Από την έντυπη έκδοση
Του Λάμπρου Καραγεώργου
[email protected]
Αποφασισμένη να προχωρήσει σε αλλαγές σε ό,τι αφορά τους δείκτες της ναυλαγοράς χύδην ξηρού φορτίου και κυρίως του βασικού δείκτη του Baltic Dry Index (BDI) εμφανίστηκε χθες η διοίκηση του Baltic Exchange στο Λονδίνο. Όπως επισημαίνει σε σχετική ανακοίνωση, σε συνέχεια των διαβουλεύσεων με τα μέλη του το Baltic Exchange, θα εφαρμόσει τις αλλαγές από την 1η Μαρτίου 2018.
Ο BDI θα αναπροσαρμοστεί με βάση τα ακόλουθα δεδομένα: Κατά 40% θα προσμετρώνται δεδομένα των χρονοναυλώσεων από τα πλοία της κατηγορίας Capesize, 30% από τα πλοία της κατηγορίας Panamax και 30% από τα πλοία της κατηγορίας Supramax, ενώ δεν θα περιλαμβάνει πλέον δεδομένα χρονοναυλώσεων από πλοία της κατηγορίας Handysize.
Σχολιάζοντας τις τροποποιήσεις, ο διευθύνων σύμβουλος του Baltic Exchange, Mark Jackson, σημείωσε ότι το Baltic Exchange δημοσιεύει τον BDI σε διάφορες μορφές, όσον αφορά τη σύνθεσή του, από το 1985 όταν ξεκίνησε τη ζωή του ως Baltic Freight Index (BFI). Όπως κάθε γενικός δείκτης, η σύνθεσή του έχει αλλάξει με την πάροδο των ετών ώστε να αντικατοπτρίζει τις αλλαγές στην υποκείμενη φυσικά αγορά. Στην περίπτωσή μας, αυτό σημαίνει ότι πρέπει να διασφαλίσουμε ότι ο BDI αντικατοπτρίζει σε γενικές γραμμές τα μοντέλα του παγκόσμιου εμπορίου πλοίου μεταφοράς χύδην ξηρού φορτίου. Οι νέοι διορθωτικοί συντελεστές είναι απλώς η επόμενη φάση ανάπτυξης αυτής της διαδικασίας. Έχουμε ακούσει προσεκτικά τα σχόλια από τα μέλη του Baltic Exchange και στην πλειονότητά τους ήταν ενθουσιώδεις για τις αλλαγές και τις ευκαιρίες που προσφέρει η μεταβολή αυτή.
Ο Stefan Albertijn, πρόεδρος του Baltic Index Council (BIC), σχολίασε επιπλέον ότι με την πάροδο των ετών υπήρξε έντονο ενδιαφέρον από τη χρηματιστηριακή και τη χρηματοοικονομική κοινότητα για το trading του BDI. Είμαστε ενθουσιασμένοι, συνέχισε, από την προοπτική χρηματιστηριακών συναλλαγών που θα βασίζονται στο BDI και είμαστε σίγουροι ότι το BDI θα παραμείνει ένα ακριβές γενικό μέτρο της υγείας των αγορών χύδην ξηρού φορτίου.
Η διοίκηση του Baltic προχώρησε στις αλλαγές έπειτα από έρευνες που διεξήγαγε και αφορούσαν την πραγματική συμβολή της κάθε κατηγορίας πλοίου στο εμπόριο χύδην ξηρού φορτίου. Οι έρευνες κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι στην αγορά χύδην ξηρού φορτίου κατά 40% συμβάλλει η κατηγορία πλοίων Capesize, κατά 25% τα Panamax, κατά 25% τα Supramax και κατά 10% τα Handysize. Η ανάλυση αυτή βασίστηκε στη σύνθεση του στόλου, το ποσοστό απασχόλησής του, είτε κενού φορτίου είτε έμφορτου, σύμφωνα με τα δεδομένα που συλλέγονται από το σύστημα AIS (Αutomatic Ιdentification System).
Στην ανακοίνωση προστίθεται ότι σε ετήσια βάση θα εξετάζονται τυχόν διορθωτικές κινήσεις για το BDI. Η απόφαση να μη συμπεριληφθούν στον υπολογισμό του δείκτη τα πλοία της κατηγορίας Handysize δεν έχει καμία στατιστική διαφορά στον υπολογισμό του BDI, με βάση τους παραπάνω συντελεστές στάθμισης, προστίθεται στην ανακοίνωση. Πάντως, το Χρηματιστήριο του Baltic θα συνεχίσει να αναφέρει τον δείκτη Handysize μέχρι και τον Νοέμβριο, στο πλαίσιο της συνεχούς αναθεώρησης των δεικτών του, και ξεκίνησε την κατάρτιση ενός νέου δείκτη για τη συγκεκριμένη κατηγορία τον Handysize 38 (αφορά πλοία 38.200 dwt) που περιλαμβάνει χρονοναυλώσεις σε επτά «δρομολόγια» (routes).
Η μέχρι τώρα αποτύπωση του δείκτη των πλοίων Handysize αφορά πλοία 28.000 dwt που εκτελούν χρονοναυλώσεις σε έξι δρομολόγια. Επισημαίνεται ότι το Baltic Exchange ιδρύθηκε στα μέσα του 18ου αιώνα στο Λονδίνο με βασικά ιδρυτικά στελέχη και μετόχους τους Stephen Ralli και Michael Rodocanachi, οι οικογένειες των οποίων ανήκαν στη χιώτικη διασπορά. Σήμερα το Baltic Exchange αριθμεί περί τα 640 μέλη, ναυλομεσίτες (brokers) που διατηρούν ως έμβλημά τους την αρχή: «Ο λόγος μας συμβόλαιο» (Οur word our bond). Τον Νοέμβριο του 2016 εξαγοράσθηκε από το Χρηματιστήριο της Σιγκαπούρης (SGX).