Ο τουρισμός αποτελεί μια από τις «ατμομηχανές» της ελληνικής οικονομίας, ενώ ως η κατεξοχήν οικονομία της τελικής κατανάλωσης, εμφανίζει σημαντικές οικονομίες κλίμακας για το σύνολο της οικονομικής δραστηριότητας. Μία πρώτη εκτίμηση του ΙΝΕΜΥ της ΕΣΕΕ, για τα οφέλη, που αποκομίζει το λιανικό εμπόριο από την άνοδο της τουριστικής δραστηριότητας, ωστόσο αποκαλύπτει ότι τα αποτελέσματα είναι «φτωχά». Ο Δείκτης Κύκλου Εργασιών του Εμπορίου υπολείπεται κατά πολύ από τον ΔΚΕ του Τουρισμού.
Όπως επισημαίνεται η σύνδεση τουρισμού- εμπορίου αυτή παρουσιάζει σημαντικές υστερήσεις που σε μεγάλο βαθμό θολώνουν την άκρως θετική πορεία της τουριστικής δραστηριότητας. Ωστόσο η υστέρηση αυτή δεν είναι οριζόντια καθώς σε κάποιους επιμέρους υποκλάδους του λιανικού εμπορίου, όπως τα μεγάλα καταστήματα τροφίμων (super markets), τα καύσιμα και τα έπιπλα-ηλεκτρικά είδη-οικιακός εξοπλισμός, καταγράφεται σημαντική (ποσοστιαία) αύξηση του κύκλου εργασιών η οποία αναπόδραστα τροφοδοτείται από τη μεγέθυνση της τουριστικής δραστηριότητας αλλά και από την επέλαση του μοντέλου βραχυχρόνιας μίσθωσης (Airbnb).
Συνοψίζοντας την οικονομική σχέση τουρισμού και εμπορίου, ο Πρόεδρος της ΕΣΕΕ Βασίλης Κορκίδης επισημαίνει τα ακόλουθα:
Από τα διαθέσιμα στοιχεία της ΤτΕ, διαφαίνεται πως η πλειοψηφία των τουριστικών εισπράξεων στη χώρα μας προέρχεται κατά 29% από τους Γερμανούς τουρίστες, με τη συμμετοχή των Βρετανών να είναι επίσης σημαντική κατά 16%. Η συμμετοχή των Ρώσων μειώθηκε το 2017 σε σχέση με το 2016 και αναμένεται να ανακάμψει το 2018.
Σε σχέση με τις 28,5 εκατ. επισκέψεις, η Γερμανία επίσης καταλαμβάνει την πρώτη θέση καθώς κατέχει το 26% του συνόλου των επισκέψεων, ενώ η Βρετανία έρχεται εκ νέου δεύτερη με ποσοστό 15%. Σημαντική είναι η παρουσία των Ολλανδών η οποία μεγεθύνεται σημαντικά. Αναφορικά με τις διανυκτερεύσεις ξανά οι Γερμανοί βρίσκονται στην πρώτη θέση καλύπτοντας το 27% του συνόλου, ενώ οι Βρετανοί καταγράφουν το 15% του συνόλου.
Οι διανυκτερεύσεις των Ολλανδών παρουσιάζουν σημαντική μεγέθυνση στο 13%, ενώ και των Γάλλων παρουσιάζουν ικανοποιητική αύξηση 7% τα τελευταία δύο χρόνια. Από την άλλη, η κατανομή της δαπάνης ανά επισκέπτη παρουσιάζει διαφορετικά ποιοτικά χαρακτηριστικά με την υψηλότερη δαπάνη ανά επισκέπτη να καταγράφουν οι Ελβετοί με 843 ευρώ και δευτερευόντως οι Ρώσοι με 802 ευρώ. Η χαμηλότερη μέση δαπάνη ανά ταξιδιώτη καταγράφεται από τους Ιταλούς με 560 ευρώ, ενώ η δαπάνη των Ολλανδών μεγεθύνεται σημαντικά σε σχέση με πέρυσι καθώς παρουσιάζεται αυξημένη κατά 15% περίπου. Την υψηλότερη μέση διάρκεια παραμονής με 10 ημέρες καταγράφουν οι Ρώσοι, ενώ σημαντική είναι η διάρκεια που καταγράφουν τόσο οι Γερμανοί και οι Βρετανοί, όσο και οι Βέλγοι με 9 ημέρες.
Η Ελλάδα είναι φέτος η 7η χώρα στις προτιμήσεις των τουριστών από Η.Π.Α. καταγράφοντας φέτος αύξηση 74%.
Στον αντίποδα, το καλύτερο τουριστικό δίμηνο Ιουλίου-Αυγούστου και μάλιστα σε περίοδο εκπτώσεων, ο συνολικός τζίρος του λιανικού εμπορίου μετά βίας ξεπερνά τα 6 δισ. ευρώ τα τελευταία τρία χρόνια, παρά την κατακόρυφη αύξηση των τουριστικών μεγεθών. Αυξημένη κίνηση παρατηρούμε μόνο στα σούπερ μάρκετ και εν γένει στα καταστήματα τροφίμων, πάνω από 2%, λόγω της αύξησης σε 4.000 των ακινήτων «airbnb».
Γενικά, η λεγόμενη «εισαγόμενη κατανάλωση» δεν θεωρείται ικανοποιητική, αφού οι περισσότεροι τουρίστες που επισκέπτονται τη Χώρα μας είναι μέσου και χαμηλού εισοδήματος, ενώ η πλειοψηφία των επισκεπτών φαίνεται να επιλέγει την Ελλάδα ως «φθηνό» τουριστικό προορισμό.
Σύμφωνα με τα στοιχεία του ΙΝΕΜΥ της ΕΣΕΕ, ο Δείκτης Κύκλου Εργασιών του Εμπορίου υπολείπεται κατά πολύ από τον ΔΚΕ του Τουρισμού. Παρά το γεγονός ότι τα ετήσια έσοδα από τον εσωτερικό τουρισμό από το 70% συρρικνώθηκαν στο 5% και οι διανυκτερεύσεις από 7,5 εκ. σε 5 εκ., οι Έλληνες είναι ο βασικός αιμοδότης του τουρισμού όλο το έτος με έσοδα 2 δις ευρώ.
«Εάν μάλιστα υπήρχε δείκτης ποιότητας τουριστών, κατά την άποψή μου, ακόμα και με την παρούσα οικονομική μας κατάσταση, την πρωτιά θα κατείχαν οι Έλληνες» επισημαίνει ο κ. Κορκίδης.
naftemporiki.gr