Οι εκλογές στην Τουρκία, οι οποίες θα σηματοδοτήσουν τη μετάβαση στο προεδρικό πολιτικό σύστημα, προκαλούν ανησυχία στις αγορές για επιμονή στην ανορθόδοξη οικονομική πολιτική ενός ενδεχομένως ενισχυμένου Ερντογάν. Αν και το αποτέλεσμα δεν θα επηρεάσει ιδιαίτερα τις βραχυπρόθεσμες προοπτικές, με την ανάπτυξη να κατεβάζει αισθητά ταχύτητα τους επόμενους μήνες, ανεξάρτητα από το ποσοστό του Ερντογάν, έχει σημασία να δούμε ποιος θα είναι ο μεσοπρόθεσμος αντίκτυπος.
Τα όσα διακυβεύονται στην τουρκική κάλπη για την οικονομία και τις αγορές επιχειρεί να να εξετάσει σε έκθεσή της η Capital Economics, η οποία και εκτιμά ότι δεν θα έχουμε θρίαμβο Ερντογάν από τον πρώτο γύρο, αλλά η εκλογική αναμέτρηση θα κριθεί στον δεύτερο.
Όπως θυμίζουν οι αναλυτές της εταιρείας, παραδοσιακά η νίκη του Ερντογάν και του κόμματός του AKP ήταν καλοδεχούμενη εξέλιξη για τις αγορές, που την ερμήνευαν ως ένδειξη πολιτικής σταθερότητας. «Οι ανησυχίες ωστόσο για την ανόρθοδοξη κατεύθυνση στην οποία πιέζει την οικονομική πολιτική ο Τούρκος πρόεδρος έχουν ενταθεί τους τελευταίους μήνες, κάτι που σημαίνει ότι αυτή τη φορά ενδεχομένως να μην δούμε την ίδια θετική αντίδραση».
Οι βραχυπρόθεσμες πιέσεις Πέραν της απότομης επιβράδυνσης της οικονομίας τα επόμενα δύο τρίμηνα, η Capital Economics, υπολογίζει ότι το προσεχές διάστημα η λίρα, που έχει ήδη υποτιμηθεί 20% από τις αρχές του έτους, θα παραμείνει υπό πίεση οδηγώντας σε νέα αύξηση τον πληθωρισμό. Παράλληλα προειδοποιεί για αδυναμίες στον τραπεζικό τομέα, οι οποίες δεν αποκλείονται να επιδεινωθούν, αλλά και περαιτέρω διεύρυνση του ήδη φουσκωμένου ελλείμματος τρεχουσών συναλλαγών.
Και οι μακροπρόθεσμες απειλές
Δεν είναι μόνο οι εκλογές αυτές καθεαυτές, που ανησυχούν. Οι συνταγματικές αλλαγές, που έχει φροντίσει να περάσει ο Ερντογάν, πυροδοτούν φόβους για τον αυξημένο έλεγχο επί της δημοσιονομικής και νομισματικής πολιτικής, που θα έχει ο πρόεδρος. «Η διάβρωση της ανεξαρτησίας της κεντρικής τράπεζας, που προωθείται εδώ και περισσότερο από μία δεκαετία, θα συνεχιστεί ανεμπόδιστη» προειδοποιεί η Capital Economics.
Επισημαίνει επίσης ότι η υποβάθμιση της ποιότητας της πολιτικής θα οδηγήσει πιθανότατα σε αποδυνάμωση των επενδύσεων, αλλά και σε σημαντική επιδείνωση των δημοσιονομικών μεγεθών. Αξίζει να σημειωθεί ότι το δημοσιονομικό έλλειμμα την τελευταία δεκαετία ήταν κατά μέσο όρο 2,3% του ΑΕΠ , ενώ το δημόσιο χρέος παρέμεινε σε εξαιρετικά χαμηλά επίπεδα, κοντά στο 30% του ΑΕΠ. Η ισχυρή αυτή δημοσιονομική εικόνα, θα μπορούσε να ανατραπεί εάν ο Ερντογάν επιμείνει στο δρόμο, που χαράσσει τον τελευταίο χρόνο.
Πηγή σοβαρής ανησυχίας αποτελεί και η ταχύτατη πιστωτική επέκταση, για την οποία οι ειδικοί προειδοποιούν εδώ και χρόνια. Μία χαλαρή νομισματική πολιτική θα φουσκώσει περαιτέρω τη μόχλευση του ιδιωτικού τομέα, με αποτέλεσμα να αυξηθεί πιθανότατα ο όγκος των κόκκινων δανείων, αλλά και να αναγκαστούν οι τράπεζες τελικά σε πολύ πιο αυστηρούς όρους χορήγησης δανείων.
naftemporiki.gr