Πώς βγαίνει η Ελλάδα από το πρόγραμμα

Το επιτόκιο του Ελληνικού Δημοσίου - Τα παραδείγματα Ιρλανδίας, Πορτογαλίας, Κύπρου - Η σκληρή πραγματικότητα της επόμενης μέρας
Δευτέρα, 02 Απριλίου 2018 12:37
UPD:03/04/2018 10:52
REUTERS/YANNIS BEHRAKIS

Από την έντυπη έκδοση 

Του Βασίλη Κωστούλα
[email protected] 

Το επιτόκιο δανεισμού για το Ελληνικό Δημόσιο παραπέμπει σε εκείνα των υπόλοιπων χωρών όταν έβγαιναν από το πρόγραμμα, με την ειδοποιό διαφορά ότι αυτό διαμορφώνεται μέσα σε ένα ευνοϊκό περιβάλλον με ημερομηνία λήξης. Η καθήλωση της Ελλάδας στις διεθνείς κατατάξεις ανταγωνιστικότητας τεκμηριώνει την ανεπαρκή εφαρμογή διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, η οποία ναρκοθετεί τη μεσοπρόθεσμη προοπτική της οικονομίας χωρίς δίχτυ ασφαλείας. Οι πικρές αδυναμίες, αλλά και τα «τυχερά» του ελληνικού story. Ο ορατός κίνδυνος για τον φορολογούμενο και τα μέτρα «προφύλαξης» των Ευρωπαίων εταίρων.

Τα επιτόκια στο 10ετές ομόλογο 

Πέντε μήνες πριν από την έξοδο
Ιρλανδία     Αύγουστος 2013: 4,2% (με 1,8% της Γερμανίας)
Πορτογαλία     Ιανουάριος 2014: 5% (με 1,6% της Γερμανίας)
Κύπρος     Νοέμβριος 2015:  3,8% (με 0,4% της Γερμανίας)
Ελλάδα     Απρίλιος 2018: 3,9% (με 0,4% της Γερμανίας)


Τον μήνα κατά την έξοδο 
Ιρλανδία    Δεκέμβριος 2013: 3,4% (με 1,9% της Γερμανίας)
Πορτογαλία    Μάιος 2014: 3,6% (με 1,3% της Γερμανίας)
Κύπρος     Μάρτιος 2016: 3,9% (με 0,1% της Γερμανίας)
Ελλάδα     Αύγουστος 2018

Το ελληνικό επιτόκιο σήμερα, πέντε μήνες πριν από την ολοκλήρωση του προγράμματος, είναι σε πρώτη ανάγνωση συγκρίσιμο με τα επίπεδα των επιτοκίων της Ιρλανδίας, της Πορτογαλίας και της Κύπρου, επίσης πέντε μήνες πριν από την ολοκλήρωση των προγραμμάτων τους. Ωστόσο, το ελληνικό επιτόκιο διαμορφώνεται σήμερα μέσα σε ένα διαφορετικό διεθνές περιβάλλον, δεδομένου ότι οι κεντρικές τράπεζες της Ευρωζώνης, των ΗΠΑ, της Ιαπωνίας και της Βρετανίας έχουν «ρίξει» πλέον σωρευτικά με τα προγράμματα ποσοτικής χαλάρωσης περισσότερα από 10 τρισ. ευρώ στις αγορές. 

Το γεγονός αυτό αντικατοπτρίζεται κατ’ επέκταση στο εξαιρετικά χαμηλό επιτόκιο του γερμανικού δεκαετούς ομολόγου, που αποτελεί σημείο αναφοράς για τη διαμόρφωση των επιτοκίων στην Ευρωζώνη. Πέντε μήνες προτού βγει από το πρόγραμμα η Ιρλανδία ήταν 1,8%. Σήμερα είναι μόλις 0,5%. Συνεπώς, δεν μπορεί να συγκριθεί το 4%, με το οποίο δανειζόταν εκείνη την περίοδο η Ιρλανδία, με τα σημερινά επιτόκια του δεκαετούς ελληνικού ομολόγου. Το επιτόκιο αναφοράς ήταν τότε σαφώς υψηλότερο απ’ ό,τι σήμερα, διαμορφώνοντας μια εντελώς διαφορετική βάση για την αξιολόγηση των επιτοκίων δανεισμού της Ελλάδας (βλ. πίνακα).

Όμως το πρόβλημα δεν σταματά εκεί, καθώς η Ελλάδα θα βγει στις αγορές μετά τον Αύγουστο, δηλαδή σε ένα περιβάλλον υψηλότερων επιτοκίων, σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις. Πρώτον, διότι η ΕΚΤ αναμένεται να περιορίζει σταδιακά την προσφορά χρήματος αποκλιμακώνοντας το QE. Δεύτερον, λόγω των διαφαινόμενων επιπτώσεων στις αγορές από το ρίσκο που προκαλεί και συντηρεί ο προστατευτισμός των ΗΠΑ, όπως αυτός αποτυπώνεται στην πολιτική των δασμών.

Τα παραδείγματα των άλλων χωρών

  • ΙΡΛΑΝΔΙΑ 2010-2013
    Τρία χρόνια μετά το τέλος του δικού της προγράμματος, η Ιρλανδία ήταν η πιο γρήγορα αναπτυσσόμενη οικονομία στην Ε.Ε. Η χώρα είχε ζητήσει την αρωγή της Ευρωζώνης τον Νοέμβριο 2010, λόγω σοβαρών ζητημάτων στον τραπεζικό τομέα. Απελευθερώθηκε από το πρόγραμμα τον Δεκέμβριο 2013, αφού είχε μεσολαβήσει η έκδοση 5ετούς ομολόγου στις αγορές το 2012. Το 2014 απολάμβανε ανάπτυξη 8,5% του ΑΕΠ. Το 2016 η ανεργία είχε μειωθεί κάτω από το 8%. 
  • ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ 2011-2014
    Τον Απρίλιο 2011 η Πορτογαλία αιτήθηκε το δικό της «μνημόνιο», το οποίο τερμάτισε επιτυχώς τον Μάιο 2014. Εκτός από την εξάλειψη των ελλειμμάτων της, η χώρα πέτυχε τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας και την αύξηση των εξαγωγών της, σε ρυθμό πιο γρήγορο από τον μέσο όρο της Ευρωζώνης. Η κυβέρνηση Κόστα, η οποία ανέλαβε τα ηνία στο τέλος του 2015, άρχισε να αντιστρέφει ορισμένα από τα μέτρα που ανέλαβε υπό το πρόγραμμα του EFSF, μια διαδικασία την οποία οι πιστωτές παρακολουθούν στενά για ευνόητους λόγους.
  • ΚΥΠΡΟΣ 2013-2016
    Η Κύπρος υπέγραψε τη σύμβαση με τους θεσμικούς πιστωτές τον Μάρτιο 2013, διασφαλίζοντας ένα δανειακό πακέτο που αντιστοιχούσε περίπου στο μισό της οικονομίας της. Ακολούθησε η περιπέτεια του bail in στις τράπεζες αλλά και η επιτυχής έξοδος από το πρόγραμμα τον Μάρτιο 2016, η οποία συνοδεύεται από σταθερά θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης.  Η χώρα είχε ήδη ανακάμψει από το 2015. Το 2014 είχε επιστρέψει στην αγορά ομολόγων.

Υψηλότερα επιτόκια

Μιχάλης Γκλεζάκοςκαθηγητής Χρηματοοικονομικής στο Πανεπιστήμιο Πειραιά

«Την περίοδο που θα ακολουθήσει μετά τον ερχόμενο Αύγουστο, τα επιτόκια θα είναι όλο και υψηλότερα, καθώς ξεκίνησε ήδη η αποκλιμάκωση της προσφοράς χρήματος από τις κεντρικές τράπεζες και παράλληλα κάποιοι άλλοι παράγοντες, όπως η εξωτερική οικονομική πολιτική των ΗΠΑ, θα προκαλούν πρόσθετη αβεβαιότητα στις αγορές. Είναι κάτι που θα πρέπει οπωσδήποτε να ληφθεί υπ’ όψιν κατά την εκτίμηση των συνεπειών της ελληνικής εξόδου από το πρόγραμμα. Επιπλέον, δεν είναι σωστό να συγκρίνει κανείς τα ελληνικά spreads με τα αντίστοιχα των υπόλοιπων χωρών κατά την έξοδό τους από το πρόγραμμα, δεδομένου ότι το επίπεδο επιτοκίων είναι σήμερα πολύ χαμηλότερο από τότε. Για παράδειγμα, το επιτόκιο του γερμανικού 10ετούς, που λαμβάνεται ως σημείο αναφοράς, ήταν στις άλλες περιπτώσεις πολλαπλάσιο απ’ ό,τι σήμερα».

Η Ελλάδα τυχερή στην «ατυχία» της 
«Η Ευρωζώνη έχει καταβάλει μια άνευ προηγουμένου προσπάθεια να θέσει την ελληνική οικονομία ξανά σε τροχιά», σημειώνουν χαρακτηριστικά εκπρόσωποι των θεσμών στα διεθνή φόρα, τονίζοντας ότι τα δανειακά πακέτα του ESM και του EFSF είναι μακράν τα μεγαλύτερα ιστορικά και παγκοσμίως. Για την ακρίβεια, οι δύο θεσμοί κατέχουν το μισό ελληνικό χρέος. Αυτό είναι ίσως και το μοναδικό ευτύχημα στην ελληνική περίπτωση, δηλαδή το γεγονός ότι οι μεγαλύτεροι πιστωτές είναι οι εταίροι της χώρας στο κοινό νόμισμα. Στην πραγματικότητα, το ελληνικό χρέος ανήκει στα χέρια εκείνων που αποφασίζουν να βγει η χώρα από το πρόγραμμα. Σημειωτέον, το μέσο επιτόκιο των δανείων της Ελλάδας από τον ESM δεν υπερβαίνει το 1% και η μέση ωρίμανση του χρέους εκτείνεται στα 32 χρόνια.

Ενδογενείς αδυναμίες συντηρούν το ρίσκο
Η σχετική ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας, κατά βάση ωθούμενη από τον στρατηγικό σχεδιασμό του πυρήνα της Ευρωζώνης, απέχει μακράν από τις επιδόσεις μιας χώρας που επανέρχεται δυναμικά στο προσκήνιο έπειτα από χρόνια συμπίεσης. 

Το τραπεζικό σύστημα ακόμη δεν έχει απαλλαχθεί από τα capital controls και μάλιστα τα επικείμενα stress tests, υπό τη στενή παρακολούθηση του ΔΝΤ, θα είναι ένα κρίσιμο τεστ για την κεφαλαιακή επάρκεια των τραπεζών.

Η ελληνική οικονομία παραμένει μια «κλειστή» οικονομία, η οποία σύμφωνα με τον πιο ένθερμο υποστηρικτή του ελληνικού «success story», την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, είναι σε μεγάλο βαθμό ελεγχόμενη από κατεστημένα συμφέροντα τόσο στον δημόσιο όσο και στον ιδιωτικό τομέα.

Στον βαθμό που καταγράφηκε μια τόνωση των εξαγωγών, αυτή οφείλεται στη μείωση του εργατικού κόστους, παρά στη μεταφορά πόρων και καινοτομίας στον τομέα των διεθνώς εμπορεύσιμων προϊόντων και υπηρεσιών. Ενδεικτικά είναι τα πενιχρά αποτελέσματα και οι παλινωδίες στο πεδίο των ιδιωτικοποιήσεων. 

Κυρίως, όμως, οι διαδοχικές «μνημονιακές» κυβερνήσεις στην Ελλάδα κατά γενική ομολογία δεν ανέλαβαν την ιδιοκτησία των πολιτικών που εφαρμόστηκαν, σε πλήρη αντίθεση με ό,τι συνέβη στις υπόλοιπες χώρες της Ευρωζώνης που «αποφοίτησαν» από τα δικά τους προγράμματα. Το ευρύτερο πολιτικό κλίμα πόλωσης στην Ελλάδα συνιστά σταθερά ένα είδος ασύμμετρης απειλής για το οποιοδήποτε καλό σενάριο.  

Υπ’ αυτές τις συνθήκες, δεδομένου δηλαδή ότι η Ελλάδα δεν έχει κάνει μέχρι στιγμής την υπέρβαση ώστε να διαμορφώσει τις συνθήκες για ένα οικονομικό «μπουμ» έπειτα από σχεδόν μια 10ετία ύφεσης και στασιμότητας, η έξοδος από το πρόγραμμα χωρίς δίχτυ ασφαλείας απέναντι στις ιδιαιτέρως «προσεκτικές» κεφαλαιαγορές ενδεχομένως θα αυξήσει παρά θα μειώσει το λεγόμενο country risk. 

Η αυτοπροστασία των θεσμών 
Πάντως, το ρίσκο που αναλαμβάνει η Ευρωζώνη από την πλευρά της, σε μια δεύτερη ανάγνωση, δείχνει πλέον κάτι παραπάνω από διαχειρίσιμο, χάρη στην επιμελή προώθηση ενός αυτοματοποιημένου μηχανισμού ο οποίος θα περιορίζει τις συνέπειες σε ελληνικό έδαφος.

Συγκεκριμένα, αν η Ελλάδα μετά τον Αύγουστο 2018 εμφανίζει χαμηλές επιδόσεις, θα υπόκειται η ίδια και αποκλειστικά τις συνέπειες, καθώς η ενεργοποίηση του δημοσιονομικού κόφτη στο σενάριο της απόκλισης από τους στόχους σε πλεονάσματα και ανάπτυξη, θα δουλεύει στον αυτόματο. Εξάλλου, πριν ακόμη από την ολοκλήρωση του προγράμματος, θα τεθεί επιτακτικά η προοπτική ταυτόχρονης ενεργοποίησης -το 2019- των μέτρων σε συντάξεις και αφορολόγητο, τα οποία έχουν ήδη νομοθετηθεί, για τη διετία 2019-20. Άλλωστε, αν οι θεσμοί επιμείνουν στη δημιουργία αποθεματικού ύψους 20 δισ. ευρώ για την περίοδο μετά τη λήξη του προγράμματος, εκτιμάται ότι το Ελληνικό Δημόσιο μπορεί να καλύπτει τις ανάγκες εξυπηρέτησης του χρέους έως και το τέλος του 2019. Στην περίπτωση αυτή, θα πρόκειται για μια έξοδο από το πρόγραμμα η οποία στην πράξη και προσωρινά δεν θα είναι έξοδος στις αγορές.

Δεν θα πρέπει λοιπόν να προκαλούν εντύπωση οι τοποθετήσεις Ευρωπαίων αξιωματούχων, σύμφωνα με τις οποίες δεν φοβούνται πισωγύρισμα στην Ελλάδα διότι πολύ απλά «η διαδικασία ανήκει ήδη στους Έλληνες πολίτες και εκείνοι θα τη φέρουν εις πέρας». 

Το χρονοδιάγραμμα των «μνημονίων»

Ιρλανδία: Μπήκε το 2010, βγήκε το 2013

Πορτογαλία: Μπήκε το 2011, βγήκε το 2014

Κύπρος: Μπήκε το 2013, βγήκε το 2016

Ελλάδα: Μπήκε το 2010,  βγαίνει το 2018



Προτεινόμενα για εσάς





Σχολιασμένα