Από την έντυπη έκδοση
Του Νίκου Μπέλλου
[email protected]
Πολιτική συμφωνία για τη μείωση του κινδύνου στον τραπεζικό τομέα επιτεύχθηκε μεταξύ των κρατών-μελών της Ε.Ε., ενώ μέσα στο επόμενο διάστημα μόλις η Ευρωβουλή καθορίσει τις θέσεις της θα ξεκινήσουν διαβουλεύσεις μεταξύ των δύο θεσμικών οργάνων στο πλαίσιο της διαδικασίας συναπόφασης. Η μείωση των κινδύνων στον τραπεζικό τομέα αποτελεί πάγια θέση των χωρών του βορρά της Ευρωζώνης, προκειμένου να δεχθεί την πρόταση της Κομισιόν για την εισαγωγή του ευρωπαϊκού συστήματος εγγύησης των καταθέσεων.
Οι οδηγίες και κανονισμοί που συμφωνήθηκαν για τη μείωση των κινδύνων ικανοποιούν τη μια προϋπόθεση που έχουν θέσει οι χώρες του βορρά με επικεφαλής το Βερολίνο, ενώ η άλλη είναι η μείωση του αριθμού των μη εξυπηρετούμενων δανείων (ΜΕΔ) στον νότο της Ευρωζώνης.
Αναφορικά με την πολιτική συμφωνία στο Συμβούλιο για τη μείωση των κινδύνων στον τραπεζικό τομέα, περιλαμβάνει δέσμη μέτρων που έχουν ως στόχο να θέσουν σε εφαρμογή τις μεταρρυθμίσεις που συμφωνήθηκαν σε διεθνές επίπεδο μετά τη χρηματοπιστωτική κρίση του 2007-2008. Οι προτάσεις υποβλήθηκαν τον Νοέμβριο του 2016 και περιλαμβάνουν στοιχεία που συμφωνήθηκαν από την επιτροπή της Βασιλείας για την τραπεζική εποπτεία και το Συμβούλιο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΣΧΣ).
Με την ενίσχυση των υφιστάμενων κανόνων της Ε.Ε. επιδιώκεται να διασφαλιστεί ότι τα προβλήματα που εκκρεμούν αναφορικά με τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα αντιμετωπίζονται σωστά.
Ειδικότερα, η δέσμη μέτρων που συμφωνήθηκε από το Συμβούλιο περιλαμβάνει δύο κανονισμούς και δύο οδηγίες, που αφορούν:
* τις κεφαλαιακές απαιτήσεις των τραπεζών (τροποποιήσεις του κανονισμού 575/2013 και της οδηγίας 2013/36/ΕΕ),
* την ανάκαμψη και εξυγίανση προβληματικών τραπεζών (τροποποιήσεις της οδηγίας 2014/59/ΕΕ και του κανονισμού 806/2014).
Οι προτάσεις σχετικά με τις κεφαλαιακές απαιτήσεις των τραπεζών περιλαμβάνουν έναν δεσμευτικό δείκτη μόχλευσης που θα αποτρέπει τις τράπεζες από την υπερβολική αύξηση της μόχλευσης και έναν δεσμευτικό δείκτη καθαρής, σταθερής χρηματοδότησης.
Με τον τρόπο αυτό ενισχύουν τις ευαίσθητες σε κινδύνους κεφαλαιακές απαιτήσεις για τις τράπεζες οι οποίες συναλλάσσονται σε μεγάλο βαθμό με κινητές αξίες και παράγωγα μέσα. Επίσης, απαιτούν από τα παγκόσμια συστημικώς σημαντικά ιδρύματα («G-SII») να διαθέτουν μεγαλύτερη ικανότητα απορρόφησης των ζημιών και ανακεφαλαιοποίησης σε περίπτωση εξυγίανσης.
Οι προτάσεις σχετικά με την ανάκαμψη και εξυγίανση των τραπεζών εφαρμόζουν το πρότυπο του Συμβουλίου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΣΧΣ) του Νοεμβρίου 2015 σχετικά με τη «συνολική ικανότητα απορρόφησης ζημιών» (TLAC).
Ενσωματώνουν την απαίτηση TLAC στους κοινοτικούς κανόνες των «ελάχιστων απαιτήσεων ιδίων κεφαλαίων και επιλέξιμων υποχρεώσεων» (MREL). Ενώ το πρότυπο TLAC καθορίζει απαιτήσεις σχετικά με τα G-SII μόνο, οι MREL καλύπτουν το σύνολο του τραπεζικού κλάδου της Ε.Ε. Με τις προτάσεις αντιμετωπίζεται η εν λόγω διαφορά καθώς και άλλες διαφορές μεταξύ των δύο.
Η συμφωνία περιλαμβάνει επίσης και άλλα ζητήματα, που είναι τα εξής:
* Εξεύρεση λύσης για το απαιτούμενο επίπεδο και την ποιότητα των υποχρεώσεων μειωμένης διασφάλισης στην περίπτωση παγκόσμιων συστημικώς σημαντικών ιδρυμάτων (G-SII) ή άλλων τραπεζών που θα μπορούσαν να αποτελέσουν συστημικό κίνδυνο για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα.
* Εφαρμογή των νέων κεφαλαιακών απαιτήσεων κινδύνου αγοράς, σύμφωνα με τη «ριζική αναθεώρηση του χαρτοφυλακίου συναλλαγών» της επιτροπής της Βασιλείας.
* Προσαρμοσμένη μεθοδολογία για τον υπολογισμό της «βαθμολογίας» των G-SII.
Σε σχέση με τα εναπομείναντα ζητήματα για την Τραπεζική Ένωση, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο πρόκειται να εξετάσει στην προσεχή σύνοδό του (28-29 Ιουνίου) την πρόοδο που έχει επιτευχθεί μέχρι στιγμής όσον αφορά τη μείωση των κινδύνων στον τραπεζικό τομέα της Ε.Ε. και ενδεχομένως να αποφασίσει σχετικά με συγκεκριμένα βήματα που θα πρέπει να πραγματοποιηθούν.
Όπως είναι γνωστό το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο είχε συμφωνήσει πολιτικά τον Ιούνιο του 2016 ότι:
* σύμφωνα με τα μέτρα για τον περιορισμό των κινδύνων, μπορεί να αποφασιστεί η δημιουργία ενός κοινού μηχανισμού ασφαλείας στο ενιαίο ταμείο εξυγίανσης της Ε.Ε. για τις προβληματικές τράπεζες, πριν από το 2024,
* οι διαπραγματεύσεις σχετικά με την πρόταση για ευρωπαϊκό σύστημα εγγύησης των καταθέσεων για τις τράπεζες θα ξεκινήσουν μόλις θα έχει επιτευχθεί επαρκής πρόοδος όσον αφορά τη μείωση των κινδύνων.
Οι εμπειρογνώμονες των κρατών-μελών έχουν εν τω μεταξύ επεξεργαστεί ενδεχόμενο κατάλογο κριτηρίων ή δεικτών για τη μέτρηση της προόδου όσον αφορά τη μείωση των κινδύνων στον τραπεζικό τομέα. Στις Βρυξέλλες επικρατεί συγκρατημένη αισιοδοξία ότι μετά τις παραπάνω αποφάσεις και τη βελτίωση της κατάστασης σε σχέση με τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια, οι Ευρωπαίοι ηγέτες θα μπορούσαν στην προσεχή Σύνοδο Κορυφής τον επόμενο μήνα να κάνουν ένα σημαντικό βήμα προς την κατεύθυνση της εγγύησης των καταθέσεων. Ο μόνος ανασταλτικός παράγοντας πλέον είναι οι αρνητικές πολιτικές εξελίξεις στην Ιταλία, οι οποίες θα μπορούσαν να κάνουν διστακτικές τη Γερμανία και άλλες χώρες, πάντα του βορρά, μέχρι να ξεκαθαρίσει η κατάσταση.
Η Τραπεζική Ένωση έχει ως στόχο να τοποθετήσει τον τραπεζικό τομέα της Ευρώπης σε υγιέστερη βάση, εξασφαλίζοντας ταυτόχρονα ότι οι μη βιώσιμες τράπεζες θα εξυγιαίνονται χωρίς να χρησιμοποιούνται χρήματα των φορολογουμένων. Η Τραπεζική Ένωση άρχισε να λειτουργεί το 2012 για να αντιμετωπιστεί το δίπολο τραπεζών-κρατών στην Ευρώπη και συνίσταται σε μεταβίβαση της ευθύνης στο επίπεδο της Ε.Ε. Επί του παρόντος, η Τραπεζική Ένωση περιλαμβάνει τις 19 χώρες της Ευρωζώνης, με άλλα 7 κράτη-μέλη να έχουν δηλώσει επίσης την πρόθεσή τους να προσχωρήσουν σε αυτήν. Σύμφωνα με τη βουλγαρική προεδρία, η πολιτική συμφωνία για τη δέσμη τραπεζικών μέτρων θα επιτρέψει την επίτευξη προόδου σε άλλα στοιχεία της Τραπεζικής Ένωσης, ενώ στέλνει θετικό μήνυμα και στην αγορά.