Η Ελλάδα μπορεί τελικά να ελευθερωθεί από τον ζημιογόνο κύκλο των διαδοχικών προγραμμάτων, ωστόσο παραμένουν οι αμφιβολίες ως προς τις οικονομικές της προοπτικές και το μακροπρόθεσμο μέλλον της εντός της Ευρωζώνης, σημειώνει η Capital Economics σε ανάλυσή της.
Η Capital Economics παρατηρεί ότι η ελληνική οικονομία δείχνει περαιτέρω σημάδια ανάκαμψης, με την ανάπτυξη το 2018 να εκτιμάται πως θα προσεγγίσει ή και ξεπεράσει το 2%. Όπως τονίζει, η βελτίωση των δημοσιονομικών της χώρας ενίσχυσαν παράλληλα τις προοπτικές πως η Ελλάδα θα μπορέσει να σταθεί στα πόδια της τον Αύγουστο, μετά τη λήξη του προγράμματος.
Συμπληρώνει εξάλλου ότι «ενώ η άρνηση της κυβέρνησης να αυξήσει τους συντελεστές ΦΠΑ σε ορισμένα νησιά έχει καθυστερήσει την τελική εκταμίευση των κεφαλαίων του ESM, άλλες μικρές εξοικονομήσεις θα έπρεπε να εξασφαλίσουν ότι τα χρήματα θα αποδεσμευτούν τις προσεχείς εβδομάδες».
Η Capital Economics εκτιμά πως η ρευστότητα «επιτρέπει» στην Ελλάδα να σταθεί στα πόδια της, ενώ σημειώνει ότι το ελληνικό Δημόσιο δανείστηκε πρόσφατα από τις αγορές με εύλογο επιτόκιο. Ωστόσο, όπως συμπληρώνει, δεν πρέπει κανείς να εφησυχάζει καθώς παραμένουν σημαντικές αμφιβολίες ως προς το εάν το ελληνικό χρέος είναι τελικά βιώσιμο, ενώ η άνοδος των αποδόσεων των ομολόγων με φόντο την πολιτική κρίση στην Ιταλία ήταν μία προειδοποίηση πως το κλίμα στις αγορές μπορεί να επιδεινωθεί γρήγορα.
Σε ό,τι αφορά τις ευρωπαϊκές οικονομίες συνολικά, η Capital Economics σημειώνει ότι οι περισσότερες εξ αυτών παρουσίασαν επιβράδυνση σε σύγκριση με πέρσι, με την ανάπτυξη ωστόσο να παραμένει ισχυρή και τις προοπτικές να είναι ευοίωνες. Πάντως, όπως προειδοποιεί, οι εμπορικές εντάσεις παραμένουν απειλή για οικονομίες όπως της Γερμανίας και της Ολλανδίας, ενώ δεν μπορεί κανείς να παραβλέψει την αναταραχή στην Ιταλία.