλογία να διαμορφώνεται στο 2,5% του ΑΕΠ, η Ελλάδα έχει τη 15η χειρότερη αναλογία στην Ε.Ε. Παρά τη βελτίωση της οικονομίας το 2017 και την επιστροφή στην ανάπτυξη, οι εισπράξεις από τον φόρο εισοδήματος νομικών προσώπων διαμορφώθηκαν στα 4,225 δισ. ευρώ, ποσό που αντιστοιχεί σε κάτω από 2,5% του ΑΕΠ. Και το 2018 επαναλαμβάνεται το ίδιο σκηνικό. Παρά την ανάπτυξη -η οποία μάλιστα προβλέπεται να κλείσει σε υψηλότερα επίπεδα από το 2017- τα κέρδη των νομικών προσώπων δεν θα αυξηθούν. Με το μεσοπρόθεσμο προβλεπόταν η είσπραξη 4,096 δισ. ευρώ, ενώ τώρα προβλέπεται ότι θα εισπραχθούν 4,284 δισ. ευρώ.
Όσον αφορά το 2019, επίσης προβλέπεται ισχνή αύξηση της απόδοσης στα 4,42 δισ. ευρώ παρά την προβλεπόμενη ανάπτυξη του 2,5%. Φορολογική δήλωση υποβάλλουν κάθε χρόνο περίπου 250.000 νομικά πρόσωπα όλων των κατηγοριών. Από αυτά, περίπου τα 100 χιλιάδες είναι ζημιογόνα και δεν μετέχουν στα φορολογικά βάρη. Επίσης, υπάρχουν περίπου 60.000 νομικά πρόσωπα που κάνουν μηδενικές φορολογικές δηλώσεις, με αποτέλεσμα επίσης να μην πληρώνουν φόρο. Στον κατάλογο των εταιρειών που συμβάλλουν ελάχιστα πρέπει να προστεθούν και 34.000 εταιρείες κάθε μορφής, οι οποίες εμφανίζουν μεν κέρδη, χωρίς όμως αυτά να υπερβαίνουν τα 10.000 ευρώ. Το σύνολο του αριθμού των επιχειρήσεων με κέρδη άνω των 100.000 ευρώ τον χρόνο δεν ξεπερνά τις 11 με 12 χιλιάδες.