Από την έντυπη έκδοση
Μαίνεται στην Τουρκία η αντιπαράθεση του προέδρου Ταγίπ Ερντογάν με την κεντρική τράπεζα της χώρας. Πρόκειται για μία μάχη από την οποία δύσκολα θα βγει κερδισμένη κάποια πλευρά και σχεδόν σίγουρα θα χάσει η οικονομία. Ο Ερντογάν απαιτεί χαλαρή νομισματική πολιτική, δηλαδή μείωση των επιτοκίων, προκειμένου να δοθεί περαιτέρω ώθηση στην ανάπτυξη.
Υπολογίζεται ότι και φέτος η τουρκική οικονομία θα «τρέξει» με ρυθμούς 5%, αλλά αυτό δεν φαίνεται να ικανοποιεί τον «Σουλτάνο», που θέλει επιτάχυνση στο 7% και διατήρηση αυτών των επιδόσεων τουλάχιστον έως τα τέλη του 2019, όταν θα ανοίξουν και πάλι οι κάλπες για κοινοβουλευτικές και προεδρικές εκλογές. Είναι προφανές πως θέλει πάση θυσία η μετάβαση στο προεδρικό σύστημα διακυβέρνησης, που έχει δρομολογήσει (ή η αλλιώς η ολίσθηση στον απολυταρχισμό όπως καταγγέλλουν οι επικριτές του) να συνοδεύεται από ισχυρές οικονομικές επιδόσεις.
Η κεντρική τράπεζα προς το παρόν αρνείται να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις του Τούρκου ηγέτη. Και έχει σοβαρό λόγο. Ο πληθωρισμός βρίσκεται στα ύψη και το τουρκικό νόμισμα σε τροχιά διαρκούς υποτίμησης. Πρόκειται για συνθήκες που απαιτούν αύξηση και όχι μείωση των επιτοκίων. Σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία ο δείκτης τιμών καταναλωτή ανήλθε τον Οκτώβριο στο 11,9%, τα υψηλότερα επίπεδα από την παγκόσμια κρίση του 2008. Όσο για την τουρκική λίρα έχει χάσει περισσότερο από 20% της αξίας της έναντι του ευρώ τους τελευταίους δώδεκα μήνες, με την ισοτιμία κοντά στις 4,7 λίρες ανά ευρώ.
Η φθηνή λίρα
Η φθηνή λίρα δίνει μεν ώθηση στις εξαγωγικές βιομηχανίες της χώρας, οι οποίες με τη σειρά τους στηρίζουν την ανάπτυξη. Από την άλλη όμως κατατρώει την αγοραστική δύναμη των τουρκικών νοικοκυριών, πλήττοντας την εγχώριο κατανάλωση. Μεσοπρόθεσμα λοιπόν θα μπορούσε να κάνει περισσότερο κακό, παρά καλό προειδοποιεί μερίδα αναλυτών. Πέραν των νοικοκυριών άλλωστε υποφέρουν και οι επιχειρήσεις που στηρίζονται στην εισαγωγή πρώτων υλών και πραγματοποιούν τις συναλλαγές τους σε λίρες.
Αξίζει να σημειώσουμε τέλος ότι η διαμάχη κεντρικής τράπεζας και προέδρου δεν είναι νέα. Βρίσκεται σε εξέλιξη εδώ και χρόνια, γεγονός που γεννά ανησυχίες για την ανεξαρτησία της νομισματικής αρχής και κατά συνέπεια υπονομεύει την αξιοπιστία της τουρκικής οικονομίας.