Από την έντυπη έκδοση
Του Αντώνη Τσιμπλάκη
[email protected]
Με αντίπαλο το «χρονόμετρο» τρέχει η ελληνική πρόταση για τη διασύνδεση της χώρας με το υγροποιημένο φυσικό αέριο, ώστε να χρησιμοποιηθεί ως καύσιμο στη ναυτιλία. Πιο συγκεκριμένα, ο ελληνικός φάκελος, ο οποίος αναμένεται να περιλαμβάνει τέσσερα έργα, πρέπει να πάρει έγκριση από τρία υπουργεία (Οικονομίας, Ναυτιλίας και Μεταφορών) μέχρι το τέλος Φεβρουαρίου, ώστε στη συνέχεια να κατατεθεί στις Βρυξέλλες προκειμένου να επιδοτηθούν τα έργα.
Στο μεταξύ, αντίστοιχη προσπάθεια που πραγματοποιήθηκε προς τα τέλη του 2017 δεν προχώρησε, ενώ την ίδια περίοδο οι Ιταλοί με τη στήριξη της χώρας τους βγήκαν μπροστά και κέρδισαν το δικαίωμα να κατασκευάσουν ένα πλοίο εφοδιασμού καυσίμων με LNG (bunker) προκειμένου να ενισχύσουν τα λιμάνια τους.
Η ελληνική πρόταση
Σύμφωνα με τα τελευταία δεδομένα, στον φάκελο, που ετοιμάζεται και βασίζεται στις μελέτες των κοινοτικών προγραμμάτων Poseidon Med I και ΙΙ, εφόσον όλα κυλήσουν ομαλά, θα περιλαμβάνονται δύο ropax πλοία (ένα συν ένα). Τα πλοία αναμένεται να κοστίσουν περί των 80 με 90 εκατ. ευρώ το καθένα, ενώ η επιδότηση θα φτάνει το 20% σε ό,τι αφορά τις «πράσινες» τεχνολογίες που θα υιοθετήσουν τα δύο πλοία. Επίσης αναμένεται να περιλαμβάνει ένα πλοίο bunker, αξίας περίπου 40 εκατ. ευρώ, που θα λάβει επιδότηση 20% σε όλη την αξία του. Το έργο καταθέτει η ΔΕΠΑ, ενώ μπορεί να συμμετέχει και μια ναυτιλιακή εταιρεία.
Τέλος, ο φάκελος ενδέχεται να περιλαμβάνει και δύο έργα για την ξηρά. Πιο συγκεκριμένα, θα αφορά την ανάπτυξη υποδομών (πρατήρια) σε εθνικές οδούς για τη δημιουργία cng stations, με επιδότηση 30% επί του συνόλου του έργου, καθώς και τροποποίηση επιβατικών λεωφορείων προκειμένου να μπορούν να λειτουργήσουν με cng.
Αντίθετα, ο φάκελος δεν αναμένεται να περιέχει το σχέδιο της Δυτικής Ελλάδας, το οποίο δεν έχει προχωρήσει ακόμα παρά τις ενέργειες που έχουν γίνει από τη ΔΕΠΑ. Αν και έχει βρεθεί ο χώρος όπου θα κατασκευαστεί ο σταθμός LNG στο νέο λιμάνι της Πάτρας, από τον οποίο θα τροφοδοτείται η πόλη, καθώς και άλλες περιοχές της Πελοποννήσου, αλλά και τα πλοία, από το υπουργείο Περιβάλλοντος δεν έχουν εγκριθεί ακόμα οι περιβαλλοντικές άδειες. Κάτι που δεν αναμένεται να γίνει εντός του χρονοδιαγράμματος που υπάρχει.
Σήμερα στη ΔΕΣΦΑ και ειδικότερα στον σταθμό της Ρεβυθούσας μπορούν να φορτώνονται πλοία μεγαλύτερα των 20.000 κυβικών μέτρων. Σύμφωνα με τον σχεδιασμό, ως το τέλος του 2018 θα έχει προκηρυχθεί ο διαγωνισμός για την κατασκευή νέας προβλήτας δύο θέσεων που θα εξυπηρετεί αποκλειστικά τη φόρτωση πλοίων από 1.000 ως 20.000 κυβικά μέτρα, αλλά και για την προσθήκη νέου μικρού βραχίονα και πρόσθετης δέστρας, ώστε να μπορεί να γίνεται φόρτωση μικρών πλοίων και από την υπάρχουσα προβλήτα. Το δεύτερο αυτό έργο αναμένεται να είναι έτοιμο στις αρχές του 2020. Παράλληλα, στις αρχές του 2018 θα προκηρυχθεί ο διαγωνισμός για την κατασκευή του σταθμού πλήρωσης βυτιοφόρων με υγροποιημένο φυσικό αέριο που αναμένεται να λειτουργήσει το τελευταίο τρίμηνο του 2019. Έτσι, τα πρώτα πλοία που θα χρησιμοποιούν υγροποιημένο φυσικό αέριο για την κίνησή τους θα μπορούν να ανεφοδιαστούν από βυτιοφόρα.
Σταθμός FSRU στην Κύπρο
Στην Κύπρο, την τρίτη χώρα που μετείχε στο Poseidon (μαζί με Ελλάδα και Ιταλία), πήραν επιχορήγηση για την κατασκευή προβλήτας και ανάπτυξη ενός σταθμού FSRU, ώστε να έχει τη δυνατότητα να μετατρέπει το υγροποιημένο φυσικό αέριο σε αέριο.
Στον τομέα του φυσικού αερίου, η διευκόλυνση «Συνδέοντας την Ευρώπη» θα χρηματοδοτήσει έργα υποδομών σημαντικά για δύο νησιωτικά κράτη-μέλη, την Κύπρο και τη Μάλτα. Η εισαγωγή του φυσικού αερίου στην Κύπρο μέσω του έργου CyprusGas2EU (με χρηματοδότηση από την Ε.Ε. ύψους 101 εκατ. ευρώ) θα θέσει τέρμα στη σημερινή ενεργειακή απομόνωση του νησιού, θα φέρει διαφοροποίηση σε μια περιοχή όπου κυριαρχεί μια μόνο πηγή εφοδιασμού και θα συμβάλει στη μείωση της ατμοσφαιρικής ρύπανσης, καθώς η κατανάλωση ορυκτών καυσίμων θα αντικατασταθεί από την κατανάλωση αερίου. Επίσης, θα βελτιώσει την ενεργειακή ασφάλεια και την ανταγωνιστικότητα των τιμών. Το πρόγραμμα είναι αξίας άνω των 300 εκατ. ευρώ και αρχικά είχαν ζητήσει χρηματοδότηση ύψους 75%, αλλά τελικά η επιχορήγηση έφτασε το 30%.