Την επιβολή πρόσθετων δασμών σε εισαγόμενα κινεζικά προϊόντα από τις 24 Σεπτεμβρίου, το συνολικό ύψος των οποίων θα ξεπεράσει τα 200 δισ. δολάρια, ανακοίνωσε αυτή την εβδομάδα η Ουάσιγκτον. Ποιος πλήττεται περισσότερο;
Σε ποιο βαθμό πλήττεται εντέλει η Κίνα από την πολιτική αυτή του αμερικανού προέδρου Τραμπ; Όπως εξηγεί μιλώντας προς τη Deutsche Welle, o οικονομολόγος Σεν Λινγκ, ο οποίος έκανε το διδακτορικό του στη Βόννη και διδάσκει σήμερα στη Σαγκάη:
«Τα νέα μέτρα δεν προκαλούν έκπληξη καθώς ο εμπορικός πόλεμος μεταξύ Κίνας και ΗΠΑ μαίνεται εδώ και καιρό ενώ το θέμα συζητείται στην Ουάσιγκτον εδώ και μήνες. Ο Τραμπ, έτσι όπως τον γνωρίζουμε, θα προχωρήσει σε κάθε περίπτωση στην επιβολή των δασμών, ακόμη κι αν υπάρξουν αντιδράσεις από τους αμερικανούς πολίτες. Οι επιβαλλόμενοι δασμοί συνολικού ύψους 200 δισ. δολαρίων δεν θα έχουν μεγάλες επιπτώσεις στην Κίνα. Εντέλει οι δασμοί ξεκινούν από το 10%. Από τον Μάρτιο, οπότε και διεφάνη ο επερχόμενος εμπορικός πόλεμος, το γουάν έχει υποτιμηθεί κατά 10%. Συνεπώς οι απώλειες από τους δασμούς εξισορροπούνται τρόπον τινά από την υποτίμηση αυτή».
Σύμφωνα με τον ειδικό, αυτό που επηρεάζει περισσότερο την κινεζική οικονομία και έχει πιο άμεσο αντίκτυπο είναι ο ψυχολογικός παράγοντας. «Εδώ ο Τραμπ επιστρατεύει στο έπακρο τις επιχειρηματικές του ικανότητες. Οι επαναλαμβανόμενες απειλές και προαναγγελίες έχουν πολύ πιο αρνητικό αντίκτυπο στην οικονομία απ΄ ότι οι κυρώσεις. Αυτό φαίνεται κυρίως στο χρηματιστήριο όπου αντικατοπτρίζεται ήδη το απαισιόδοξο κλίμα».
Οι ΗΠΑ δεν έχουν εναλλακτικές
Είναι τελικά υπερβολική η αντίδραση Τραμπ στο εμπορικό έλλειμμα των ΗΠΑ ή δικαιολογείται εν μέρει η πολιτική του προστατευτισμού;
«Είναι γνωστό ότι η Κίνα έχει ένα τεράστιο εμπορικό πλεόνασμα έναντι των ΗΠΑ. Η Κίνα εξάγει στις ΗΠΑ προϊόντα συνολικής αξίας 500 δισ. δολαρίων, αλλά την ίδια ώρα οι εισαγωγές δεν ξεπερνούν τα 230 δισ. δολάρια. Από οικονομική σκοπιά όμως οι δασμοί σε βάρος της Κίνας δεν ωφελούν απαραίτητα τις ΗΠΑ. Στην αμερικανική αγορά δεν υπάρχουν εναλλακτικές επιλογές ως προς συγκεκριμένα κινεζικά προϊόντα. Και δεν υπάρχουν τρίτες χώρες που να μπορούν να αναλάβουν το ρόλο της Κίνας. Οι δασμοί σε κινεζικά προϊόντα θα πλήξουν κυρίως τους αμερικανούς καταναλωτές. Ο Τραμπ έχει εμμονές με το αμερικανικό έλλειμμα, αλλά ένα αρνητικό εμπορικό ισοζύγιο δεν πρέπει να είναι απαραίτητα αρνητικό για τις ΗΠΑ».
Πραγματική απειλή ο εμπορικός πόλεμος;
Πόσο όμως θα κρατήσει ακόμη η κλιμακούμενη αυτή εμπορική διαμάχη μεταξύ Πεκίνου και Ουάσιηκτον; Σύμφωνα με τον καθηγητή, το γεγονός ότι απομακρύνθηκαν πολλοί σύμβουλοι του αμερικανού προέδρου που δεν συμφωνούσαν με την οικονομική του πολιτική, καταδεικνύει ότι ο Τραμπ θα επιμείνει στην πορεία που έχει χαράξει. Πόσο μάλλον τη δεδομένη χρονική στιγμή.
«Νομίζω ότι η διαμάχη θα διαρκέσει πολύ ακόμη. Η αμερικανική οικονομία διανύει μια σχετικά καλή φάση και έτσι ο Τραμπ έχει μεγάλη στήριξη ό,τι κι αν κάνει. Για την Κίνα ακόμη και δασμοί ύψους 25% δεν θα συνιστούσαν απαραίτητα βαρύ πλήγμα διότι ο αποφασιστικής σημασίας παράγοντας έγκειται στο ότι δεν υπάρχουν πολλές εναλλακτικές ως προς τις κινεζικές εισαγωγές. Η λύση απαιτεί χρόνο. Ίσως σε μερικά χρόνια οι Αμερικανοί να έχουν άλλο πρόεδρο που θα ακολουθεί διαφορετική οικονομική πολιτική. Στο μεταξύ η κινεζική κυβέρνηση και οι ιδιώτες επενδυτές θα αντιληφθούν ότι ο εμπορικός πόλεμος δεν είναι το τέλος του κόσμου. Έχω φίλους επιχειρηματίες που έβγαλαν φέτος πολλά λεφτά λόγω της υποτίμησης του γουάν. Η νευρικότητα λοιπόν που απορρέει από την εμπορική διαμάχη θα αρχίσει σταδιακά να υποχωρεί».