Για τον κίνδυνο της αβεβαιότητας, εφόσον δεν υπάρξει σύντομα συμφωνία για τη β’ αξιολόγηση, προειδοποίησε ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας (ΤτΕ), Γιάννης Στουρνάρας, από το βήμα της ετήσιας γενικής συνέλευσης της κεντρικής τράπεζας.
«Η ελληνική οικονομία, αν δεν υπάρξει σύντομα συμφωνία, θα αντιμετωπίσει πλήθος αβεβαιοτήτων» τόνισε, ενδεικτικά, ο κεντρικός τραπεζίτης της χώρας.
Σε κάθε περίπτωση βέβαια, ο ίδιος εκτίμησε ότι εφόσον οι δύο πλευρές επιδείξουν ευελιξία, τότε «μπορούμε να έχουμε αποτελέσματα σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα».
Ο κ. Στουρνάρας επανέλαβε παράλληλα, τη δέσμευση για παραμονή στην Ευρωζώνη και την Ευρωπαϊκή Ένωση, σημειώνοντας με νόημα πως «η παραμονή της Ελλάδας στο ευρώ συνιστά όρο επιβίωσης».
Ξεκαθάρισε επίσης, ότι το πρόγραμμα βοήθειας θέτει τη χώρα σε τροχιά ανάπτυξης. «Οι επιδόσεις του 2016 αποκαλύπτουν τις προοπτικές της οικονομίας» έσπευσε να προσθέσει.
Στο ίδιο πλαίσιο, εκτίμησε ότι το 2017, ο ρυθμός αύξησης του ΑΕΠ θα αγγίξει το 2,5%, διευκρινίζοντας βέβαια, ότι η συγκεκριμένη πρόβλεψη προϋποθέτει και συνδέεται με την ολοκλήρωση της β΄ αξιολόγησης.
Γενικότερα, απαρίθμησε τις προϋποθέσεις για την επιτάχυνση της ανάκαμψης της χώρας, προσδίδοντας ιδιαίτερη σημασία:
- Στην άμεση θετική κατάληξη της β’ αξιολόγησης
- Στην επιτάχυνση των μεταρρυθμίσεων
- Στην αντιμετώπιση του προβλήματος των μη εξυπηρετούμενων δανείων
Στον αντίποδα, έκρουσε τον κώδωνα του κινδύνου για μία σειρά προκλήσεων, όπως:
- Το ασταθές διεθνές περιβάλλον
- Οι καθυστερήσεις στην εφαρμογή του προγράμματος
- Η αναβλητικότητα στην εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων
Κάνοντας ειδική μνεία στο μίγμα της δημοσιονομικής πολιτικής, αξίωσε τη σταδιακή άρση της υπέρμετρης φορολογικής επιβάρυνσης σε επιχειρήσεις και φυσικά πρόσωπα.
Όπως εξήγησε μάλιστα, η υπερκάλυψη του δημοσιονομικού στόχου για το πλεόνασμα του 2016, κατά κύριο λόγο προσδιορίστηκε από την υπεραπόδοση των φορολογικών εσόδων και πολύ λιγότερο από τη συγκράτηση των δημόσιων δαπανών.
«Το ακολουθούμενο μίγμα δημοσιονομικής πολιτικής λειτουργεί πλέον ανασταλτικά για την ανάπτυξη, συμβάλλει στην αύξηση των ληξιπρόθεσμων οφειλών του ιδιωτικού τομέα προς το δημόσιο και ενθαρρύνει τη φοροδιαφυγή και την αδήλωτη εργασία» τόνισε, χαρακτηριστικά.
naftemporiki.gr