Πτωτικά εκκινεί και σήμερα το Χρηματιστήριο Αθηνών, με τους επενδυτές να στρέφουν το ενδιαφέρον τους τόσο στη σημερινή απόφαση της Federal Reserve, όσο και στις διαπραγματεύσεις Αθήνας – θεσμών για τη β’ αξιολόγηση.
Συγκεκριμένα, λίγο μετά την έναρξη της συνεδρίασης, ο Γενικός Δείκτης υποχωρεί κατά 0,69% στις 635,28 μονάδες, με τον δείκτη υψηλής κεφαλαιοποίησης να καταγράφει μείωση κατά 0,86% στις 1.721,11 μονάδες. Ο τζίρος ανέρχεται μόλις στα 4,90 εκατ. ευρώ, ενώ από το σύνολο των μετοχών, οκτώ ενισχύονται, 29 υποχωρούν και 11 παραμένουν αμετάβλητες.
Ο τραπεζικός κλάδος κινείται πτωτικά κατά 1,66% στις 651,82 μονάδες, καθώς η Εθνική Τράπεζα σημειώνει απώλειες κατά 1,64%, η Τράπεζα Πειραιώς κατά 1,72%, η Eurobank κατά 1,39% και η Alpha Bank κατά 1,56%.
Στο ταμπλό, η μετοχή του Τιτάνα διολισθαίνει κατά 0,94% ενώ στο 0,70% διαμορφώνονται οι απώλειες για τις μετοχές των ΟΤΕ, ΕΛΠΕ, Viohalco και Jumbo. Στον αντίποδα, η μετοχή της ΜΕΤΚΑ ενισχύεται κατά 0,82%, της Lamda Development κατά 0,21% και του Μυτιληναίου κατά 0,16%.
Οι αποδόσεις των ελληνικών ομολόγων κινούνται οριακά πτωτικά, καθώς το 10ετές καταγράφει μείωση στο 6,761%, παραμένοντας κάτω του ψυχολογικού ορίου του 7%. Παράλληλα, η απόδοση του 3ετούς ομολόγου υποχωρεί κατά 1 μονάδα βάσης στο 7,802%, ενώ αντίθετα, η απόδοση του 2ετούς ενισχύεται κατά 3 μονάδες βάσης, στο 6,539%.
Οι επενδυτές έχουν στρέψει το ενδιαφέρον τους στη σημερινή απόφαση της Federal Reserve για την επιτοκιακή πολιτική των ΗΠΑ. Οι αναλυτές αναμένουν αύξηση του επιτοκίου κατά 25 μονάδες βάσης, στο εύρος 0,50% - 0,75%. Θα πρόκειται για την πρώτη αναθεώρηση των επιτοκίων εντός του 2016 καθώς η τελευταία ήταν ακριβώς πριν από ένα χρόνο, τον Δεκέμβριο του 2015.
Στο μεταξύ, συνεχίζονται σήμερα οι διαπραγματεύσεις μεταξύ Αθήνας και θεσμών, προκειμένου να κλείσουν τα εκκρεμεί ζητήματα της β’ αξιολόγησης. Σε κάθε περίπτωση ωστόσο, μόνο θετικό δεν είναι το κλίμα, το οποίο οξύνθηκε έντονα, μετά το άρθρο των υψηλόβαθμων αξιωματούχων των ΔΝΤ για τα πρωτογενή πλεονάσματα και τα νέα μέτρα λιτότητας.
Μάλιστα, το συγκεκριμένο άρθρο έχει εγείρει την αντίδραση όχι μόνο της ελληνικής κυβέρνησης, αλλά και των ευρωπαϊκών θεσμών, με την Κομισιόν και τον ESM να λαμβάνουν σαφείς αποστάσεις από τις θέσεις του Ταμείου. Κατά τη διάρκεια των σημερινών επαφών μεταξύ Αθήνας και θεσμών θα τεθούν τα ζητήματα του εξωδικαστικού συμβιβασμού και του «υπερταμείου».
Σχολιάζοντας τις ευρύτερες εξελίξεις, ο Δημήτρης Τζάνας, αναλυτής της Κύκλος ΑΧΕΠΕΥ, επισημαίνει τα εξής: «Η διαπραγμάτευση της ελληνικής κυβέρνησης με τους θεσμούς βρίσκεται στην τελική φάση, με την Ε.Ε. να ζητεί επιμόνως την παράταση των υψηλών πρωτογενών πλεονασμάτων μετά το 2019 και το ΔΝΤ να επιζητεί πρόσθετα μέτρα προκειμένου αυτά να επιτευχθούν. Η εφικτότητα των παραπάνω τίθεται ωστόσο σε αμφιβολία, αφού αρκεί η κοινή λογική για να πιστοποιηθεί ότι επίτευξη υψηλών πρωτογενών πλεονασμάτων απαιτεί νέα φορολογικά μέτρα, επιλογή αδύνατη από μια οικονομία που ήδη βρίσκεται σε κατάσταση υπερφορολόγησης και σε συνέχεια πολυετούς ύφεσης.
«Τι θα πράξει, λοιπόν, η κυβέρνηση αν δεν μπορέσει να βρει το μίγμα εκείνο που θα ικανοποιήσει όλους τους θεσμούς ώστε να προχωρήσει η δεύτερη αξιολόγηση που συνιστά το προαπαιτούμενο για θετικές εξελίξεις, κυρίως μέσω της ένταξης και των ελληνικών ομολόγων στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ;»
Την ίδια ώρα, κατά 1,3 δισ. ευρώ υποχώρησε η εξάρτηση των εγχώριων τραπεζών από τον ELA τον Νοέμβριο, σύμφωνα με στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδας (ΤτΕ). Ειδικότερα, η χρηματοδότηση των ελληνικών τραπεζών από τον ELA στα τέλη Νοεμβερίου υποχώρησε στα 45 δισ. από 46,3 δισ. τον Οκτώβριο. Παράλληλα, μειώθηκε κατά δύο δισ. ο δανεισμός των ελληνικών τραπεζών από την ΕΚΤ -στα 23,5 δισ. ευρώ από 25,5 δισ. ευρώ- το ίδιο χρονικό διάστημα.
Τέλος, συμφωνία χρηματοδότησης, συνολικού ύψους 85 εκατ. ευρώ, υπέγραψαν ΔΕΗ Ανανεώσιμες και Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων (ΕΤΕπ), στο πλαίσιο της προώθησης νέων έργων στους τομείς της αιολικής και υδροηλεκτρικής παραγωγής ενέργειας.
Σύμφωνα με τη σχετική ανακοίνωση, η χρηματοδοτική συμμετοχή της ΕΤΕπ αφορά στο πρόγραμμα ανακατασκευής (repowering) και κατασκευής 14 αιολικών πάρκων και 4 μικρών, υδροηλεκτρικών σταθμών, με συνολικό κόστος 113,9 εκατ. ευρώ και συνολική εγκαταστημένη ισχύ 90,48 MW.
naftemporiki.gr