Τι σημαίνει η επικύρωση του αναθεωρημένου Συμφώνου Σταθερότητας από τους «25»

Τετάρτη, 23 Μαρτίου 2005 18:12

Στην επικύρωση του αναθεωρημένου Συμφώνου Σταθερότητας, όπως αυτό αναμορφώθηκε από τους υπουργούς Οικονομίας στο Συμβούλιο Ecofin την περασμένη Κυριακή, κατέληξαν οι 25 αρχηγοί κρατών και κυβερνήσεων της ΕΕ κατά την Εαρινή Σύνοδο Κορυφής που ολοκληρώθηκε σήμερα στις Βρυξέλλες.

Σύμφωνα με το αναθεωρημένο κείμενο του Συμφώνου, δεν τροποποιούνται οι βασικές αρχές της Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης και διατηρούνται τα ανώτατα ποσοτικά όρια για το δημοσιονομικό έλλειμμα στο 3% του ΑΕΠ και για το δημόσιο χρέος στο 60% του ΑΕΠ. Παράλληλα, οι διαδικασίες κυρώσεων που θα επιβάλλονται στο εξής σε ένα κράτος-μέλος σε περίπτωση δημοσιονομικού εκτροχιασμού, θα είναι χαλαρότερες, γεγονός που καθιστά το αναθεωρημένο Σύμφωνο πιο εύκαμπτο.

«Η πολιτική συμφωνία που επετεύχθη, ικανοποιεί τις προσδοκίες της Λουξεμβουργιανής Προεδρίας να ενισχύσει τα προληπτικά μέτρα του Συμφώνου», δήλωσε ο προεδρεύων του Συμβουλίου, Ζαν Κλοντ Γιούνκερ, επισημαίνοντας παράλληλα ότι η «σταθερότητα» δεν πρόκειται να αποκλειστεί από τη δικαιοδοσία του Συμβουλίου, αλλά ούτε και από την ανάπτυξη σχετικής πρωτοβουλίας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.

Πιο συγκεκριμένα, βάσει του αναθεωρημένου Συμφώνου Σταθερότητας, όταν μία χώρα-μέλος παρουσιάζει μικρή απόκλιση από το όριο του 3% του ΑΕΠ στο δημοσιονομικό της έλλειμμα, θα λαμβάνονται υπόψη «οι επιπλέον σχετικοί παράγοντες» που ενδεχομένως την οδήγησαν σε δημοσιονομικό εκτροχιασμό. Το αναθεωρημένο Σύμφωνο κάνει μια γενική αναφορά στους παράγοντες που θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη, οι οποίοι είναι ο οικονομικός κύκλος, η ποιότητα των δημοσίων επενδύσεων, οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις (ασφαλιστικά και συνταξιοδοτικά ταμεία), οι επενδύσεις για έρευνα και ανάπτυξη, ο δυνητικός ρυθμός ανάπτυξης μιας χώρας-μέλους κτλ. Ιδιαίτερη βαρύτητα δίδεται επίσης στις χώρες, οι οποίες συνεισφέρουν σημαντικά στον κοινοτικό προϋπολογισμό, καθώς και σε εκείνες που παρέχουν οικονομική βοήθεια σε τρίτες χώρες.

Επιπλέον, το Σύμφωνο καθορίζει ότι ένα κράτος μέλος εξαιρείται από την κίνηση διαδικασίας περί υπερβολικού ελλείμματος, όταν παρουσιάζει οικονομική ύφεση, δηλαδή όταν το ΑΕΠ εμφανίζει πτώση τουλάχιστον 2% σε ετήσια βάση ή και λιγότερο από 2% αν έχει σημειωθεί το απρόοπτο της ύφεσης ή η σωρευτική μείωση της παραγωγής σε σχέση με προηγούμενες τάσεις.

Όσον αφορά τη διόρθωση του υπερβολικού ελλείμματος ενός κράτους-μέλους, το Σύμφωνο καθορίζει την επέκταση του χρόνου προσαρμογής σε τέσσερα έτη, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, αντί για δύο όπως προβλεπόταν πριν την αναθεώρηση. Επίσης οι χώρες με υπερβολικό έλλειμμα υποχρεούνται σε ελάχιστη δημοσιονομική προσπάθεια μείωσης του ελλείμματος κατά τουλάχιστον 0,5% του ΑΕΠ.

Τέλος, σχετικά με το δημόσιο χρέος, το Σύμφωνο αναφέρει ότι θα πρέπει να προσεγγίζεται το όριο του 60% του ΑΕΠ, λαμβάνοντας υπόψη τις μακροοικονομικές συνθήκες και τη δυναμική του χρέους, συμπεριλαμβανομένων των μέτρων για τη μείωσή του. Για τις χώρες-μέλη που παρατηρείται μεγάλη υπέρβαση της τιμής αναφοράς, αποφασίστηκε ότι το Συμβούλιο θα διατυπώνει συστάσεις σχετικά με τα προγράμματα σταθερότητας και σύγκλισης της χώρας αυτής.

Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων



Προτεινόμενα για εσάς





Σχολιασμένα