Από την έντυπη έκδοση
Του Θάνου Τσίρου
[email protected]
Το τέλος της εορταστικής περιόδου σε Ευρώπη και ΗΠΑ σηματοδοτεί την επανέναρξη των διαπραγματεύσεων για την επίτευξη οριστικής συμφωνίας με τους δανειστές, τόσο για την ολοκλήρωση της β’ αξιολόγησης όσο για το κλείδωμα των δημοσιονομικών στόχων μετά το 2018.
Για μέσα στον Ιανουάριο έχουν ήδη προγραμματιστεί δύο εξαιρετικά κρίσιμες συναντήσεις -το Euro Working Group της 12ης Ιανουαρίου και το Eurogroup της 26ης του ίδιου μήνα-, χωρίς να αποκλείεται περαιτέρω εμπλουτισμός της ατζέντας ακόμη και με νέα άφιξη των επικεφαλής του κουαρτέτου στην Αθήνα. Αρμόδιες κυβερνητικές πηγές δεν απέκλειαν το ενδεχόμενο νέου κύκλου επαφών σε κεντρικό ξενοδοχείο της πρωτεύουσας, εκτιμούν όμως ότι οι όποιες σχετικές αποφάσεις θα ληφθούν μετά το Euro Working Group.
O αναθεωρημένος στόχος παραμένει: πλήρης συμφωνία μέχρι το τέλος του μήνα, ώστε να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις ένταξης των ελληνικών ομολόγων στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας την άνοιξη. Η επίτευξη του στόχου, βέβαια, δεν είναι εύκολη, καθώς εκτός από το κλείσιμο των εκκρεμοτήτων με τα προαπαιτούμενα της β’ αξιολόγησης προϋποθέτει και πολιτική συμφωνία για το οικονομικό μέλλον της Ελλάδας μετά το 2018.
Ενώ στην ελληνική κυβέρνηση επικρατεί συγκρατημένη αισιοδοξία ότι η συμπλήρωση δύο ετών στην εξουσία θα συμπέσει χρονικά με την ολοκλήρωση των διαπραγματεύσεων, αξιωματούχοι εκτός Ελλάδας εξακολουθούν να προωθούν το σενάριο λύσης όχι νωρίτερα από την άνοιξη.
Ενδεχομένως και μέσα στην ημέρα, το οικονομικό επιτελείο θα πάρει στα χέρια του τις πρώτες εκτιμήσεις για την πορεία των εσόδων τον Δεκέμβριο. Στο Γενικό Λογιστήριο του Κράτους ελπίζουν ότι το κλείσιμο της χρονιάς θα είναι ακόμη καλύτερο από τις εκτιμήσεις που έγιναν κατά τη σύνταξη του προϋπολογισμού για το 2017. Αυτή η εκτίμηση -εφόσον επιβεβαιωθεί- θα καταστήσει ευκολότερη τη συζήτηση για τους δημοσιονομικούς στόχους του 2017 και του 2018 και θα απομακρύνει κάθε ενδεχόμενο να ζητηθούν «ισοδύναμα» από την πλευρά των δανειστών ειδικά για τη χρήση του 2017.
Με τα μέχρι τώρα δεδομένα, το «μαξιλάρι» ασφαλείας στον προϋπολογισμό του 2016 -στο σκέλος των εσόδων- εκτιμάται σε περίπου 500 εκατ. ευρώ και μένει να φανεί πώς θα διαμορφωθεί το τελικό ποσό μετά και την προσθήκη των δεδομένων του Δεκεμβρίου.
Όταν διακόπηκαν οι διαπραγματεύσεις, οι δύο πλευρές δεν είχαν διαφωνία ως προς τον στόχο του δημοσιονομικού πλεονάσματος του 2017, ενώ για το 2018 οι θεσμοί επέμεναν στην αναγκαιότητα λήψης πρόσθετων μέτρων της τάξεως των 150-300 εκατ. ευρώ (ως προς το τελικό ποσό, ΔΝΤ και ευρωπαϊκοί θεσμοί εμφανίζονται να έχουν διαφορετική άποψη).
Εκτός από το δημοσιονομικό -το κλείσιμο του οποίου θα φέρει άλλο ένα νομοσχέδιο με μέτρα τα οποία κατά κύριο λόγο θα αφορούν την αλλαγή εισοδηματικών και περιουσιακών κριτηρίων χορήγησης υφιστάμενων κοινωνικών επιδομάτων ή φορολογικών απαλλαγών- λύση απαιτείται και στο εργασιακό, το οποίο επίσης αποτελεί μια από τις μεγάλες εκκρεμότητες της β’ αξιολόγησης.
Επίσης θεωρείται δεδομένο ότι η κυβέρνηση θα χρειαστεί να νομοθετήσει στην κατεύθυνση της περαιτέρω απελευθέρωσης των ομαδικών απολύσεων, ενώ παραμένει ως μεγάλη εκκρεμότητα το θέμα της μερικής αποκατάστασης των συλλογικών διαπραγματεύσεων (τουλάχιστον σε ό,τι αφορά την ισχύ των κλαδικών συμβάσεων).
Κυβερνητικά στελέχη εκτιμούν ότι με τον έναν ή τον άλλο τρόπο θα υπάρξει συμφωνία όσον αφορά τα προαπαιτούμενα της β’ αξιολόγησης. Το σημείο όμως που προϋποθέτει αμοιβαίες υποχωρήσεις από όλους τους εμπλεκόμενους στη διαπραγμάτευση είναι οι δημοσιονομικοί στόχοι που θα κληθεί να επιτύχει η ελληνική πλευρά μετά το 2018.