Aμφιβολίες κατά πόσο η Ελλάδα διέφυγε τελικά από την καταστροφή διατυπώνονται σε ανταπόκριση της βρετανικής εφημερίδας «Guardian» από την Αθήνα.
«Η χώρα θα αποχωρήσει από το τελικό διεθνές σχέδιο διάσωσης εντός ολίγων εβδομάδων, αλλά χωρίς κανένα σημάδι ότι το χρέος θα αποπληρωθεί ποτέ, μερικοί φοβούνται μια άλλη κρίση» αναφέρεται.
«Κανείς δεν πιστεύει ότι η χώρα μπορεί να αποπληρώσει επιτυχώς το χρέος της. Η συμφωνία, που αποκαλύφθηκε τον περασμένο μήνα, δίνει στην Αθήνα τη δυνατότητα παράτασης των πληρωμών του χρέους των 320 δισ. ευρώ κατά μια δεκαετία και παρέχει τον τόσο αναγκαίο ζωτικό χώρο για τον εκσυγχρονισμό της οικονομίας. Όμως, θεωρείται ευρέως ως ανεπαρκής για να αποφύγει η Ελλάδα περαιτέρω κρίση στο μέλλον» υποστηρίζει η Έλενα Σμιθ στην ανταπόκρισή της, λέγοντας πως «στην παγκόσμια οικονομική ιστορία, καμία χώρα δεν έχει λάβει τόσα χρήματα, όσα η Ελλάδα».
«Η διάσωση είχε το τίμημά της. Οι όροι ήταν σκληροί, μη δημοφιλείς και σε ορισμένες περιπτώσεις τιμωρητικά επιθετικοί. Περικοπές μισθών και συντάξεων, αυξήσεις φόρων και διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, πολλές εξ αυτών αντιπαθείς, παρότι έπρεπε να είχαν πραγματοποιηθεί προ πολλού, ήταν η βάση των αδιάκοπων απαιτήσεων των δανειστών. Αλλά ο οικονομικός ζουρλομανδύας έπνιξε την οικονομική ανάπτυξη. Από 120% στο ξέσπασμα της κρίσης, η αναλογία χρέους-ΑΕΠ πλέον είναι περίπου 180%, μακράν η υψηλότερη στην ΕΕ» σημειώνει.
«Πολλοί πιστεύουν ότι μπορεί να χρειαστεί τουλάχιστον μια δεκαετία για να ανακτήσει η χώρα το χαμένο εισόδημα και να επιστρέψει στο προ κρίσης βιοτικό επίπεδο. Ακόμα χειρότερα, το δημογραφικό πρόβλημα που επιδεινώνεται δεν βοηθά, καθώς η Ελλάδα έχει το χαμηλότερο ποσοστό γεννήσεων μετά τη Βουλγαρία στην Ε.Ε., με τον πληθυσμό να φθίνει σχεδόν κατά 3% ως αποτέλεσμα της μετανάστευσης και των λιγότερων γεννήσεων κατά τη διάρκεια της κρίσης» συμπληρώνει.
Ωστόσο, η Σμιθ παρατηρεί ότι το ποσοστό ανεργίας μειώθηκε περίπου κατά 20% και προσθέτει πως η αισιοδοξία αυξάνεται, κάνοντας αναφορά σε πρόσφατη έρευνα της Ελληνικής Ένωσης Νεοφυών Επιχειρηματιών.