Επιμένει στην πρότασή του για μία προληπτική πιστωτική γραμμή μέτα την έξοδο της Ελλάδας από το πρόγραμμα ο Γιάννης Στουρνάρας. Ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας υπογραμμίζει ότι η γραμμή βοηθά μία χώρα να ανακτήσει επιτυχώς την πρόσβαση στις αγορές, ακόμη και εάν δεν γίνει χρήση της. Υπενθυμίζει δε ότι μόνο έτσι θα είναι αποδεκτά τα ελληνικά ομόλογα από την ΕΚΤ ως εξασφαλίσεις για την αναχρηματοδότηση των ελληνικών τραπεζών.
Σε συνέντευξή του στην ιαπωνική εφημερίδα Nikkei, ο κ .Στουρνάρας θυμίζει ότι οι αγορές ομολόγων του ευρωπαϊκού Νότου χαρακτηρίζονται από υψηλή μεταβλητότητα μετά τις πολιτικές εξελίξεις στην Ιταλία. Σημειώνει δε πως παρά την αναμφίβολη πρόοδο της οικονομίας και των δημοσιονομικών εξακολουθούν να υπάρχουν σοβαρές αδυναμίες, όπως το πολύ υψηλό δημόσιο χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ και το γεγονός ότι τα ελληνικά κρατικά ομόλογα εξακολουθούν να υπολείπονται κατά πέντε βαθμίδες από την επενδυτική διαβάθμιση.
«Προκειμένου να διευκολύνει την πρόσβαση στην αγορά ομολόγων, η ελληνική κυβέρνηση αποφάσισε το σχηματισμό ενός εγχώριου ταμειακού αποθέματος ασφαλείας (cash buffer) με πόρους του ESM (του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας), περιορισμένες εκδόσεις ομολόγων στο εξωτερικό, όπως επίσης και συμφωνίες επαναγοράς (repos) με εγχώριους φορείς. Το απόθεμα αυτό είναι ένα χρήσιμο εργαλείο το οποίο μπορεί να βοηθήσει την Ελλάδα να αντλήσει χρηματοδότηση από τις χρηματοπιστωτικές αγορές μετά τη λήξη του προγράμματος. Η Τράπεζα της Ελλάδος έχει προτείνει ότι θα ήταν επίσης συνετό να ζητηθεί προληπτική πιστωτική γραμμή από τον ESM» τονίζει ο κεντρικός τραπεζίτης.
Επικαλείται δε το παράδειγμα του Μεξικού και της Πολωνίας. «Είχαν ευέλικτη πιστωτική γραμμή από το ΔΝΤ, κατόρθωσαν να προσφύγουν επιτυχώς στις χρηματοπιστωτικές αγορές χωρίς καν να κάνουν χρήση της πιστωτικής γραμμής. Το γεγονός και μόνο ότι διέθεταν την ευέλικτη πιστωτική γραμμή τις βοήθησε να βγουν στις αγορές» αναφέρει, εξηγώντας ότι «αυτοί είναι μόνο κάποιοι από τους λόγους για τους οποίους η Τράπεζα της Ελλάδος επισημαίνει ότι η προληπτική πιστωτική γραμμή είναι άλλο ένα χρήσιμο εργαλείο υπό τις παρούσες συνθήκες».
Ωστόσο ξεκαθαρίζει ότι «αυτή την απόφαση θα πρέπει να τη λάβει η ελληνική κυβέρνηση. Τα δύο εργαλεία (ταμειακό απόθεμα ασφαλείας και προληπτική πιστωτική γραμμή) δεν θα πρέπει να θεωρούνται αμοιβαίως αποκλειόμενα, αλλά συμπληρωματικά».
Όσον αφορά στο waiver, που θα εξασφαλιζόταν για τα κρατικά ομόλογα, σημειώνει ότι πέραν του γεγονός ότι θα βοηθήσει τις τράπεζες, «θα μειώσει και το κόστος δανεισμού του κράτους, διότι τα ελληνικά κρατικά ομόλογα θα μπορούν να συμμετέχουν στο πρόγραμμα αγοράς τίτλων του δημόσιου τομέα (PSPP) της ΕΚΤ, υπό την προϋπόθεση φυσικά ότι διασφαλίζεται η βιωσιμότητα του δημόσιου χρέους μέσω των κατάλληλων αποφάσεων του Eurogroup για την ελάφρυνση του χρέους».
Ο τραπεζικός τομέας
«Τα αποτελέσματα (των stress tests) και για τις τέσσερις συστημικές ελληνικές τράπεζες δεν επιφύλασσαν αρνητικές εκπλήξεις υπό το δυσμενές σενάριο» παρατηρεί ο κ .Στουρνάρας. «Όμως, λόγω του υψηλού δείκτη μη εξυπηρετούμενων δανείων που μας κληροδότησε η κρίση, εξακολουθούμε να είμαστε προσεκτικοί και συνετοί και έχουμε καθορίσει για τις τράπεζες φιλόδοξους στόχους, ώστε να επιτευχθεί σημαντική μείωση του δείκτη έως το τέλος του 2019» συμπληρώνει.
Κινητήριος δύναμη της οικονομίας
Κληθείς να εξηγήσει τι δύναμη αυτή τη στιγμή ώθηση στην ανάπτυξη αναφέρει: «Από την πλευρά της ζήτησης, είναι κυρίως οι επενδύσεις, αλλά και οι εξαγωγές. Από την πλευρά της προσφοράς, η ελληνική οικονομία έχει σημαντικά συγκριτικά πλεονεκτήματα. Ο τουρισμός, η μεταποίηση και η βιομηχανική παραγωγή εμφανίζουν πλέον καλές επιδόσεις».
Προσθέτει, ωστόσο, πως το γεγονός ότι το ποσοστό ανεργίας παραμένει υψηλό και η οικονομία λειτουργεί σε επίπεδο αρκετά κάτω από τις παραγωγικές της δυνατότητες υποδηλώνει ότι έχουμε ακόμη πολύ δρόμο μέχρι να φθάσουμε σε συνθήκες στενότητας παραγωγικού δυναμικού ή πλήρους απασχόλησης.
«Με άλλα λόγια, η ελληνική οικονομία μπορεί να αναπτύσσεται επί σειρά ετών με ρυθμούς ταχύτερους από την υποκείμενη τάση. Για να συμβεί όμως αυτό, η μεταρρυθμιστική προσπάθεια θα πρέπει να συνεχιστεί αμείωτη και μετά την ολοκλήρωση του προγράμματος χρηματοδοτικής στήριξης» τονίζει.
Εξωτερικοί κίνδυνοι
«Θεωρούμε ότι η άνοδος του προστατευτισμού είναι μια προοπτική που συνεπάγεται κινδύνους τόσο σε παγκόσμιο επίπεδο όσο και για την ελληνική οικονομία. Καθώς η Ελλάδα είναι μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τα ελληνικά αγροτικά προϊόντα, για παράδειγμα, ενδέχεται να επηρεαστούν. Άλλοι τομείς ίσως επηρεαστούν ακόμη περισσότερο» αναφέρει και προειδοποιεί; «Ένας εμπορικός πόλεμος θα μειώσει τις εμπορικές συναλλαγές και την ευημερία. Και θα έχει αρνητικό αντίκτυπο στην ανάπτυξη διεθνώς».
naftemporiki.gr