Από την έντυπη έκδοση
Του Γιάννη Κανουπάκη
[email protected]
Στο διά ταύτα της συμφωνίας Δημοσίου-Τραπεζών, μετά την προφανή παρέμβαση του ΥΠΕΝ, είναι στραμμένα όλα τα βλέμματα γύρω από τη «βασανισμένη» περίπτωση μερικής αποκρατικοποίησης του Ανεξάρτητου Διαχειριστή Μεταφοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας.
«Το πείραμα πρέπει να πετύχει πάση θυσία», έλεγαν κυβερνητικοί παράγοντες, καθώς πρόκειται για «οδηγό» στην εφαρμογή των μνημονιακών υποχρεώσεων του ενεργειακού τομέα και ενώ ήδη υπάρχει το αρνητικό δεδομένο του ΔΕΣΦΑ, για την πώληση του οποίου θα προκηρυχθεί νέος διαγωνισμός.
Ασφαλώς, η συνολική εικόνα για την κυβέρνηση δεν είναι καλή, διότι δείχνει προχειρότητα στον σχεδιασμό κρίσιμων ζητημάτων για την οικονομία και την προοπτική της ανάπτυξης, γεγονός που εγείρει δικαιολογημένη κριτική από την αντιπολίτευση. Επί του προκειμένου, αποδείχθηκε ότι και η ΔΕΗ εκτέθηκε στις εγχώριες τράπεζες, που απείλησαν με διακοπή των πιστώσεων προς αυτήν -σίγουρα και σε ξένες, όπως η ΕΤΕπ αλλά και στους ομολογιούχους, ενώ διαμορφώθηκε για άλλη μια φορά κακό κλίμα στην αγορά, με κίνδυνο απομάκρυνσης επενδυτών (π.χ., η κινεζική State Grid που ενδιαφέρεται να αποκτήσει, ως στρατηγικός εταίρος, το 24% του ΑΔΜΗΕ).
Περίπλοκη διευθέτηση
Ειδικότερα, τα προσκόμματα που έθεσαν οι τέσσερις συστημικές τράπεζες, με την πολύκροτη επιστολή τους προς τη ΔΕΗ, ακόμη και με λόγο αντισυνταγματικότητας στη διαδικασία απόσχισης του σημαντικού περιουσιακού στοιχείου της, φαίνεται τώρα πως θα αρθούν, μέσα από τη διαδικασία της γενικής συνέλευσης των μετόχων της εταιρείας, οι οποίοι θα πρέπει να διασφαλίσουν, πλέον, τα δάνεια προς την επιχείρηση επ’ ωφελεία των πιστωτών. Και χθες, τραπεζικοί κύκλοι καλά γνωρίζοντες τις δυσκολίες του εγχειρήματος επέμεναν ότι το χρονοδιάγραμμα της απόσχισης θα μπορούσε να πάει πίσω για δύο εβδομάδες, καθώς απαιτείται εύλογος χρόνος προσαρμογών σε ένα δεσμευτικό κείμενο, με ουσιώδη νομική υπόσταση, ώστε και η όλη διαδικασία της απόσχισης-αποκρατικοποίησης να προχωρήσει κανονικά βάσει των όσων έχουν συμφωνηθεί με τους θεσμούς.
Άρα η αυριανή προγραμματισμένη γενική συνέλευση της ΔΕΗ δεν αποκλείεται και να αναβληθεί ξανά, μέχρι να είναι όλα σωστά προετοιμασμένα, χωρίς κενά που να αφήνουν περιθώρια αμφισβητήσεων και νομικών διεκδικήσεων.
Διαδικασίες αποπληρωμών
Τα σενάρια που ακούγονται είναι ποικίλα. Το επικρατέστερο μιλά για εκχώρηση προς τις τράπεζες συμβάσεων της ΔΕΗ που θα δημιουργήσουν μελλοντικές χρηματοροές, μεταφορά δανείων της στην εταιρεία ειδικού σκοπού του ΑΔΜΗΕ και ταχεία αποπληρωμή οφειλών του Δημοσίου (φορέων) προς την επιχείρηση (περί τα 250 εκατ. ευρώ), προκειμένου αυτή να προχωρήσει σε συνολική κατάπτωση των τμηματικών οφειλών της.
Το γεγονός, πάντως, ότι η κυβέρνηση δεν θέλησε να πάει μπροστά με νομοθετική ρύθμιση (τροπολογία) δημιουργεί ερωτήματα και, σαφώς, περιπλέκει τη λύση από πλευράς νομικής επεξεργασίας.
Προφανώς, είναι ζήτημα πολιτικού γοήτρου, για να μην παραδεχθεί την αστοχία της. Εδώ «κολλάει» και το θέμα της μη απώλειας του 51%, ήτοι του ελέγχου του Δημοσίου επί του ΑΔΜΗΕ. Κάποιοι το βλέπουν ως «αριστερή αγκύλωση», κάποιοι, πάλι, ως «διασφάλιση του δημοσίου συμφέροντος» και κατ’ επέκταση του ελληνικού λαού. Ο οποίος, βεβαίως, παρακολουθεί αμήχανα…
Το χρηματοπιστωτικό σύστημα, από την πλευρά του, αποφεύγει να χαθεί στις μεταφράσεις και μιλά με αριθμούς και στατιστικές κινδύνων, οι οποίοι θα έχουν συνέπειες για το σύνολο της οικονομίας.
Πυρά από την αντιπολίτευση
Με έμφαση στη δεινή οικονομική θέση της ΔΕΗ, επέκρινε την κυβέρνηση για τους χειρισμούς της ο υπεύθυνος της Κ.Ο. της Δημοκρατικής Συμπαράταξης για Ενέργεια, Περιβάλλον και Υποδομές, πρώην υπουργός, Γιάννης Μανιάτης.
Σε ανακοίνωσή του, την Παρασκευή το βράδυ και ενώ ακόμη δεν είχε γίνει γνωστή η σύσκεψη κυβέρνησης-τραπεζών, ανέφερε: «Έχουμε ήδη πολλές φορές καταγγείλει ότι με αποκλειστική ευθύνη της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ/ΑΝΕΛ η ΔΕΗ βρίσκεται σε δεινή οικονομική θέση. Η δημοσιοποίηση τέτοιων στοιχείων γεννά σοβαρά ερωτήματα για τη διασφάλιση της ομαλής λειτουργίας του ηλεκτρικού συστήματος της χώρας. Καλούμε την κυβέρνηση και τον αρμόδιο υπουργό να πάρουν άμεσα θέση στο ζήτημα που αφορά στο κορυφαίο θέμα εθνικής ενεργειακής ασφάλειας και το οποίο προέκυψε από τις κυβερνητικές ιδεοληψίες σε βάρος του δημοσίου συμφέροντος και τις οποίες δεν πρέπει να πληρώσουν ακριβά οι Έλληνες πολίτες».