Από την έντυπη έκδοση
Σε αναθεώρηση των στοιχείων για την πορεία του ΑΕΠ κατά το 3ο τρίμηνο του έτους αλλά και σε ένα «γερό» 4ο τρίμηνο προσβλέπει το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης, προκειμένου να «κλειδώσει» τον στόχο για ανάπτυξη της τάξεως του 1,6% κατά τη διάρκεια του 2017. Η αγωνία -η οποία ενισχύθηκε πριν από την αλλαγή του έτους καθώς τα πρώτα στοιχεία για την πορεία του λιανεμπορίου τον Οκτώβριο δεν ήταν ενθαρρυντικά- θα διαρκέσει μέχρι τις αρχές Μαρτίου, καθώς για τις 5 και τις 7 του συγκεκριμένου μήνα είναι προγραμματισμένο να ανακοινωθεί η πορεία του ΑΕΠ κατά το τέταρτο και τελευταίο τρίμηνο της περσινής χρονιάς αλλά και για ολόκληρο το 2017.
Από την επίτευξη του στόχου για ανάπτυξη 1,6% στο έτος που έφυγε θα εξαχθούν και τα πρώτα συμπεράσματα σχετικά με το κατά πόσο είναι εφικτή η ανάπτυξη κατά 2,5% του ΑΕΠ μέσα στο 2018. Οι μεγάλες αποκλίσεις από τις βασικές παραδοχές για την πορεία της ελληνικής οικονομίας -παραδοχές στις οποίες έχουν συμφωνήσει η ελληνική κυβέρνηση και οι εκπρόσωποι των θεσμών κλείνοντας την 3η αξιολόγηση- έχουν μεγάλη σημασία, ειδικά όταν την περίοδο που θα γίνουν οι επίσημες ανακοινώσεις θα έχει ήδη ξεκινήσει ο τελικός γύρος των διαπραγματεύσεων για το κλείσιμο του 3ου μνημονίου.
Οι διαπραγματεύσεις με τους δανειστές κατά τη διάρκεια του 2018 θα έχουν μια ιδιαιτερότητα συγκριτικά με τις αντίστοιχες προηγούμενες. Μέχρι τον Μάιο θα πρέπει να συμφωνηθεί το τι θα γίνει το 2019 -τόσο σε επίπεδο ανάπτυξης όσο και σε δημοσιονομικό επίπεδο-, ενώ στην πραγματικότητα δεν θα υπάρχει κανένα επίσημο στοιχείο για την πορεία της οικονομίας μέσα στο 2018:
1. Τα πρώτα επίσημα στοιχεία για την πορεία της οικονομίας στο πρώτο τρίμηνο του 2018 η Ελληνική Στατιστική Αρχή θα τα ανακοινώσει στις 4 Ιουνίου, όταν πλέον θα βρισκόμαστε στο τελικό στάδιο των διαπραγματεύσεων για όλα τα ανοικτά θέματα (κλείσιμο μνημονίου, χρέος, χρονοδιάγραμμα επιβολής θετικών και αρνητικών μέτρων για το 2019 και για το 2020, επόμενη ημέρα των μνημονίων κ.λπ.).
2. Τα στοιχεία εκτέλεσης του κρατικού προϋπολογισμού δεν θα δίνουν την πλήρη εικόνα, καθώς ο προϋπολογισμός είναι οπισθοβαρής στο σκέλος των εσόδων, κάτι που σημαίνει ότι η επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων θα κριθεί το τελευταίο τετράμηνο, όταν πλέον θα έχουν τελειώσει όλα.
Υπό αυτά τα δεδομένα, όσο καλύτερες είναι οι οικονομικές επιδόσεις του 2017 (τόσο σε επίπεδο ΑΕΠ όσο και σε επίπεδο εκτέλεσης προϋπολογισμού, με τα δύο μεγέθη να είναι σε έναν βαθμό συνδεδεμένα), τόσο ισχυρότερο θα είναι το επιχείρημα της ελληνικής πλευράς στον τελικό γύρο των διαπραγματεύσεων. Πολλά είναι τα δημοσιονομικά και οικονομικά θέματα που παραμένουν σε εκκρεμότητα, αλλά το κυρίαρχο είναι ένα: θα πειστούν οι δανειστές ότι το πρωτογενές πλεόνασμα μπορεί να διατηρηθεί στο 3,5% του ΑΕΠ και το 2019 χωρίς να χρειαστεί πρόωρη μείωση του αφορολογήτου; Ως προς το τελευταίο αναμένεται να επιμείνει το ΔΝΤ, το οποίο και βλέπει πλεόνασμα 2,2% για το 2018 και 3,5% για το 2019 μόνο υπό την προϋπόθεση ότι θα κοπεί και το αφορολόγητο και οι συντάξεις. Με ανάπτυξη στο επίπεδο του 1,6% ή και ακόμη υψηλότερα για το 2017, η ελληνική πλευρά θα μπορέσει να επιχειρηματολογήσει με μεγαλύτερη άνεση για τη δυναμική της οικονομίας και τη δυνατότητα να έρθουν τα προβλεπόμενα έσοδα στα ταμεία όχι μόνο από την επιβολή νέων μέτρων, αλλά και από την τόνωση της δραστηριότητας.
Η αύξηση του ΑΕΠ κατά το 3ο τρίμηνο του 2017 σε ποσοστό μόλις 1,3% συγκριτικά με το 3ο τρίμηνο του 2016 δεν επιβεβαίωσε τις προσδοκίες του οικονομικού επιτελείου για ένα «γερό» 3ο τρίμηνο. Ωστόσο, στο υπουργείο Οικονομικών ποντάρουν στο ότι η τελική εικόνα για την πορεία του 3ου τριμήνου θα διαφοροποιηθεί πλήρως όταν θα προσμετρηθούν και τα στοιχεία που δεν ήταν διαθέσιμα στις 4 Δεκεμβρίου, όταν και έγινε η σχετική ανακοίνωση από την ΕΛΣΤΑΤ.
Για να κλείσει η χρονιά στο +1,6%, όπως προβλέπει ο προϋπολογισμός αλλά και η Τράπεζα της Ελλάδος, απαιτείται ένα πολύ δυνατό τέταρτο τρίμηνο, κατά το οποίο ο ρυθμός ανάπτυξης θα ξεπεράσει ακόμη και το 2,5%. Καθοριστικός ως προς το τελικό αποτέλεσμα θα είναι ο ρόλος της κατανάλωσης.
Κρίσιμος ο γιορτινός τζίρος
Λίγο πριν από την αλλαγή του χρόνου η ΕΛΣΤΑΤ ανακοίνωσε την πορεία του δείκτη κύκλου εργασιών κατά τον μήνα Οκτώβριο, ο οποίος όμως κινήθηκε πτωτικά σε σχέση με τον αντίστοιχο μήνα του 2016.
Η μείωση μάλιστα έφτασε στο 0,8%, κυρίως εξαιτίας της μικρότερης ζήτησης που καταγράφηκε στα μεγάλα καταστήματα τροφίμων αλλά και στα βενζινάδικα.
Σε επίπεδο επιμέρους δεικτών κύκλου εργασιών, τα μεγάλα καταστήματα τροφίμων είχαν μείωση 3,8%, ενώ σε επίπεδο όγκου η μείωση ήταν της τάξεως του 3%.
Σε κάθε περίπτωση, το ενδιαφέρον επικεντρώνεται στο κατά πόσο θα αποτυπωθούν και στα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ οι εκτιμήσεις παραγόντων της αγοράς ότι ο τζίρος κατά τη διάρκεια των Χριστουγέννων κινήθηκε σε σημαντικά υψηλότερα επίπεδα συγκριτικά με την αντίστοιχη περσινή περίοδο.