Από την έντυπη έκδοση
Των Ειρήνη Σακελλάρη
και Γιώργου Σακκά
Στο Λονδίνο θα βρεθούν και πάλι σήμερα οι τέσσερις συστημικές τράπεζες, προκειμένου να συμμετάσχουν στο συνέδριο της BofA/Merrill Lynch, που είναι ένα από τα μεγαλύτερα τραπεζικά συνέδρια που διενεργούνται κατά παράδοση στο τέλος Σεπτεμβρίου.
Και, ναι, αποτελεί δοκιμασία πλέον για τις ελληνικές τράπεζες η συγκεκριμένη συμμετοχή, καθώς οι ερωτήσεις που θα δεχθούν είναι δύσκολες και λίγο πολύ γνωστές από τα προηγούμενα συνέδρια.
Οι διεθνείς αναλυτές αλλά και οι funders αντιλαμβάνονται πως εφόσον οι τράπεζες διατηρήσουν τις τρέχουσες χαμηλές εργασίες τους και εάν κινηθούν επιθετικά σε ό,τι αφορά τα «κόκκινα» δάνεια είναι άκρως πιθανόν να χρειαστούν νέα κεφάλαια. Λίγοι όμως θα είναι οι πρόθυμοι επενδυτές για τον κλάδο. Τουλάχιστον αυτό λένε οι εκτιμήσεις των ξένων και τούτο αποτυπώνεται και στις τιμές των ελληνικών τραπεζών στο Χρηματιστήριο.
Τα νέα stress tests θα γίνουν με στοιχεία του 2019, ωστόσο αυτό δεν αποκλείει το ενδεχόμενο οι ελληνικές τράπεζες ή κάποιες από αυτές να αναγκαστούν να οδηγηθούν στην κεφαλαιαγορά νωρίτερα.
Όπως σημείωναν τραπεζικοί παράγοντες που συμμετείχαν στα προηγούμενα καθόλου εύκολα roadshows, η εξυγίανση των ισολογισμών των πιστωτικών ιδρυμάτων θέλει χρόνο. Αυτός ο χρόνος δεν υπάρχει. Επομένως οι ανακτήσεις από «κόκκινα» δάνεια γίνονται όλο και πιο δύσκολη υπόθεση και τελικώς οι ελληνικές τράπεζες θα εξαναγκασθούν σε πωλήσεις «κόκκινων» δανείων, αφήνοντας το πλεονέκτημα της ανάκτησης στους αγοραστές των χαρτοφυλακίων.
Αυτό είναι πιθανόν να διαμορφώσει ανάγκες για πρόσθετες προβλέψεις και επομένως για πρόσθετα κεφάλαια.
Την ίδια στιγμή, τα capital controls θα χαλαρώσουν και σύμφωνα με τις διαρροές θα αρθούν πλήρως την επόμενη χρονιά. Ωστόσο το ενδεχόμενο αυτό, της πλήρους άρσης εντός του 2019, οι αναλυτές δεν το θεωρούν εξαιρετικά πιθανό.
Σε αυτή την περίπτωση οι τράπεζες θα πρέπει να επιλύσουν και το ιδιαίτερα σύνθετο πρόβλημα της ρευστότητας που αντιμετωπίζουν και η οποία βρίσκεται σε εξαιρετικά χαμηλά επίπεδα σε σχέση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Άλλωστε, η πλήρης άρση των κεφαλαιακών περιορισμών σε τράπεζες με προβληματική ρευστότητα μπορεί να οδηγήσει σημαντικές καταθέσεις επιχειρήσεων στο εξωτερικό.
Σε όλα αυτά αλλά και στα προβληματικά αποτελέσματα που επέδειξαν το α’ εξάμηνο θα κληθούν να απαντήσουν οι εκπρόσωποι των τραπεζών για άλλη μια φορά στο Λονδίνο.
Όμως ούτε η χθεσινή έκθεση της Goldman Sachs υπήρξε ενθαρρυντική για τα πιστωτικά ιδρύματα.
Έκθεση Goldman Sachs
Θετική έκπληξη θεωρεί η Goldman Sachs την κατά 16% άνοδο της κερδοφορίας των τραπεζών το β’ τρίμηνο του 2018, λόγω μείωσης της τάξης των 23 μονάδων βάσης του κόστους κινδύνου, οδηγούμενα από τον μικρότερο σχηματισμό μη εξυπηρετούμενων δανείων (NPEs) για τον κλάδο. Αν και διαπιστώνει ότι οι ελληνικές τράπεζες ανέφεραν μείωση 7% στον δείκτη απόδοσης κεφαλαίων (ROTE). Όπως επισημαίνει ο οίκος, οι περισσότερες ελληνικές τράπεζες είδαν καλύτερη δυναμική στη διαχείριση των NPLs, εξαιτίας των πωλήσεων και των χαμηλότερων αθετήσεων στον καταναλωτικό και επιχειρηματικό τομέα. Από την άλλη πλευρά, ο σχηματισμός τείνει να είναι σχετικά ασθενέστερος στις υποθήκες.
Και οι τέσσερις τράπεζες επανέλαβαν τους στόχους του SSM για το 2018-19, ενώ η Eurobank ανέφερε ότι σύντομα θα υποβάλει ένα νέο σχέδιο για τα NPEs. Η ρευστότητα συνεχίζει να βελτιώνεται. Οι τράπεζες ανέφεραν σταδιακές εισροές καταθέσεων (περίπου 2 δισ. ευρώ) και περαιτέρω μείωση της χρήσης του ELA (-8 δισ. ευρώ) στο 2ο τρίμηνο. Σημειώνεται ότι η Πειραιώς έχει πλήρως απεμπλακεί από τον ELA από τον Ιούλιο του τρέχοντος έτους.
Τι λέει η Moody’s
Καθόλου τυχαίος δεν μπορεί να θεωρηθεί και ο ελιγμός της Moody’s να μην προχωρήσει σε κάποιου είδους νέα αξιολόγηση για την ελληνική οικονομία στην προκαθορισμένη ημερομηνία αναθεώρησης.
Απαντώντας σε σχετική ερώτηση της «Ν», ο αντιπρόεδρος της Moody’s Νώντας Νικολαΐδης σημείωσε πως η ύπαρξη προκαθορισμένων ημερομηνιών για πιθανές ανακοινώσεις πιστοληπτικών διαβαθμίσεων σε οικονομίες κρατών δεν προϋποθέτει και τη χρήση των ημερομηνιών αυτών, αλλά αποτελεί μια επιλογή που παρέχεται στους οίκους.
Η ομάδα της Moody’s που ασχολείται με τη χώρα μας μπορεί να χρησιμοποιήσει ένα άλλο γεγονός σχετικό με την αγορά για μια πιθανή δράση αξιολόγησης, εκτός των προκαθορισμένων ημερομηνιών.
Η ομάδα του οίκου στη συγκεκριμένη περίπτωση, όπως αναφέρει ο κ. Νικολαΐδης, επέλεξε να μη δημοσιεύσει μια ενημερωμένη έκθεση ή να προχωρήσει σε μια αξιολόγηση για την Ελλάδα, καθώς αποφάσισε ότι η τρέχουσα βαθμολογία (Β3- με προοπτική θετική) εξακολουθεί να ισχύει χωρίς άμεση ανάγκη αλλαγής.