Οι εξελίξεις στον τραπεζικό τομέα ανησυχούν Αθήνα και Βρυξέλλες

Ο απόηχος της πρότασης για ελάφρυνση των «κόκκινων» δανείων δεν μετρίασε ιδιαίτερα τις ρευστοποιήσεις από τους επενδυτές
Σάββατο, 06 Οκτωβρίου 2018 07:00
UPD:07:05

Από την έντυπη έκδοση

Της Ειρήνης Σακελλάρη
[email protected]

Οι ανησυχίες για τις ελληνικές τράπεζες παραμένουν παρούσες, όπως καταγράφει και η χρηματιστηριακή πορεία των μετοχών τους, καθόλου άσχετη με την προεξόφληση από πλευρά των επενδυτών περισσότερο αρνητικών και λιγότερο θετικών εξελίξεων.

Μολονότι η χώρα βγήκε από το μνημόνιο, είναι κοινός τόπος πως τα πιστωτικά ιδρύματα της χώρας θέλουν τον χρόνο τους προκειμένου να γίνουν και πάλι λειτουργικά. Και εν πάση περιπτώσει, όπως ανέφεραν στη «Ν» έγκυροι τραπεζικοί παράγοντες, τίποτα δεν θεωρείται δεδομένο, αλλά όλα «παλεύονται», καθώς θεωρούν πως σε περιπτώσεις χρηματιστηριακών αναταράξεων αυτές μπορούν να γίνουν εντονότερες με μια δόση μικρή κερδοσκοπίας εντεινόμενης από αλγορίθμους πωλήσεων. Οι επενδυτές, πάντως, εκφράζουν μια άλλη άποψη: «Ανησυχώ - Ρευστοποιώ».

O τραπεζικός δείκτης ξεκίνησε χθες ανοδικά με την κεκτημένη από προχθές ταχύτητα, για να καταλήξει έπειτα από πολλές διακυμάνσεις σε ημερήσιες απώλειες 1,78%, που μπορεί να μη χαρακτηρίζονται μεγάλες, δεν είναι όμως και μικρές.
Η χρηματιστηριακή αγορά επιχείρησε να στηρίξει τις ελπίδες της στον απόηχο της πρότασης που διέρρευσε προχθές, κατ’ αρχήν από το Bloomberg και εν συνεχεία από το υπουργείο Οικονομικών, πριν κλείσει με εβδομαδιαία πτώση 6,7%  σε ό,τι αφορά τις τράπεζες.

Οι ζυμώσεις σε Βρυξέλλες

Όταν πρόσφατα οι θεσμοί είχαν επισκεφθεί τη χώρα μας, είχε επισημανθεί από μέρους τους η ανησυχία για τις τράπεζες. Καλά πληροφορημένες πηγές, πάντως,  σημείωναν πως τις επόμενες εβδομάδες θα συζητηθεί σε βάθος η πρόταση που θέλει τη δημιουργία ενός Σχήματος Προστασίας Ενεργητικού (Asset Protection Scheme), το οποίο θα επιτρέψει στα ελληνικά πιστωτικά ιδρύματα να περιορίσουν τις επιδράσεις στους ισολογισμούς τους από τα «κόκκινα» δάνεια, αφαιρώντας έναν κίνδυνο ύψους 15 δισ. ευρώ και βελτιώνοντας τους κεφαλαιακούς δείκτες των πιστωτικών ιδρυμάτων. Οι πηγές αυτές αναφέρουν πως τα κεφάλαια που θα δεσμευτούν από το buffer για την υποστήριξη ενός τέτοιου εργαλείου θα είναι πολύ λιγότερα.

Πριν ξεκινήσουν οι οποιεσδήποτε ενέργειες, αυτό που θα εξετάσουν στις Βρυξέλλες είναι εάν και κατά πόσον αυτό το σχέδιο θα μπορούσε να χαρακτηριστεί κρατική ενίσχυση και επομένως να αποκλειστεί.

Ο απόηχος στο εξωτερικό

Το Bloomberg επιχείρησε να εξηγήσει τους λόγους για τους οποίους οι ελληνικές τράπεζες επανήλθαν στην επικαιρότητα σημειώνοντας ότι πρόκειται για τις τράπεζες που με το μεγαλύτερο φορτίο «κόκκινων» δανείων στην Ευρώπη.

 Εάν οι αμφιβολίες για την κατάσταση των ισολογισμών τους δεν αντιμετωπιστούν, οι ανησυχίες μπορεί να βγουν εκτός ελέγχου. Όπως εξήγησε το διεθνές πρακτορείο, σε προηγούμενες περιπτώσεις που ήταν σε κίνδυνο η χρηματοπιστωτική σταθερότητα (π.χ. Ιταλία, Κύπρος), οι ευρωπαϊκές ρυθμιστικές και εποπτικές αρχές έλαβαν μια φιλελεύθερη προσέγγιση στους κανόνες κρατικής βοήθειας της Ε.Ε., επιτρέποντας να χρησιμοποιηθεί η κρατική βοήθεια για να αποφευχθεί η καταστροφή. 

Αλλά εάν χρειάζονται τέτοιες λύσεις, δεν θα είναι εύκολες ή φθηνές: η διάσωση της κεντρικής συνεργατικής τράπεζας της Κύπρου νωρίτερα φέτος κόστισε στους Κύπριους φορολογούμενους ποσό ίσο με το 13% του ΑΕΠ της χώρας. Σε σχέση με τη νέα πρόταση, ο  Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας έσπευσε να χαρακτηρίσει λανθασμένες τις αναφορές που έγιναν στον Τύπο ότι ο ΕΜΣ αποτελεί μέρος προπαρασκευαστικών εργασιών για πιθανό σχέδιο επέμβασης υπέρ των ελληνικών τραπεζών.

Χορηγήσεις και ρευστότητα

Τα προβλήματα των ελληνικών τραπεζών συνίστανται σε δύο θέματα: στην έλλειψη εργασιών (οι τράπεζες χορηγούν με το σταγονόμετρο) και στη ρευστότητα, που παραμένει εξαιρετικά χαμηλή, αν και βελτιώθηκε τους τελευταίους επτά μήνες λόγω ανόδου των καταθέσεων. Σε ό,τι αφορά τη ρευστότητα, η EBA αναφέρθηκε στον Δείκτη Κάλυψης Ρευστότητας (LCR) για όλες τις χώρες της Ε.Ε. και τελικώς μόνο η Ελλάδα κατέγραψε ρευστότητα κάτω του 100%, που είναι το απαιτούμενο όριο. Σύμφωνα με τα στοιχεία, ο μέσος όρος του Δείκτη Κάλυψης Ρευστότητας στην Ε.Ε. είναι 145%. Στην πλειονότητα των χωρών κινείται μεταξύ 100% και 200%, ενώ σε ορισμένες περιπτώσεις, όπως η Λετονία, η Ρουμανία, η Βουλγαρία και η Σλοβενία, υπερβαίνει το 300%. Υψηλός, επίσης, είναι ο μέσος όρος σε Λιθουανία και Κύπρο, όπου επίσης υπερβαίνει το 200%. Σημειώνεται ότι προχθές η επικεφαλής του Ενιαίου Εποπτικού Μηχανισμού της ΕΚΤ Ντανιέλ Νουί γνωστοποίησε ότι εντός του 2019 όλες οι ευρωπαϊκές τράπεζες θα υποβληθούν σε ειδική δοκιμασία ακραίων καταστάσεων ρευστότητας.   
 



Προτεινόμενα για εσάς





Σχολιασμένα