Από την έντυπη έκδοση
Της Ιουλίας Ζαφόλια
[email protected]
Τρίτη ημέρα σφυροκοπήματος στο Χρηματιστήριο, με τον τραπεζικό κλάδο να βρίσκεται στο επίκεντρο των ρευστοποιήσεων και τον σχετικό δείκτη να «καταφέρνει» χθες νέο χαμηλό δεκαμήνου.
Ο γενικός δείκτης έκλεισε χθες στις 710,24 μονάδες, μειωμένος κατά 2,19%, ενώ ο τραπεζικός δείκτης υπέστη απώλειες 5,87% σημειώνοντας τελική τιμή στις 667,5 μονάδες. Η κεφαλαιοποίηση του Χ.Α. υπολογίσθηκε χθες σε 51,1 δισ. ευρώ, ενώ ο ημερήσιος τζίρος διαμορφώθηκε σε 51,9 εκατ. ευρώ. Σε τρεις συνεδριάσεις χάθηκαν 1,44 δισ. ευρώ από την εγχώρια αγορά, ο γενικός δείκτης υποχώρησε κατά 3,98%, ενώ αυτός των τραπεζών έχασε 11,88%.
«Ο εμπορικός πόλεμος αναμένεται να διατηρήσει τη νευρικότητα στις αναδυόμενες αγορές, οι οποίες εσχάτως βρίσκονται στο επίκεντρο των εκροών των επενδυτικών κεφαλαίων. Σε αυτό το περιβάλλον η ελληνική αγορά δύσκολα θα διαφοροποιηθεί από το γενικό κλίμα, καθώς η φύση των κεφαλαίων που δραστηριοποιούνται στις γειτονικές χώρες, ή σε χώρες ανάλογου επενδυτικού προφίλ, λειτουργούν ομοιόμορφα σε ό,τι αφορά τη στάση τους και για την Ελλάδα» σχολιάζουν εκπρόσωποι της αγοράς, ενώ μεγάλη μερίδια αναλυτών ερμηνεύει τις πιέσεις του τραπεζικού κλάδου ως αποτέλεσμα της συνεχιζόμενης επιφυλακτικής εικόνας στις ευρωπαϊκές αγορές, των ανησυχιών για την πορεία των αναδυόμενων αγορών, των πιθανών νέων κεφαλαιακών αναγκών στο εγχώριο τραπεζικό σύστημα αλλά και της συνεχούς παρουσίας πωλητών στην αγορά ομολόγων. «Οι πρώτες ημέρες του Σεπτεμβρίου δείχνουν ότι το έργο των αθρόων πωλήσεων στον τραπεζικό κλάδο συνεχίζεται, με τις αντιστάσεις των λοιπών δεικτοβαρών τίτλων να αδυνατούν να αποτρέψουν την πλαγιοκαθοδική κίνηση στο Χ.Α. που παραμένει μια τραπεζοκεντρική αγορά από συναλλακτικής πλευράς.
Εύλογα προκύπτει το ερώτημα αν η συμπεριφορά αυτή είναι δικαιολογημένη. Ως ένα βαθμό η αναταραχή των αναδυόμενων αγορών που έχει συμβάλει στην αναρρίχηση των αποδόσεων των 10ετών ομολόγων στην περιοχή του 4,40%-4,50% εξηγεί την αποεπένδυση από ελληνικούς τραπεζικούς τίτλους, καθώς σημαντικό μέρος του ενεργητικού τους περιλαμβάνει ελληνικά ομόλογα. Όμως, τις τελευταίες ημέρες υπάρχουν ενδείξεις σταθεροποίησης των αναδυόμενων αγορών καθώς το ΔΝΤ ετοιμάζεται να εκταμιεύσει τη βοήθεια στην Αργεντινή, ενώ στην Τουρκία η αβεβαιότητα συνεχίζεται αλλά δεν επιδεινώνεται. Παράλληλα, η Ιταλία αποδέχεται να πειθαρχήσει στα δημοσιονομικά της μεγέθη φοβούμενη τις κινήσεις των αγορών από τυχόν υποβάθμισή της. Τα δεδομένα αυτά διαμορφώνουν σκηνικό αύξησης της αβεβαιότητας στο ελληνικό χρηματιστήριο και περαιτέρω μείωσης της διάθεσης ανάληψης επενδυτικών κινδύνων. Επομένως, οι αυξημένες ρευστοποιήσεις τραπεζικών τίτλων αλλά και άλλων τίτλων με το σκεπτικό του αυξημένου country risk, όπως υποδηλώνουν τα αυξημένα επιτόκια των ελληνικών ομολόγων, είναι εξηγήσιμες. Έτσι, η κίνηση του γενικού δείκτη προς την περιοχή των 700 μονάδων είναι το πιθανότερο σενάριο. Αν δε δεν προκύψουν οι κατάλληλοι καταλύτες στις επόμενες ημέρες και οι εξαγγελίες από τη ΔΕΘ δεν περιέχουν στοιχεία που να βελτιώνουν το αναπτυξιακό αφήγημα, η διάσπαση του κομβικού ορίου των 700 μονάδων δύσκολα θα αποφευχθεί» τονίζουν.
Η Ευρώπη στη σκιά της κρίσης των αναδυόμενων οικονομιών
Δεν ξεκίνησε με τους καλύτερους οιωνούς ο Σεπτέμβριος για τις ευρωπαϊκές αγορές, καθώς έπειτα από δύο συνεδριάσεις τα χρηματιστήρια παρουσιάζουν αρνητική εικόνα, απόρροια της διαφαινόμενης κρίσης στις αναδυόμενες αγορές. Τις αναταράξεις από την οικονομική κρίση στην Τουρκία τις «αισθάνεται» πιο έντονα η Ευρώπη, καθώς οι ευρωπαϊκές τράπεζες και εταιρείες είναι εκτεθειμένες στην τουρκική αγορά.
Η κρίση στην Τουρκία προκάλεσε φαινόμενο ντόμινο, καθώς ακολούθησε η έκκληση της Αργεντινής για άμεση χρηματοδότηση από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, ενώ χθες ήταν η σειρά της Νοτίου Αφρικής να ανακοινώσει πως η χώρα έχει εισέλθει σε οικονομική ύφεση για πρώτη φορά μετά το 2009.
Μούδιασμα
Τη Δευτέρα τους Ευρωπαίους επενδυτές τους διέκρινε ένα σχετικό «μούδιασμα», με αποτέλεσμα τα χρηματιστήρια να ολοκληρώσουν τη συνεδρίαση με μικτά πρόσημα, ενώ χθες, αν και η εικόνα ήταν ξανά μικτή, οι απώλειες που καταγράφηκαν ήταν πιο ισχυρές.
Στο Παρίσι ο δείκτης CAC 40 υποχώρησε 1,31%, στη Φραγκφούρτη ο δείκτης DAX αποδυναμώθηκε 1,10%, με τον FTSE 100 στο Λονδίνο να καταγράφει απώλειες 0,62% και τον IBEX 35 να παραμένει αμετάβλητος.
Μοναδική εξαίρεση ο FTSE MIB στο Μιλάνο, ο οποίος κατέγραψε κέρδη 1% μετά τις εξαγγελίες της ιταλικής κυβέρνησης πως προτίθεται να προσαρμόσει τον προϋπολογισμό της στις επιταγές της Ευρωζώνης.
Σε τροχιά ανόδου οι αποδόσεις των κρατικών χρεογράφων
Της Έφης Τριήρη
[email protected]
Συνεχίζονται με αμείωτο ρυθμό οι ρευστοποιήσεις στην ελληνική αγορά κρατικού χρέους, με σημείο αιχμής την Ιταλία και τα σενάρια γύρω από τον προϋπολογισμό της για το 2019 που θα παρουσιάσει μέχρι το τέλος του μηνός η Ρώμη. Το θέμα όμως είναι ότι η ελληνική αγορά κινείται με κεκτημένη ταχύτητα και με βάση τη νέα εικόνα που προδιαγράφεται, δεδομένου ότι τις δύο τελευταίες συνεδριάσεις δεν φαίνεται να συμπορεύεται με την ιταλική, όπου αποδόσεις και spread πήραν μία μεγάλη ανάσα.
Η απόδοση του 10ετούς ελληνικού κρατικού ομολόγου άγγιξε χθες την περιοχή του 4,5%, με το spread να ξεφεύγει στις 440 μονάδες βάσης και με τον όγκο των συναλλαγών στην ΗΔΑΤ να είναι ιδιαίτερα αυξημένος φθάνοντας τα 26 εκατ. ευρώ, που στο σύνολό του αφορούσε εντολές πώλησης. Η ανιούσα συνεχίστηκε και στις αποδόσεις των βραχυπρόθεσμων ελληνικών τίτλων με λήξη το 2019 και το 2023, κινούμενες στο 1,06% και 3,46% αντίστοιχα, ενώ και στο επταετές η απόδοση κλιμακώθηκε στο 4,07%.
Τraders της αγοράς που θέλησαν να διατηρήσουν την ανωνυμία τους εστίασαν στο γεγονός ότι η ελληνική αγορά κρατικού χρέους δεν είναι αυτοχρηματοδοτούμενη όπως η ιταλική, με αποτέλεσμα κάποιοι επενδυτές που έχουν ήδη αντλήσει κέρδη αποφάσισαν να αποχωρήσουν. Μία αγορά στην οποία στρέφονται τον τελευταίο καιρό είναι αυτή της Ιταλίας, καθώς αρχίζει να προσφέρει ελκυστικές αποδόσεις στους επενδυτές καθότι η απόδοση του 10ετούς κινείται στην περιοχή του 3% και άνω.
Η εξέλιξη αυτή στην ελληνική αγορά κρατικού χρέους «παγώνει» και επισήμως την όποια σκέψη για έξοδο της χώρας στις αγορές, κάτι που είχε αρχίσει να συζητείται τους τελευταίους μήνες με αφορμή την έξοδο της Ελλάδας από το μνημόνιο στις 21 Αυγούστου. Η έντονη μεταβλητότητα στη γειτονική Ιταλία, εν μέσω συζητήσεων για αύξηση των κρατικών δαπανών και πώς αυτές θα επηρεάσουν τον προϋπολογισμό της, καθώς και η αναστάτωση στις αναδυόμενες αγορές συνιστούν αποτρεπτικό παράγοντα για έκδοση νέου ομολόγου.
Ιδιαίτερο προβληματισμό προκαλεί επίσης το γεγονός ότι η σταθερή άνοδος των αποδόσεων των ελληνικών ομολόγων λαμβάνει χώρα τη στιγμή που οίκοι αξιολόγησης αρχίζουν να αναβαθμίζουν την πιστοληπτική αξιολόγηση της Ελλάδας. Ο S&P αναβάθμισε τη χώρα μας στην κατηγορία Β+ στα τέλη Ιουνίου και ο Fitch κατά δύο βαθμίδες στο ΒΒ- στις 10 Αυγούστου.