Από την έντυπη έκδοση
Του Γιώργου Χατζηλίδη
[email protected]
Άγονος κηρύχθηκε ο διαγωνισμός για την πώληση των παγίων της υπό εκκαθάριση Ανώνυμου Ελληνικής Εταιρείας Χάλυβος Hellenic Steel, η οποία πλέον απειλείται ευθέως με πτώχευση αν το δικαστήριο αποδεχθεί το σχετικό αίτημα της ιταλικής μητρικής ILVA.
Ο διαγωνισμός είχε άδοξο τέλος καθώς το ολλανδικό fund, το μόνο από τους συνολικά τρεις ενδιαφερόμενους που κατέθεσε δεσμευτική οικονομική προσφορά και την απαιτούμενη εγγυητική, δεν αποδέχθηκε τον όρο εκτέλεσης περιβαλλοντικών έργων που είχαν εγκριθεί από το υπουργείο Περιβάλλοντος και θα επιβάρυναν τον όποιο αγοραστή με περίπου 5 εκατ. ευρώ.
Οι εργαζόμενοι διαμηνύουν ότι ξεκινούν κινητοποιήσεις για να εξαντλήσουν κάθε ενδεχόμενο διάσωσης της βιομηχανίας, εγχείρημα που πλέον όμως μοιάζει να έχει ελάχιστες πιθανότητες επιτυχίας, καθώς η ιταλική μητρική επιμένει στην αίτηση πτώχευσης που συζητήθηκε τον περασμένο Μάιο και πιθανότατα θα γίνει δεκτή λόγω της αρνητικής εξέλιξης του διαγωνισμού.
Οι εργαζόμενοι, πάντως, με ανακοίνωσή τους εκφράζουν την έντονη ανησυχία και δυσαρέσκειά τους, υποστηρίζοντας ότι «μετά την εξέλιξη αυτή οι μέτοχοι της εταιρείας επιθυμούν ευθέως την πτώχευσή της, σύμφωνα και με σχετική αίτηση που έχουν καταθέσει στα δικαστήρια», προσθέτοντας: «Καλούμε την κυβέρνηση, τα κόμματα και τους φορείς της Θεσσαλονίκης να σκύψουν στο πρόβλημα και να μην αφήσουν μια ακόμη παραγωγική μονάδα να οδηγηθεί σε εξαφάνιση».
Τη φωνή του με αυτή των εργαζομένων ενώνει το Εργατοϋπαλληλικό Κέντρο Θεσσαλονίκης το οποίο ζητεί από την κυβέρνηση «να μην επιτρέψει το κλείσιμο μιας ακόμα παραγωγικής μονάδας της Βόρειας Ελλάδας, η οποία αποτελεί παράλληλα μια επιχείρηση εξαιρετικής εθνικής σημασίας καθώς είναι και η μοναδική που παράγει χάλυβα στη χώρα μας».
Όπως αναφέρει το ΕΚΘ, «η παραγωγική μονάδα κινδυνεύει με αφανισμό και οι εργαζόμενοι βρίσκονται στην αβεβαιότητα και αναζητούν απαντήσεις από τους αρμόδιους φορείς καθώς βλέπουν το εργοστάσιο της Hellenic Steel να οδηγείται στην απόλυτη απαξίωση με ευθύνες των ιδιοκτητών, του ιταλικού δημοσίου, αλλά και όσων διαχειρίζονται την τύχη της επιχείρησης τα τελευταία χρόνια».