«Άλμα» της τιμής αλουμινίου μετά τους τριγμούς στη Rusal

Κάνει πίσω η Glencore λόγω των κυρώσεων ΗΠΑ στη Ρωσία - Αναταραχή στις αγορές
Τετάρτη, 11 Απριλίου 2018 18:58
REUTERS/ILYA NAYMUSHIN

Από την έντυπη έκδοση

Της Έφης Τριήρη
[email protected]

Oι αμερικανικές κυρώσεις κατά της Ρωσίας γίνονται ολοένα και πιο αισθητές στο ρωσικό επιχειρείν, με τον ρωσικό παραγωγό αλουμινίου United Co. Rusal να δέχεται τo πρώτο ρήγμα στη συνεργασία του με τη Glencore, τη μεγαλύτερη στον κόσμο εταιρεία εμπορίας εμπορευμάτων με έδρα την Ελβετία. Τα προβλήματα της Rusal επιδεινώθηκαν ακόμη περισσότερο χθες από τη στιγμή που η Glencore αποφάσισε να χαλαρώσει τις σχέσεις της με τον Ρώσο μεγιστάνα στον χώρο αλουμινίου, τον Ολεγκ Ντερίπασκα, αφότου η Ουάσιγκτον επέβαλε αυστηρές κυρώσεις κατά της επιχειρηματικής «αυτοκρατορίας» του.

Η Glencore δεν θα προχωρήσει στο σχέδιό της για ανταλλαγή μετοχικού μεριδίου 8,75% που διαθέτει στη Rusal με αντάλλαγμα μετοχές σε μία άλλη επιχείρηση του κ. Ντερίπασκα, την En+Group που εδρεύει στο Λονδίνο. Επίσης, ο διευθύνων σύμβουλος της Glencore Ιβάν Γκλάσενμπεργκ, παραιτήθηκε από το αξίωμά του ως διευθυντής της Rusal. Ο κ. Ντερίπασκα, δισεκατομμυριούχος Ρώσος ολιγάρχης και στενός συνεργάτης του Ρώσου προέδρου Βλαντιμίρ Πούτιν, βρέθηκε στο στόχαστρο της έρευνας του Αμερικανού γενικού εισαγγελέα Ρόμπερτ Μιούλερ σχετικά με τις κατηγορίες για ανάμειξη της Μόσχας στις προεδρικές εκλογές του 2016 στις ΗΠΑ.

Η επιβολή κυρώσεων στον κ. Ντερίπασκα, μεταξύ άλλων Ρώσων επιχειρηματιών και αξιωματούχων, σημαίνει «πάγωμα» των λογαριασμών που έχει η εταιρεία του στις ΗΠΑ καθώς και απαγόρευση οιασδήποτε επιχειρηματικής δραστηριότητας με αμερικανικές επιχειρήσεις. Aκόμη χειρότερα, η Glencore, σε μία ένδειξη ότι η επιβολή κυρώσεων θα συνεχίσει να έχει αντίκτυπο στην παγκόσμια αγορά εμπορευμάτων, ανακοίνωσε ότι θα επανεξετάσει και άλλα συμβόλαια που έχει συνάψει με τη Rusal. Η Glencore έχει υπογράψει πολυετές συμβόλαιο για την αγορά αλουμινίου από τη Rusal στο πλαίσιο συμφωνίας 2,4 δισ. δολ. που είχε συνάψει το 2017. Σημειώνεται ότι η Glencore ελέγχει μερίδιο 8,75% στη Rusal, η οποία παράγει το 7% της παγκόσμιας προσφοράς αλουμινίου, ενώ αποτελεί το μεγαλύτερο αγοραστή αλουμινίου της. Η Rusal παρήγαγε πέρυσι 3,7 εκατ. τόνους αλουμινίου, ενώ οι εξαγωγές της προς τις ΗΠΑ αντιπροσωπεύουν περίπου 10% της παραγωγής της. Στο μεταξύ και η Rio Tinto επανεξετάζει τις συμφωνίες της με τη Rusal.

Η μετοχή της Glencore είχε υποχωρήσει περισσότερο από 5% στη συνεδρίαση της Δευτέρας, ενώ η Rusal κατέγραφε απώλειες άνω του 40% την ίδια ημέρα -πρόκειται για τη μεγαλύτερη πτώση από το 2014- χάνοντας το ήμισυ της αξίας της στο χρηματιστήριο του Χονγκ Κονγκ. Προχθές, διεθνείς χρηματιστηριακοί οίκοι αποφάσισαν να διακόψουν τις αγορές αλουμινίου από τη Rusal καθώς οι αμερικανικές κυρώσεις στην Ρωσία προκάλεσαν έντονη αναταραχή στις αγορές εμπορευμάτων. 

Το Χρηματιστήριο Μετάλλων του Λονδίνου (LME) επέβαλε περιορισμούς στο αλουμίνιο της Rusal. Ο διευθύνων σύμβουλος του χρηματιστηρίου, Ματ Τσάμπερλεν, δήλωσε ότι θα ληφθούν μέτρα προκειμένου να παραμείνει το αλουμίνιο της Rusal, που διατηρείται και πωλείται από το LME, εκτός των αποθηκών του. 

Αναλυτές εκτιμούν τώρα ότι η Rusal ενδεχομένως να κηρύξει στάση πληρωμής του χρέους τους προς διεθνείς πιστωτές, εκτός και εάν λάβει κάποια βοήθεια από τη ρωσική κυβέρνηση. Κερδισμένο ωστόσο από όλη αυτή την ιστορία βγήκε το αλουμίνιο, η τιμή του οποίου εκτινάχθηκε σε υψηλό άνω των έξι εβδομάδων, καταγράφοντας την πιο παρατεταμένη περίοδο ανόδου από πέρυσι το Δεκέμβριο. Η παραίτηση του κ. Γκλάσενμπεργκ από το Δ.Σ. της Rusal δείχνει τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι ρωσικές επιχειρήσεις ως προς τη χρηματοδότησή τους από τη Δύση, αλλά και τις απρόβλεπτες συνέπειες που πιθανόν να έχει ο νέος γύρος κυρώσεων, γεγονός που πυροδοτεί ανησυχίες μεταξύ Ρώσων και ξένων επενδυτών ότι καμία πλέον ρωσική εταιρεία δεν είναι ασφαλής από μελλοντικές κυρώσεις. To ρούβλι έκανε βουτιά μεγαλύτερη του 3% για δεύτερη διαδοχική συνεδρίαση, εξέλιξη που αναμένεται να καταστήσει τις εισαγωγές πιο ακριβές. Την ίδια στιγμή, το ρωσικό υπουργείο Οικονομικών αναγκάστηκε να ακυρώσει προγραμματισμένη ομολογιακή έκδοση, μετά την εκτίναξη στα ύψη του κόστους δανεισμού. 

Οφέλη και για την ελληνική βιομηχανία

Έντονη κινητικότητα καταγράφεται τις τελευταίες ημέρες στο ταμπλό των μετάλλων, με το αλουμίνιο να έχει τον πρωταγωνιστικό ρόλο μετά και το ράλι τιμών που ξεκίνησε στο τέλος της προηγούμενης εβδομάδας. Οι κυρώσεις (περιορισμός συναλλαγών) από τις αμερικανικές αρχές στη ρωσική παραγωγό εταιρεία Rusal οδηγεί προς το παρόν την κούρσα ανόδου του αλουμινίου, προκαλώντας ισχυρές πιέσεις στην τιμή της συγκεκριμένης εταιρείας καθώς και των πελατών της εταιρειών και ευνοώντας από την άλλη πλευρά παραγωγούς εταιρείες αλουμινίου που προσδοκούν να ωφεληθούν από τη συγκεκριμένη εξέλιξη ανόδου των τιμών του μετάλλου. 

Αναφορικά τώρα με την επίδραση αυτής της εξέλιξης στις ελληνικές επιχειρήσεις του κλάδου ειδικά στον τομέα του πρωτόχυτου αλουμινίου, όπου ηγετική θέση κατέχει η Αλουμίνιο της Ελλάδας και δευτερευόντως στις υπόλοιπες εταιρείες του κλάδου, οι εκτιμήσεις είναι συγκρατημένες, αν και σε πρώτη ανάγνωση φαίνεται θετική για τη βιομηχανία της Δύσης. Όπως τονίζεται, υπάρχει όφελος που θα φανεί στην πορεία που θα ακολουθήσει η τιμή του αλουμινίου μακροπρόθεσμα. Μέχρι στιγμής δεν έχει γίνει ακόμα εκτενής ανάλυση για την Ευρώπη και πώς επηρεάζονται θετικά τα δυτικά εργοστάσια αλουμινίου και κατ’ επέκταση η Ελλάδα.

Επίσης, όπως επισημαίνουν οι άνθρωποι του χώρου, σημαντική παράμετρος αποτελεί ο μηχανισμός που διέπει τα συμβόλαια που έχουν γίνει μεταξύ των εταιρειών παραγωγών αλουμινίου και των εταιρειών πελατών τους, μιας και οι συγκεκριμένες παραγγελίες υλοποιούνται με συγκεκριμένο σχεδιασμό και σε βάθος χρόνου. Σύμφωνα με τη διεθνή πρακτική και με βάση τον μηχανισμό των συμβολαίων που έχει η κάθε εταιρεία, υπάρχει πρόβλεψη αντισταθμίσματος κόστους από τη μια πλευρά και από την άλλη υπάρχει πρόβλεψη οφέλους σε περίπτωση αύξησης τιμών του μετάλλου. Στο αλουμίνιο η παραγωγή μετάλλου στην Ελλάδα το 2016 ανήλθε στους 181.000 τόνους, οι πωλήσεις το 2015 ήταν στα 349 εκατ. ευρώ και οι εξαγωγές στα 258,1 εκατ. ευρώ.



Προτεινόμενα για εσάς





Σχολιασμένα