ΟΛΟΙ οι δανειολήπτες πρέπει να υπάγονται στην ευνοϊκή ρύθμιση ληξιπρόθεσμων χρεών για πέντε έως επτά χρόνια, ανεξάρτητα από το ύψος της οφειλής τους.
Αυτό έκρινε το Πρωτοδικείο Αθηνών, «μπλοκάροντας» τους πλειστηριασμούς ακινήτων από τράπεζες, όσο διαρκεί η διαδικασία επαναπροσδιορισμού των ληξιπρόθεσμων οφειλών των δανειοληπτών.
Με τη δικαστική απόφαση, καθίσταται σαφές ότι από τις ευεργετικές διατάξεις του σχετικού νόμου για την αναστολή των πλειστηριασμών δεν μπορούν να αποκλείονται οι οφειλέτες που τα χρέη τους δεν υπερβαίνουν το «τριπλάσιο του ληφθέντος δανείου», όπως συνέβη στη συγκεκριμένη περίπτωση που απασχόλησε το Πρωτοδικείο.
Και υπογραμμίζεται ότι «τα πιστωτικά ιδρύματα οφείλουν να αναπροσαρμόσουν το ύψος των απαιτήσεών τους κατά τέτοιο τρόπο, ώστε να μην υπερβαίνει το τριπλάσιο του ληφθέντος δανείου, επιπλέον να μην προχωρήσουν στην έναρξη διαδικασιών αναγκαστικής εκτέλεσης για την είσπραξή τους, εφόσον εκκρεμεί η αίτηση για συνομολόγηση της ρύθμισης».
Ειδικότερα, με την απόφασή του δικαστηρίου, απαγορεύτηκε σε τράπεζα να προχωρήσει στον πλειστηριασμό ακινήτου, καθώς βρίσκονταν σε εξέλιξη οι προβλεπόμενες από τον νόμο διαδικασίες για τον επαναπροσδιορισμό των ληξιπρόθεσμων οφειλών από στεγαστικό δάνειο.
Η δανειολήπτρια είχε εγκαίρως ζητήσει από την τράπεζα να υπαχθεί στην ευνοϊκή ρύθμιση, οι υπεύθυνοι όμως, κατά παράβαση του νόμου - σύμφωνα με το δικαστήριο - προχώρησαν στον πλειστηριασμό. Και τούτο, με την αιτιολογία ότι η αιτούσα δεν μπορεί να υπαχθεί στις διατάξεις του νέου νόμου, δεδομένου ότι «η συνολική της οφειλή δεν υπερβαίνει το τριπλάσιο του ληφθέντος δανείου».
Σημειώνεται ότι η απόφαση για τον πλειστηριασμό κοινοποιήθηκε στη δανειολήπτρια, ορίζοντας ως ημερομηνία της την 1η Δεκεμβρίου 2004, παρότι με νόμο είχαν ανασταλεί όλες οι αναγκαστικές εκτελέσεις μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2004.