Από την έντυπη έκδοση
Της Άννας Δόγα
[email protected]
Μέσα σε ένα τρίμηνο αναμένεται ότι θα είναι έτοιμη να λειτουργήσει η πλατφόρμα του εξωδικαστικού συμβιβασμού, ενώ ηλεκτρονικοί πλειστηριασμοί εκτιμάται ότι θα ξεκινήσουν από τον Σεπτέμβριο. Όπως τόνισαν οι αρμόδιοι υπουργοί κατά τη σύσκεψη μεταξύ στελεχών της κυβέρνησης και τραπεζιτών, τα δύο νομοθετήματα βαίνουν προς ψήφιση, ενώ έτοιμη είναι και η διάταξη για τη νομική προστασία των στελεχών.
Στην ευρεία σύσκεψη που έγινε χθες στην αντιπροεδρία της κυβέρνησης, με τη συμμετοχή των αρμόδιων υπουργών και της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών, καταγράφηκε σύγκλιση στα βασικά θέματα, της ενίσχυσης των επενδύσεων, της αντιμετώπισης των προβληματικών δανείων, της επέκτασης των ηλεκτρονικών συναλλαγών. Οι δύο πλευρές προσδοκούν από την ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης βελτίωση του κλίματος και της ρευστότητας των τραπεζών ώστε να χρηματοδοτηθούν με καλύτερους όρους επιχειρήσεις και νοικοκυριά.
Στη σύσκεψη αποφασίστηκε η σύσταση τριών διαρκών επιτροπών με τη συμμετοχή της ΕΕΤ και των υπουργείων Δικαιοσύνης, Ανάπτυξης και Οικονομικών για την εξέταση των κοινών θεμάτων ανά τρίμηνο ώστε να εμπεδωθεί το κλίμα ουσιαστικής συνεργασίας που καταγράφηκε χθες. Όσον αφορά το κρίσιμο θέμα του νομοθετικού πλαισίου, η κυβερνητική πλευρά διαβεβαίωσε ότι προχωρούν προς ψήφιση τα νομοσχέδια για τον εξωδικαστικό συμβιβασμό και τους ηλεκτρονικούς πλειστηριασμούς. Για τον εξωδικαστικό ήδη «τεστάρεται» η σχετική πλατφόρμα ώστε να είναι απολύτως έτοιμη σε ορίζοντα τριμήνου, ενώ οι ηλεκτρονικοί πλειστηριασμοί αναμένεται να λειτουργήσουν από τον Σεπτέμβριο. Εκτιμάται δε ότι θα είναι δυνατή η πραγματοποίηση ως και 4.000 πλειστηριασμών ως το τέλος του έτους, με μια διαδικασία που και η κυβέρνηση δέχεται ότι είναι περισσότερο διαφανής και θα φέρει υψηλότερα έσοδα στο Δημόσιο.
Κυβέρνηση και Ένωση Τραπεζών, υπό τον πρόεδρό της Νίκο Καραμούζη, συγκλίνουν στην ανάγκη περαιτέρω επέκτασης των ηλεκτρονικών συναλλαγών -ήδη κάθε χρόνο προστίθενται περίπου 100 χιλ. νέα POS- με τις τράπεζες να ζητούν να επανεξεταστεί το μέγιστο όριο συναλλαγής με μετρητά και να ολοκληρωθεί η διαδικασία για τους «επαγγελματικούς» λογαριασμούς και τη σύνδεσή τους με το αφορολόγητο. Ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Γιάννης Δραγασάκης ζήτησε από τις τράπεζες να επανεκτιμήσουν το κόστος χρήσης των POS και να επιταχύνουν τη μείωση του κόστους των ηλεκτρονικών συναλλαγών. Στο επίκεντρο της σύσκεψης βρέθηκε η χρηματοδότηση της οικονομίας, με την πλευρά των τραπεζών να αναφέρεται σε σταθεροποίηση των καταθέσεων, μετά τις απώλειες που καταγράφηκαν κυρίως το πρώτο δίμηνο του 2017, αλλά και χαμηλή ζήτηση για νέες χορηγήσεις, η οποία αναμένεται να ενισχυθεί με τη συνέχιση των μεταρρυθμίσεων. Οι τραπεζίτες τόνισαν την ανάγκη να διατηρήσει το Δημόσιο συνέπεια στην αποπληρωμή οφειλών του προς τον ιδιωτικό τομέα. Ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης ζήτησε να συμβάλουν οι τράπεζες στην προσέλκυση επενδύσεων, λέγοντας χαρακτηριστικά ότι «συναφές ζήτημα είναι η αποκατάσταση της εικόνας της χώρας στο εξωτερικό, αρχίζοντας από το εσωτερικό, ανοίγοντας μέτωπο όχι στην πολιτική κριτική που είναι αναγκαία, αλλά στη συνειδητή διαστρέβλωση των δεδομένων, στην ιδιοτελή παραποίηση της πραγματικότητας, στην ανεύθυνη κινδυνολογία, στη σκόπιμη παραφιλολογία».
Η ΕΕΤ ανέφερε ότι οι τράπεζες έχουν στηρίξει πολλαπλά τη διοχέτευση των κονδυλίων, υλοποιούν τα προγράμματα χρηματοδοτήσεων και εγγυήσεων μικρών επιχειρήσεων global loans, με αρχικό πρόγραμμα ύψους 450 εκατ. ευρώ, Cosme ύψους 230 εκατ. ευρώ και σε αρκετές περιπτώσεις έχουν παράσχει άμεση συνδρομή στις υλικοτεχνικές υποδομές διάθεσης των σχετικών οικονομικών πόρων.
Όπως τόνισε ο κ. Δραγασάκης, η κυβέρνηση επεξεργάζεται μια ολοκληρωμένη αναπτυξιακή στρατηγική για την εδραίωση ενός νέου υποδείγματος βιώσιμης και δίκαιης ανάπτυξης, απαλλαγμένης από τις αμαρτίες και τις παθογένειες του παρελθόντος. Σύντομα, η στρατηγική αυτή θα τεθεί σε δημόσιο διάλογο και θα αποτελέσει αντικείμενο ανοικτής διαβούλευσης με όλους τους φορείς της οικονομίας και της κοινωνίας, ασφαλώς και με τις τράπεζες.
Στη σύσκεψη μετείχαν ο πρόεδρος και τα μέλη του δ.σ. της ΕΕΤ και οι διευθύνοντες σύμβουλοι της Τράπεζας Πειραιώς, της Εθνικής Τράπεζας, της Alpha Βank, της Eurobank, της Attica Bank και της HSBC, ενώ η κυβερνητική αντιπροσωπεία αποτελείτο από τον αντιπρόεδρο της κυβέρνησης Γ. Δραγασάκη, τον υπουργό Οικονομικών Ευκλείδη Τσακαλώτο, τον υπουργό Δικαιοσύνης Σταύρο Κοντονή, τον αναπληρωτή υπουργό Οικονομίας και Ανάπτυξης Αλέξανδρο Χαρίτση, τον υφυπουργό στον Πρωθυπουργό Δημήτρη Λιάκο, τη γενική γραμματέα Οικονομικής Πολιτικής Έλενα Παπαδοπούλου, τον γενικό γραμματέα Εμπορίου και Προστασίας του Καταναλωτή Αντώνη Παπαδεράκη και τον ειδικό γραμματέα Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους Φώτη Κουρμούση.