Από την έντυπη έκδοση
Της Άννας Δόγα
[email protected]
Η ολοκλήρωση της αξιολόγησης και η αποκατάσταση της κανονικότητας είναι το «κλειδί» για την αποτελεσματική διαχείριση των «κόκκινων» δανείων και ο φιλόδοξος σχεδιασμός μείωσης των προβληματικών χαρτοφυλακίων στηρίζεται στη συμπλήρωση του νομοθετικού πλαισίου, που αποτελεί και αυτό εκκρεμότητα της αξιολόγησης.
Πηγές που γνωρίζουν καλά τα τεκταινόμενα στο τραπεζικό σύστημα επισημαίνουν την επιβράδυνση από τις αρχές του έτους της προόδου που είχε γίνει το 2016 σε «κόκκινα» δάνεια και ρευστότητα και εκτιμούν ότι η αποκατάσταση της εμπιστοσύνης μπορεί να ανατρέψει τη συγκυρία και να φέρει εκ νέου σε θετική τροχιά το σύστημα. Τα «κόκκινα» δάνεια είναι πανευρωπαϊκά το μείζον πρόβλημα του τραπεζικού κλάδου, που μετρά 1 τρισ. ευρώ επισφαλή δάνεια - με την Ελλάδα να κινείται στα 106 δισ. ευρώ μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα. Ο προβληματισμός είναι έντονος στην Ε.Ε. και διατυπώνονται σκέψεις περί πανευρωπαϊκής bad bank, που βρίσκει αντίθετη τη Γερμανία.
Οι στόχοι και οι καθυστερήσεις
Ευρωπαϊκές πηγές εκτιμούν ότι οι ελληνικές τράπεζες έχουν φιλόδοξους και ρεαλιστικούς στόχους μείωσης των NPEs για να καλύψουν. «Δεν εγκαταλείπουμε τους φιλόδοξους στόχους αλλά θέλουμε να είναι ρεαλιστικοί» είναι η απάντηση των ίδιων πηγών στο ερώτημα αν οι αστοχίες του μακροοικονομικού περιβάλλοντος θα οδηγήσουν τους επόπτες σε τροποποίηση των στόχων αυτών, με την παράμετρο ότι κρίσιμο είναι να υπάρχουν τα κατάλληλα εργαλεία.
Εξωδικαστικός συμβιβασμός, ηλεκτρονικοί πλειστηριασμοί, νομική κάλυψη, φορολογικά κίνητρα είναι τα σημαντικά νομοθετήματα που έχουν καθυστερήσει και η θέσπισή τους θα επιτρέψει, μεταξύ άλλων, την επιθετική αντιμετώπιση των στρατηγικών κακοπληρωτών.
Για «καλά νέα», με αφετηρία την αξιολόγηση, που θα εκκινήσουν έναν ενάρετο κύκλο και θα επιτρέψουν στις τράπεζες να χρηματοδοτήσουν την οικονομία και να στηρίξουν την ανάκαμψη κάνουν λόγο παράγοντες του ευρωπαϊκού συστήματος, που ζητούν ένα μομέντουμ που θα επιτρέψει την επάνοδο σε τροχιά προόδου εν όψει και των stress tests του 2018, για τα οποία πάντως δεν υπάρχει ακόμη εικόνα όσον αφορά το πλαίσιο στο οποίο θα βασιστούν.
Η εταιρική διακυβέρνηση των ελληνικών τραπεζών έχει τον ρόλο της στη διαχείριση των προβληματικών δανείων και τα βασικά κριτήρια των εποπτών είναι να είναι τα στελέχη ισχυρά, ανεξάρτητα και έμπειρα, ώστε να έχουν τις ικανότητες που χρειάζονται. Το λεγόμενο fit and proper στηρίζεται σε συγκεκριμένα κριτήρια και αφορά, όχι μόνο κάθε πρόσωπο αλλά και πώς συνδυαστικά λειτουργεί ένα διοικητικό συμβούλιο, σημειώνεται χαρακτηριστικά.
Προβληματισμός στην Ευρώπη
Η αλλαγή της νομισματικής πολιτικής θα οξύνει το πρόβλημα του άνω του 1 τρισ. ευρώ «κόκκινων» δανείων πανευρωπαϊκά, όπως επισημαίνουν Ευρωπαίοι αξιωματούχοι σε έγγραφο που αποκαλύπτει το Reuters. Η προοπτική καταρχάς της σταδιακής μείωσης του προγράμματος αγοράς ομολόγων και η σύσφιξη της νομισματικής πολιτικής εκτιμάται ότι θα έχουν επιπτώσεις στις ευρωπαϊκές τράπεζες που βαρύνονται με «κόκκινα» δάνεια και πολλές εξ αυτών κατάφεραν να τα διαχειριστούν καλύτερα με τη βοήθεια των μέτρων της ΕΚΤ.
Ο προβληματισμός που διατυπώνεται στους κόλπους της Ε.Ε. είναι ότι το όποιο όφελος από την αύξηση των επιτοκίων που θα βελτίωνε τα περιθώρια των δανείων θα αντισταθμιστεί ενδεχομένως από την επιβράδυνση της οικονομικής δραστηριότητας.
Το θέμα και η σχετική έκθεση που έχει εκπονηθεί θα συζητηθούν στη συνάντηση των υπουργών Οικονομικών στη Μάλτα το διήμερο 7-8 Απριλίου, ενώ μια πιο εκτενής εκδοχή της έκθεσης αναμένεται την άνοιξη, καθώς το θέμα της αντιμετώπισης των «κόκκινων» δανείων είναι κεντρικό. Η Γερμανία, πάντως, αντιτίθεται σθεναρά σε οποιαδήποτε προσπάθεια ευρωπαϊκής χρηματοδότησης του προβλήματος, θεωρώντας ότι αφορά κάθε χώρα ξεχωριστά.
Οι ιταλικές τράπεζες έχουν στα χαρτοφυλάκιά τους το ένα τρίτο των προβληματικών δανείων της Ε.Ε. και η Monte dei Paschi έχει το μεγαλύτερο ποσοστό σε σχέση με τα κεφάλαιά της. Η Γερμανία έχει μόλις 2,6% «κόκκινα» δάνεια, με την Ελλάδα και την Κύπρο να κινούνται στο 50%, την Πορτογαλία στο 20% και άνω του 16% σε Ιταλία και Σλοβενία, τη στιγμή που ο ευρωπαϊκός μέσος όρος έχει υποχωρήσει ελαφρώς στο 5,4%. Η Ευρωπαϊκή Τραπεζική Αρχή (EBA) πρότεινε τον Ιανουάριο την ίδρυση μιας bad bank που θα αποκτούσε δάνεια σε τιμή μεγαλύτερη από την αγοραία αυτή τη στιγμή, δημιουργώντας δευτερογενή αγορά, κάτι που δεν είναι εφικτό μέχρι τώρα, αφού οι τράπεζες δεν πωλούν είτε γιατί οι τιμές είναι χαμηλές είτε γιατί δεν υπάρχουν αγοραστές.
Η Unicredito πώλησε 17,7 δισ. ευρώ «κόκκινων» δανείων στο 13% της ονομαστικής αξίας τους αλλά «σήκωσε» από την αγορά 13 δισ. ευρώ, κάτι που λίγες τράπεζες μπορούν να κάνουν. Το θέμα μιας πανευρωπαϊκής bad bank, στο οποίο ανθίσταται η Γερμανία, χρειάζεται όχι τεχνική αλλά πολιτική συμφωνία, καθώς παραμένει αντιφατικό. Ευρωπαϊκές πηγές σημειώνουν ότι μπορεί να αποτελέσει ένα ακόμη εργαλείο για τις τράπεζες, ώστε να μειώσουν τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια και χωρίς να είναι πανάκεια, μπορεί να δώσει μεγαλύτερες ευχέρειες στις τράπεζες, αφού τώρα οι συνθήκες δεν ευνοούν τους πωλητές αλλά τους αγοραστές «κόκκινων» δανείων.