Οριακά κέρδη, κόντρα στο αρνητικό κλίμα που «βύθισε» στο κόκκινο τις διεθνείς αγορές, σημείωσε το Χρηματιστήριο Αθηνών, βγάζοντας με «οδηγό» τις τράπεζες μια προσπάθεια αντίδρασης στο τέλος της τέταρτης συνεδρίασης της εβδομάδας.
Ο Γενικός Δείκτης κατέγραψε κέρδη 0,16% κλείνοντας στις 626,86 μονάδες, για να παραμείνει πάντως στα χαμηλότερα επίπεδα από τον Φεβρουάριο του 2017. Εντός της ημέρας -στην έναρξη της συνεδρίασης- εμφάνιζε απώλειες που προσέγγιζαν το 2,4%.
Ενδοσυνεδριακά, η υψηλότερη τιμή που κατέγραψε ο Γενικός Δείκτης ήταν στις 630,16 με κατώτερη στις 610,51 μονάδες. Ο τζίρος κυμάνθηκε στα 47,77 εκατ. ευρώ.
Οι τιμές των μετοχών κατέγραψαν συνολικές απώλειες περίπου 7,5% στις προηγούμενες τέσσερις συνεδριάσεις.
Ο τραπεζικός κλάδος βρέθηκε εκ νέου στο επίκεντρο, καθορίζοντας εν πολλοίς και το πρόσημο του Γενικού Δείκτη με τις έντονες διακυμάνσεις του. Αν και ενδοσυνεδριακά οι τράπεζες εμφάνιζαν απώλειες περίπου 3,5%, τελικώς έκλεισαν με κέρδη 2,2%, με τον δείκτη υψηλής κεφαλαιοποίησης να ενισχύεται κατά 0,35% και τον δείκτη μεσαίας κεφαλαιοποίησης να υποχωρεί οριακά κατά 0,02%. Από τους επιμέρους δείκτες, τα μεγαλύτερα κέρδη σημείωσε ο δείκτης Προσωπικών και Οικιακών Προϊόντων (2,94%), ενώ απώλειες 3,20% εμφάνισε ο δείκτης Εμπορίου.
Στις τράπεζες, η Πειραιώς ενισχύθηκε κατά 6,36%, η Εθνική κατά 6,09%, η Eurobank κατά 0,97%, η Attica Bank κατά 0,81% και η Alpha κατά 0,09%.
Σε ό,τι αφορά τον δείκτη υψηλής κεφαλαιοποίησης, κέρδη 4,3% κατέγραψαν η Jumbo και η ΔΕΗ. Στον αντίποδα, απώλειες 4,2% εμφάνισε η ΓΕΚ Τέρνα.
Από το σύνολο των μετοχών, 35 ενισχύθηκαν και 59 υποχώρησαν, ενώ 30 παρέμειναν αμετάβλητες.
Τη Δευτέρα, ο οίκος Fitch, χαιρετίζοντας την απελευθέρωση των περιορισμών στις αναλήψεις μετρητών, προχώρησε στην αναβάθμιση κατά δύο βαθμίδων της αξιολόγησης των ΕΤΕ – Alpha Bank και κατά μία βαθμίδας της αξιολόγησης των Eurobank – Τράπεζα Πειραιώς.
Ωστόσο, οι ανησυχίες των επενδυτών για τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια διατηρούνται αμείωτες, εν αναμονή και των επίσημων αποφάσεων για την προσπάθεια άμβλυνσης των επιπτώσεων του προβλήματος. Στο πλαίσιο αυτό την επόμενη εβδομάδα θα υπάρξουν διαβουλεύσεις με κλιμάκια του ΔΝΤ και της ΕΚΤ, με στόχο την αναζήτηση της κατάλληλης «φόρμουλας».
Την ίδια ώρα, η αγορά αποτιμά και την έκθεση του ΔΝΤ για την πορεία της ελληνικής οικονομίας, με το Ταμείο να «ανεβάζει» στο 2,4% τον πήχη της ανάπτυξης για το 2019 και να διατηρεί στο 2% τον στόχο για το 2018. Βέβαια, οι ιθύνοντες της Ουάσιγκτον «βλέπουν» σημαντική επιβράδυνση του ρυθμού ανάπτυξης στο 1,2% έως το 2023.
Αρνητικό παραμένει και το διεθνές επενδυτικό κλίμα, το οποίο έχει δεχθεί ένα ισχυρό πλήγμα, εξαιτίας μίας σειράς παραγόντων: Από τον εμπορικό πόλεμο έως τις πολιτικο-οικονομικές εξελίξεις στην Ευρωζώνη και από τη στροφή των κεντρικών τραπεζών σε αυστηρή νομισματική πολιτική έως τις προειδοποιήσεις για φούσκα στις τεχνολογικές μετοχές.
Ως απόρροια όλων αυτών, τα επιτόκια των κρατικών ομολόγων αυξάνονται ολοένα και περισσότερο, με την απόδοση του 10ετούς ομολόγου των ΗΠΑ να εκτινάσσεται στο υψηλότερο επίπεδο των τελευταίων επτά και πλέον ετών.
Η Federal Reserve παραμένει προσηλωμένη στη στρατηγική ομαλοποίησης της νομισματικής πολιτικής, έχοντας προαναγγείλει ακόμη έναν γύρο -τον τέταρτο για το 2018- αύξησης επιτοκίων τον προσεχή Δεκέμβριο, αίροντας τα υποστηρικτικά μέτρα προς τις αγορές χρήματος.
Αυτό συνεπάγεται σημαντικές απώλειες κυρίως, για τις αναδυόμενες και αναπτυσσόμενες αγορές, οι οποίες τα τελευταία εννέα χρόνια είχαν εθιστεί στο «φθηνό» χρήματα, με αποτέλεσμα την εκτίναξη των παγκόσμιων χρηματιστηρίων σε ιστορικά υψηλά επίπεδα.
Ενδεικτικό της «μεγάλης διόρθωσης» είναι το γεγονός ότι την Τετάρτη, ο Dow Jones υποχώρησε κατά 831 μονάδες, καταγράφοντας τις υψηλότερες ημερήσιες απώλειες από τον περασμένο Φεβρουάριο. Τη «σκυτάλη» των απωλειών πήραν σήμερα τόσο οι ασιατικές όσο και οι ευρωπαϊκές αγορές.
naftemporiki.gr