Από την έντυπη έκδοση
Της Νατάσας Στασινού
[email protected]
Σε μείζονα πολιτική κρίση κινδυνεύει να εξελιχθεί στη Βρετανία η δεινή θέση της Carillion, εκ των κορυφαίων κατασκευαστικών της χώρας και εργολάβων του Δημοσίου. Σήμερα αναμένεται να γίνει γνωστό εάν η κυβέρνηση της Τερέζα Μέι θα προσφέρει χείρα βοηθείας ή θα αφήσει την επιχείρηση με τους 43.000 εργαζομένους παγκοσμίως να οδηγηθεί στον γκρεμό. Η αντιπολίτευση κατηγορεί τους Τόρις ότι συνέχισαν να προσφέρουν στην εταιρεία συμβόλαια, ενώ ήταν γνωστά τα προβλήματά της.
Σύμφωνα με πληροφορίες του BBC, η Carillion είχε μέσα στο Σαββατοκύριακο διαπραγματεύσεις με τις τράπεζες RBS, Barclays, HSBC, Lloyds και Santander, στις οποίες και οφείλει συνολικά 900 εκατ. στερλίνες (1,12 δισ. ευρώ). Πηγές με γνώση των διαπραγματεύσεων ανέφεραν στο βρετανικό δίκτυο ότι οι τράπεζες θα ήταν διατεθειμένες να δείξουν μεγαλύτερη επιείκεια, σε περίπτωση που η κυβέρνηση συμφωνήσει να προσφέρει στήριξη.
Έως και χθες το βράδυ η κυβέρνηση είχε αποφύγει να ανοίξει τα χαρτιά της, επισημαίνοντας μόνο ότι παρακολουθεί στενά τις εξελίξεις. Το Reuters μετέδωσε ότι το υπουργικό συμβούλιο εξέτασε διάφορες λύσεις, αλλά δεν ήταν σαφές ποια ακριβώς μορφή θα μπορούσε να λάβει μία κρατική παρέμβαση. Ρεπορτάζ στην κυριακάτικη έκδοση της «Mail» ήθελε τη διοίκηση της εταιρείας να ζητά από την κυβέρνηση 300 εκατ. στερλίνες, προκειμένου να παραμείνει εν ζωή έως τα τέλη του μήνα και να έχει τον χρόνο να χαράξει ένα μακροπρόθεσμο σχέδιο βιωσιμότητας. Το ρεπορτάζ ανέφερε ότι η Carillion ήδη λαμβάνει περισσότερο από 1 δισ. στερλίνες ετησίως «από χρήματα των φορολογούμενων πολιτών».
Προφανώς το ποσό αυτό αφορά τη συμμετοχή της σε μεγάλα projects του Δημοσίου. Διαχειρίζεται σχεδόν 900 σχολικά κτήρια ανά τη χώρα, έχει αναλάβει τη συντήρηση 50.000 κατοικιών για υπαλλήλους του υπουργείου Άμυνας, είναι ο δεύτερος μεγαλύτερος πάροχος υπηρεσιών συντήρησης του σιδηροδρομικού δικτύου, ενώ έχει συμβόλαια αξίας 200 εκατ. στερλινών για διαχείριση φυλακών. Έχει δραστηριότητες και σε αρκετές χώρες του εξωτερικού, όπου απασχολεί περισσότερους από 20.000 υπαλλήλους. Τα οικονομικά της προβλήματα πηγάζουν σε μεγάλο βαθμό από «ριψοκίνδυνες», όπως χαρακτηρίζονται από βρετανικά μέσα, συμβάσεις στο εξωτερικό και μεγάλες καθυστερήσεις στις πληρωμές από πελάτες της στη Μέση Ανατολή.
Πέραν των χρεών της στις τράπεζες, εμφανίζει «τρύπα» 587 εκατ. στερλινών στο συνταξιοδοτικό ταμείο της, γεγονός που ανεβάζει τις υποχρεώσεις της στο 1,5 δισ. στερλίνες. Τα εργατικά συνδικάτα κάλεσαν την κυβέρνηση να παρέμβει, αλλά είναι αμφίβολο εάν αυτό θα γίνει με απευθείας κεφαλαιακή ένεση. Πιο πιθανό θεωρείται ένα σενάριο παροχής εγγυήσεων για μέρος του χρέους της εταιρείας.
Μιλώντας στο BBC ο πρόεδρος των Τόρις Μπράντον Λιούις, αρνήθηκε να απαντήσει ευθέως εάν η κυβέρνηση προτίθεται να προωθήσει σχέδιο διάσωσης. «Η κυβέρνηση είναι σε επαγρύπνηση, προκειμένου να εξασφαλίσει ότι όλα τα σχέδια έκτακτης ανάγκης θα είναι έτοιμα για εφαρμογή, εάν χρειαστεί» δήλωσε. Πρόσθεσε δε ότι είναι ανεύθυνο να γίνονται ανεπισήμως διαρροές, καθώς πρόκειται για μια «πολύ ευαίσθητη κατάσταση».
Από την πλευρά του ο λόρδος Άντριου Άδωνις, στέλεχος των Εργατικών, εξαπέλυσε πυρά κατά της κυβέρνησης. Σε μήνυμα στον λογαριασμό του στο Twitter σχολίασε ότι πρέπει να απαντηθούν κρίσιμα ερωτήματα από την κυβέρνηση, καθώς συνέχιζε να κλείνει συμβάσεις με την Carillion για καιρό αφότου ήταν φανερά τα οικονομικά προβλήματά της. «Φαίνεται πως έχουμε ένα νέο σχέδιο από τον Γκρέιλινγκ» τόνισε. Το περασμένο καλοκαίρι ο υπουργός Μεταφορών Κρις Γκρέιλινγκ υπέγραψε συμβόλαιο με την Carillion για το σιδηροδρομικό δίκτυο, μία εβδομάδα αφότου η εταιρεία είχε εκδώσει προειδοποίηση για τα κέρδη της και ο διευθύνων σύμβουλός της είχε ανακοινώσει την αποχώρησή του.
Πέρυσι η εταιρεία εξέδωσε συνολικά τρεις προειδοποιήσεις για τα κέρδη της και προέβη σε απομείωση της αξίας των συμβολαίων της κατά 1 δισ. στερλίνες.Έως και τον Ιούλιο του 2017 η κεφαλαιοποίησή της προσέγγιζε το 1 δισ. στερλίνες. Έκτοτε η μετοχή της έχει κάνει «βουτιά» 90%.