«Καμία χώρα στον κόσμο, πολύ περισσότερο δε η δική μας, δεν είχε τόσο μεγάλα πρωτογενή πλεονάσματα για τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα, με ενδεχόμενη εξαίρεση, αλλά και γι’ αυτό δεν είμαι σίγουρος, τις πετρελαιοπαραγωγές χώρες», δήλωσε ο διοικητής της Τραπέζης της Ελλάδας Γιάννης Στουρνάρας, παραδίδοντας στον πρόεδρο της Βουλής Νίκο Βούτση την ενδιάμεση Έκθεση Νομισματικής Πολιτικής της ΤτΕ για το 2018.
Ο κ. Στουρνάρας σημείωσε ότι η σημαντικότερη επισφάλεια κατά την έκθεση, είναι τα πολύ μεγάλα και συνεχή πρωτογενή πλεονάσματα, τα οποία προβλέπονται μέχρι το 2060.
Σημείωσης επίσης ότι η έκθεση υπενθυμίζει πως «αυτά τα μεγάλα πρωτογενή πλεονάσματα είναι δυστυχώς το τίμημα που πληρώνουν δύο γενιές ακόμα στο μέλλον, μέχρι το 2060, από λάθη στην οικονομική πολιτική, που έγιναν τόσο στο απώτερο όσο και στο εγγύτερο παρελθόν. Λάθη που έγιναν μέσα σ’ ένα σχετικά μικρό διάστημα τιμωρούν δύο γενιές».
Ο διοικητής της ΤτΕ χαρακτήρισε την έκθεση «τεκμήριο για τον ιστορικό του μέλλοντος». Ανέφερε επίσης ότι η συμφωνία της 21ης Ιουνίου έχει μια θετική συμβολή στην οικονομία σε δύο κατευθύνσεις:
- «Εξασφαλίζει ότι θα συνεχιστούν οι μεταρρυθμίσεις και η δημοσιονομική σταθερότητα, με το πλαίσιο ενισχυμένης εποπτείας που έχει συμφωνηθεί, κάτι το οποίο εμείς το θεωρούμε θετικό, δεν το θεωρούμε αρνητικό», σημείωσε ο κ Στουρνάρας και συμπλήρωσε: «Όπως και τους όρους αιρεσιμότητας, διότι μπαίνουμε σε μια ενδεχομένως κρίσιμη περίοδο, η οποία προβλέπει υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα για ένα αρκετά μεγάλο χρονικό διάστημα, άρα είναι χρήσιμο να μην αποκλίνουμε από τους δημοσιονομικούς στόχους. Επίσης οι αγορές θα το αποτιμήσουν θετικά αυτό».
- «Η συμφωνία έρχεται μετά από τη συμφωνία του 2012 και ελαφραίνει περαιτέρω το χρέος, με την πρόβλεψη να μετατεθούν κατά δέκα χρόνια τα τοκοχρεολύσια του ενός τρίτου του δημοσίου χρέους. Αυτό είναι σημαντικό, εξασφαλίζει βιωσιμότητα τουλάχιστον μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα, λαμβάνουμε πολύ σοβαρά υπόψη αφενός τη δέσμευση του πολιτικού συστήματος της χώρας να συνεχίσει στον δρόμο των μεταρρυθμίσεων και της δημοσιονομικής σταθερότητας, αλλά και τη δέσμευση των εταίρων μας από το Eurogroup ότι θα ληφθούν περαιτέρω μέτρα το 2032 για περαιτέρω ελάφρυνση του χρέους, εάν αυτό θεωρηθεί σκόπιμο», συνέχισε ο διοικητής της ΤτΕ.
Είπε επίσης ότι η Έκθεση τονίζει από τη μία πλευρά ότι «στα οκτώ χρόνια των προγραμμάτων και παρά τις ποικίλες οπισθοδρομήσεις διορθώθηκαν μεγάλες ανισορροπίες, τα μεγάλα ελλείμματα, τα δημοσιονομικά αλλά και τα ελλείμματα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών. Μέτρα για το τραπεζικό σύστημα έχουν ληφθεί, το έχουν κάνει πολύ πιο υγιές απ’ ότι ήταν στο παρελθόν και με πολύ καλύτερη εταιρική διακυβέρνηση».
Από την άλλα πλευρά, ωστόσο, όπως είπε ο κ. Στουρνάρας, η έκθεση τονίζει πως «παραμένει ακόμα μακρύς δρόμος. Το χρέος είναι μεν βιώσιμο αλλά παραμένει πολύ μεγάλο και πηγή επισφαλειών. Υπάρχει ένα μεγάλο απόθεμα μη εξυπηρετούμενων δανείων που εμποδίζει τις τράπεζες να δώσουν τα δάνεια που θα επιθυμούσαν. Η ανεργία επίσης είναι ακόμα υψηλή παρά τη μείωσή της και για μας αυτή είναι η μεγαλύτερη πηγή φτώχειας. Και τέλος, υπάρχει ένα μεγάλο επενδυτικό κενό το οποίο βραχυπρόθεσμα και μεσοπρόθεσμα μπορεί να καλυφθεί μόνο από άμεσες ξένες επενδύσεις, άρα λοιπόν δίνει ένα περίγραμμα για το πώς πρέπει να κινηθεί η οικονομική πολιτική στο μέλλον».
«Τονίζω όμως ότι η προοπτική που η έκθεση δίνει είναι αισιόδοξη», συμπλήρωσε ο κ. Στουρνάρας. Επεσήμανε, δε, απαντώντας σε σχετική αναφορά του κ. Βούτση, πως πράγματι έγιναν σημαντικά λάθη στο παρελθόν από τους εταίρους, σημαντικά λάθη, ωστόσο όπως πρόσθεσε «τα σημαντικότερα λάθη έχουν γίνει από εμάς». Επανέλαβε εξάλλου ότι «δεν πρέπει να επαναλάβουμε με τίποτα τα λάθη της οικονομικής πολιτικής που έγιναν, τόσο στο απώτερο, όσο και στο εγγύτερο παρελθόν».
Από την πλευρά του ο Πρόεδρος της Βουλής χαρακτήρισε ορόσημο για τη χώρα τη συγκεκριμένη στιγμή της εξόδου από το πρόγραμμα, ενώ εξέφρασε την εκτίμηση ότι «ο δημοσιονομικός χώρος ο οποίος δημιουργείται και η νέα εποχή μετά τον Αύγουστο θα προσφέρει πολύ ικανό ορίζοντα για να ασκηθούν πολιτικές ακριβώς προς την ίδια κατεύθυνση, πέραν και του ζητήματος που σωστά θέτετε της απασχόλησης και της ανεργίας, το οποίο είναι μείζον, για την άσκηση πολιτικών υπέρ της κοινωνίας και για αναδιανομή και περαιτέρω ανάπτυξη».