Για να επαληθευθούν οι θετικές προοπτικές της ελληνικής οικονομίας για το 2017 και μετά, απαιτείται η άμεση ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης, η οποία έχει καθυστερήσει περισσότερο από ένα έτος, δήλωσε ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας.
Μιλώντας στο συνέδριο του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή με θέμα «Κρίση - Μεταρρυθμίσεις - Ανάπτυξη», πρόσθεσε ότι η καθυστέρηση αυτή δημιουργεί αβεβαιότητα, η οποία, όπως είπε, έχει αρχίσει εδώ και μήνες να επιδρά δυσμενώς σε όλους τους δείκτες της οικονομίας, θέτοντας εν αμφιβόλω όλους ανεξαιρέτως τους στόχους του τρέχοντος έτους, αναπτυξιακούς, δημοσιονομικούς, χρηματοπιστωτικούς.
Ο κ. Στουρνάρας σημείωσε ότι «παρά τα λάθη και τις οπισθοδρομήσεις, παρά το σημαντικό οικονομικό και κοινωνικό κόστος της κρίσης, η Ελλάδα έχει σημειώσει σημαντική πρόοδο τα τελευταία επτά χρόνια, όσον αφορά την προσαρμογή των δημοσιονομικών και εξωτερικών ανισορροπιών της, και έχει εφαρμόσει ουσιαστικές μεταρρυθμίσεις. Αυτά μας επιτρέπουν να ατενίζουμε το μέλλον με μεγαλύτερη αισιοδοξία», πρόσθεσε.
Σημείωσε ότι ως αποτέλεσμα της εξισορρόπησης των μεγάλων ελλειμμάτων και των μεταρρυθμίσεων που έχουν έως τώρα γίνει, διαφαίνεται ήδη αναδιάρθρωση της οικονομίας στην κατεύθυνση ενός νέου, βιώσιμου, εξωστρεφούς αναπτυξιακού προτύπου, που βασίζεται στους τομείς των διεθνώς εμπορεύσιμων αγαθών και υπηρεσιών και στην αύξηση του μεριδίου των εξαγωγών στο ΑΕΠ.
Πρέπει όμως να γίνουν πολλά ακόμα
Όπως διευκρίνισε ωστόσο, παρά τη σημαντική πρόοδο που έχει σημειωθεί τα τελευταία χρόνια και την ανάκτηση της διεθνούς ανταγωνιστικότητας σε όρους κόστους εργασίας, οι εξαγωγές αγαθών υπολείπονται του επιπέδου που θα αναμενόταν με βάση τις ιστορικές συσχετίσεις μεταξύ των μεγεθών. Αυτό, εξήγησε ο κ. Στουρνάρας, μπορεί σε μεγάλο βαθμό να αποδοθεί στην έλλειψη επαρκούς χρηματοδότησης, στο υψηλότερο κόστος μακροπρόθεσμου δανεισμού, στην αυξημένη αβεβαιότητα, καθώς και στο ότι οι μεταρρυθμίσεις στις αγορές αγαθών και υπηρεσιών και στη λειτουργία της δημόσιας διοίκησης και της δικαιοσύνης έχουν καθυστερήσει σε σχέση με τις μεταρρυθμίσεις που έχουν ήδη γίνει στην αγορά εργασίας.
Ο διοικητής της ΤτΕ υπογράμμισε ότι μετά από την ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης, ιδιαίτερη έμφαση πρέπει να δοθεί στα ακόλουθα:
1. Άρση των εμποδίων που υπάρχουν ακόμη και για τις ιδιωτικοποιήσεις που έχουν ήδη εγκριθεί και περαιτέρω προώθηση του προγράμματος ιδιωτικοποιήσεων και αξιοποίησης της ακίνητης δημόσιας περιουσίας, μέσω των κατάλληλων χρήσεων γης.
2. Αντιμετώπιση του προβλήματος των μη εξυπηρετούμενων δανείων, με έμφαση στην αποπληρωμή των δανείων των λεγόμενων «στρατηγικών κακοπληρωτών».
3. Αντιμετώπιση του προβλήματος του υψηλού δημόσιου χρέους και ρεαλιστική αναπροσαρμογή των δημοσιονομικών στόχων.
4. Αλλαγή στο μίγμα της δημοσιονομικής προσαρμογής, ώστε να καταστεί πιο φιλικό προς την επιχειρηματικότητα και την ανάπτυξη. Κάτι τέτοιο, όπως εξήγησε, μπορεί να επιτευχθεί με:
- επανεξέταση όλων των δημοσίων δαπανών με σκοπό την επαναστόχευσή τους, την ενίσχυση των ποικίλων μηχανισμών κινήτρων που εμπεριέχονται σε αυτές και τελικά τη μείωσή τους,
- την αξιολόγηση των δομών του Δημοσίου και των δημόσιων οργανισμών,
- την αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας και
- τη μείωση των φορολογικών συντελεστών και των εισφορών κοινωνικής ασφάλισης.
5. Αντιμετώπιση του προβλήματος της μακροχρόνιας ανεργίας.
naftemporiki.gr