Από την έντυπη έκδοση
Του Νίκου Μπέλλου
[email protected]
Οι θεσμοί εργάζονται με στόχο μια συνολική πολιτική απόφαση για την Ελλάδα στο Εurogroup της 22ας Μαΐου πάνω σε όλα τα ζητήματα, δηλαδή ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης, απόφαση για εκταμίευση της δόσης και εξεύρεση κοινού τόπου στη βιωσιμότητα του χρέους, ώστε να συμμετάσχει και το ΔΝΤ στο πρόγραμμα.
Παράλληλα, στο 2% θα αναθεωρήσει η Κομισιόν την πρόβλεψη για την ανάπτυξη το 2017 αντί για 2,7%, ενώ το ΔΝΤ απαιτεί από την αξιωματική αντιπολίτευση, όχι να ψηφίσει τα μέτρα, αλλά να δεσμευθεί ότι δεν θα αμφισβητήσει τις συμφωνηθείσες μεταρρυθμίσεις.
Τις παραπάνω επισημάνσεις έκανε χθες Ευρωπαίος αξιωματούχος με εμπλοκή στη διαπραγμάτευση, στη διάρκεια ενός απολογισμού της πορείας του προγράμματος, των επιπτώσεων της καθυστέρησης στην ολοκλήρωση της αξιολόγησης, αλλά και των επόμενων βημάτων.
Σε σχέση με την υλοποίηση του προγράμματος, στους κόλπους των θεσμών επικρατεί ικανοποίηση για τις δημοσιονομικές επιδόσεις της χώρας, δεν συμβαίνει όμως το ίδιο με τις ιδιωτικοποιήσεις, όπου αναγνωρίζουν ότι υπάρχει καθυστέρηση σε σημαντικά σχέδια, όπως το Ελληνικό.
Κατ’ αρχήν, αναφορικά με την οικονομία, ο αξιωματούχος επιβεβαίωσε τις πληροφορίες των τελευταίων ημερών, σύμφωνα με τις οποίες η Κομισιόν στις εαρινές προβλέψεις, στις 11 Μαΐου, θα αναθεωρήσει προς τα κάτω την εκτίμηση για αύξηση του ΑΕΠ 2,7% που είχε κάνει στις αρχές Φεβρουαρίου. Ο αξιωματούχος αναφέρθηκε πλέον σε μια ανάπτυξη πλησίον του 2%, επιβεβαιώνοντας το προχθεσινό δημοσίευμα της «Ν» (4/5/2017) και αποδίδοντας την αρνητική εξέλιξη στην καθυστέρηση της ολοκλήρωσης της αξιολόγησης και την αβεβαιότητα που προκάλεσε στους επενδυτές.
Για τα δημοσιονομικά επιβεβαίωσε ότι στις 16 Μαΐου η Κομισιόν θα εισηγηθεί στο Συμβούλιο Εcofin την παύση της διαδικασίας υπερβολικού ελλείμματος που είχε κινηθεί το καλοκαίρι του 2015 εναντίον της Ελλάδας. Όπως είπε, το 2016 η Ελλάδα παρουσίασε ένα πλεόνασμα της γενικής κυβέρνησης της τάξης του 0,7% ενώ η θετική δημοσιονομική τροχιά θα συνεχιστεί και τα επόμενα χρόνια, που σημαίνει ότι δεν πρόκειται να υπάρξει έλλειμμα άνω του 3% για να παραμείνει σε ισχύ η διαδικασία συμμόρφωσης.
Σε σχέση με το πρωτογενές πλεόνασμα του 2016, που ανήλθε σε 4,2% του ΑΕΠ, εξέφρασε την ικανοποίηση των θεσμών, ενώ απέδωσε ένα μέρος του σε μέτρα μιας χρήσης (φορολογικά, μέρισμα ΤτΕ κ.λπ.), δηλαδή μη επαναλαμβανόμενα.
Ωστόσο θεωρεί ότι δεν τίθεται κανένα θέμα σχετικά με την εκπλήρωση του στόχου για φέτος, που είναι 1,75% του ΑΕΠ.
Για το πλεόνασμα του 2017 και απαντώντας σε σχετική ερώτηση είπε ότι τον Απρίλιο του 2018 θα γίνει ο απολογισμός και αν διαπιστωθεί υπεραπόδοση του στόχου (1,75%), τότε το προϊόν της θα μπορούσε να δοθεί στους ασθενέστερους ή σε μέτρα υπέρ της απασχόλησης και ανάπτυξης.
Αυτό θα γίνει σε συμφωνία μεταξύ της ελληνικής κυβέρνησης και των θεσμών.
Για το 2018 υπογράμμισε ότι συμφωνήθηκε ένα πακέτο προληπτικών μέτρων ύψους 0,2% του ΑΕΠ, το οποίο ενδεχομένως δεν θα χρειαστεί για να επιτευχθεί ο στόχος του πλεονάσματος 3,5% του ΑΕΠ. Εάν χρειαστεί αυτό, είπε, θα οφείλεται στην εφαρμογή του ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος το οποίο πάντως, όπως ο ίδιος τόνισε, είναι απολύτως απαραίτητο.
Ο αξιωματούχος δεν θέλησε να αναφερθεί στο ποια θα είναι η διάρκεια κατά την οποία η Ελλάδα θα πρέπει να επιτυγχάνει ετήσια πρωτογενή πλεονάσματα 3,5% του ΑΕΠ, προβάλλοντας το επιχείρημα ότι αυτό είναι μια πολιτική απόφαση που θα λάβουν οι υπουργοί Οικονομικών της Ευρωζώνης στις 22 Μαΐου.
Είπε όμως ότι για το 2019 και 2020 οι Ευρωπαίοι συμφωνούν με την πρόβλεψη της Κομισιόν ότι οι στόχοι θα επιτευχθούν χωρίς τα πρόσθετα μέτρα του 2% (1% το 2019 με την περικοπή των συντάξεων και 1% το 2020 μέσω μείωσης του αφορολόγητου) και πως η υπεραπόδοση θα διατεθεί μέσω των αντίμετρων σε κοινωνικά επιδόματα, δράσεις για την απασχόληση, μείωση φορολογίας φυσικών προσώπων, επιχειρήσεων και ΕΝΦΙΑ.
Ερωτηθείς γιατί τότε οι Ευρωπαίοι υποχρέωσαν την κυβέρνηση να λάβει τα δημοσιονομικά μέτρα του 2% του ΑΕΠ (3,6 δισ. ευρώ), το απέδωσε στην επιθυμία χωρών της Ευρωζώνης να συμμετάσχει το ΔΝΤ στο πρόγραμμα, αλλά και στην επιθυμία της Κομισιόν να μην καθυστερήσει άλλο η αξιολόγηση, η οποία είχε αρχίσει να πλήττει την ανάπτυξη.
Για την πορεία των ιδιωτικοποιήσεων είπε ότι παρά την πρόοδο των τελευταίων εβδομάδων σε σχέση με την παραχώρηση των 14 περιφερειακών αεροδρομίων, αλλά και τις προχωρημένες συζητήσεις για τη νέα σύμβαση παραχώρησης του αεροδρομίου «Ελευθέριος Βενιζέλος», υπάρχει καθυστέρηση. Ειδικότερα για το Ελληνικό, που είναι και το μεγαλύτερο πρόβλημα, τόνισε ότι είναι μια τεράστια επένδυση πολλών δισεκατομμυρίων, που θα δημιουργήσει χιλιάδες θέσεις απασχόλησης σε μια περιοχή με υψηλή ανεργία.
Απέδωσε τη μέχρι τώρα καθυστέρηση, όχι μόνο σε τεχνικά προβλήματα, αλλά και διοικητικές αρρυθμίες, ενώ πρόσθεσε πως δεν υπάρχει κανένας λόγος περαιτέρω καθυστέρησης.
Ο αξιωματούχος ανέφερε ότι παραμένει σε βάθος χρόνου ο στόχος εσόδων 50 δισ. ευρώ από τις ιδιωτικοποιήσεις, άλλωστε, όπως είπε, πρόκειται για πόρους που θα διατεθούν στη μείωση του χρέους, το οποίο επίσης θα εξοφληθεί σε βάθος χρόνου.
Σε σχέση με τα περίπου 21 δισ. ευρώ που δεν χρειάστηκε να χρησιμοποιηθούν στην ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, τόνισε ότι τα χρήματα αυτά θα παραμείνουν σε διάθεση μέχρι τη λήξη του προγράμματος και στη συνέχεια το Εurogroup θα αποφασίσει για την τύχη τους, ενώ δεν αποτελεί υποχρέωση η χρησιμοποίησή τους.
Ανέφερε επίσης πως θα υπάρξει μεταβατικό διάστημα για τις εισφορές των ελεύθερων επαγγελματιών, αλλά χωρίς να υπεισέλθει σε λεπτομέρειες.
Σε συμφωνία χωρίς το χρέος επιμένει το Βερολίνο
Το γερμανικό υπουργείο Οικονομικών εκφράζει την αισιοδοξία του αναφορικά με την τρέχουσα αξιολόγηση του ελληνικού προγράμματος.
Απαντώντας στο κυβερνητικό μπρίφινγκ της Παρασκευής, εκπρόσωπος του υπουργείου σε ερώτηση της Deutsche Welle τόνισε ότι ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε είναι «πεπεισμένος» ότι στη συνεδρίαση του Eurogroup στις 22 Μαΐου «είναι δυνατόν» να επιτευχθεί συμφωνία για την ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης.
Σε ό,τι αφορά τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους, την οποία θέτει ως όρο το ΔΝΤ για να συμμετάσχει στο τρέχον πρόγραμμα, ο εκπρόσωπος του υπουργείου διευκρίνισε πως δεν προετοιμάζονται αυτή τη στιγμή μέτρα για την ελάφρυνση του ελληνικού χρέους.
Όπως διευκρίνισε ο εκπρόσωπος του υπουργείου Οικονομικών, το ύψος και η διάρκεια του πρωτογενούς πλεονάσματος είναι σημαντικοί παράγοντες για να «εξασφαλιστεί» η βιωσιμότητα του χρέους. Το υπουργείο «ελπίζει» ότι στη συνεδρίαση του Eurogroup στις 22 Μαΐου θα επιτευχθεί σχετική συμφωνία επ’ αυτού.
Τέλος, εφόσον κριθούν αναγκαία πιθανά μέτρα για την ελάφρυνση του χρέους, αυτά θα εξεταστούν «μετά την πλήρη εφαρμογή του μεταρρυθμιστικού προγράμματος», που «προς το παρόν επιδιώκεται να επιτευχθεί το 2018».
Ποια είναι τα επόμενα βήματα
Σύμφωνα με τον Ευρωπαίο αξιωματούχο η δεύτερη αξιολόγηση περιλαμβάνει συνολικά 140 μέτρα, εκ των οποίων 40 έχουν ήδη νομοθετηθεί, ενώ από τα υπόλοιπα 100 μέτρα τα 60 θα πάνε σε νομοσχέδιο και τα υπόλοιπα 40 θα υλοποιηθούν με υπουργικές αποφάσεις.
Από την πλευρά της η κυβέρνηση, όπως τονίζει ο αξιωματούχος, έχει διαβεβαιώσει τους θεσμούς ότι θα είναι έτοιμη με τα μέτρα νομοθετημένα μεταξύ 16 και 18 Μαΐου.
Η τήρηση των προαπαιτούμενων θα επιβεβαιωθεί στη συνέχεια από τους επικεφαλής των θεσμών, οι οποίοι θα κάνουν θετική εισήγηση στο Eurogroup της 22ας Μαΐου.
Στην εν λόγω συνεδρίαση θα επιδιωχθεί και η πολιτική συμφωνία για το χρέος με το ΔΝΤ, καθώς και ο καθορισμός της διάρκειας κατά την οποία η Ελλάδα θα επιτυγχάνει πλεονάσματα 3,5%.
Στις Βρυξέλλες τοποθετούν αυτήν τη διάρκεια μεταξύ 4-5 ετών. Αναφορικά με τη δόση, είπε ότι δεν έχει καθοριστεί ακόμη το ακριβές ποσό, ωστόσο ανέφερε πως οι δανειακές ανάγκες ανέρχονται σε 7 δισ. ευρώ, ενώ υπάρχουν και οι ληξιπρόθεσμες οφειλές.
Η εκταμίευση θα αποφασιστεί στις 22 Μαΐου και τα χρήματα θα φτάσουν στην Ελλάδα ένα μήνα αργότερα.
Για το ΔΝΤ υπογράμμισε ότι εάν συμφωνήσει στις 22 Μαΐου τότε θα απαιτηθούν περίπου 6 βδομάδες προκειμένου ο διεθνής οργανισμός να λάβει τις οριστικές αποφάσεις με βάση τις εσωτερικές του διαδικασίες.
Τέλος, απαντώντας σε σχετική ερώτηση είπε ότι θα ήταν καλύτερο να υπήρχε μια συναίνεση μεταξύ της κυβέρνησης και της αντιπολίτευσης για τα μέτρα, ενώ επιβεβαίωσε ότι το ΔΝΤ απαιτεί διαβεβαιώσεις από τη Ν.Δ. ότι δεν θα αμφισβητήσει τις μεταρρυθμίσεις εάν γίνει κυβέρνηση.