Η ΑΥΞΗΣΗ των τιμών στην αγορά ιδιοκτησίας της Κίνας, απειλεί τη σταθερότητα της δεύτερης μεγαλύτερης οικονομίας της Ασίας και οι τοπικοί αξιωματούχοι, οι οποίοι απέτυχαν να λάβουν μέτρα για να περιορίσουν την ανάπτυξη θα πρέπει να κάνουν κάτι, σύμφωνα με το ανώτατο κυβερνητικό σώμα της χώρας.
Το κρατικό συμβούλιο της κυβέρνησης της Κίνας, εξέδωσε ένα έγγραφο έξι σελίδων, που μπόρεσε να πάρει το Bloomberg News και το οποίο διενεμήθη στις τοπικές κυβερνήσεις και τα μέσα μαζικής ενημέρωσης της χώρας.
Ο Bi Jianling, εκπρόσωπος του υπουργείου Κατασκευών στο Πεκίνο, επιβεβαίωσε την διανομή του εγγράφου, το οποίο όμως δεν είδε το φως της δημοσιότητας από τα επαρχιακά πρακτορεία μέσων.
«Η υπερβολική αύξηση στις τιμές των κατοικιών, υποσκάπτει άμεσα την ικανότητα των κατοίκων να βελτιώσουν τις συνθήκες διαβίωσής τους, που επιδρούν στην οικονομική και κοινωνική ισορροπία και επηρεάζουν ακόμη και την υγεία της εθνικής οικονομίας», αναφέρεται μεταξύ άλλων στο έγγραφο.
Η εγκύκλιος αντανακλά την αποφασιστικότητα της κυβέρνησης να αποδυναμώσει τις τιμές των κατοικιών στα αστικά κέντρα, οι οποίες εκτινάχθηκαν περίπου 1/5 πέρυσι, μόνο στην Σαγκάη. Στις 16 Μαρτίου, η Κεντρική Τράπεζα της χώρας, αύξησε το ελάχιστο επιτόκιο δανεισμού με το οποίο πρέπει να χρεώνουν οι δανείστριες τα δάνεια κατοικιών, προκειμένου να τις ενθαρρύνουν στην υψηλότερη ζήτηση των πληρωμών σε περιοχές υπερβολικής ανάπτυξης.
«Το ύφος του κρατικού συμβουλίου είναι πολύ σκληρό», ανέφερε ο Fan Weiwei, οικονομολόγος στην China International Capital Corp., της μεγαλύτερης επενδυτικής τράπεζας της χώρας, συμπληρώνοντας: «Ο κόσμος περιμένει οπωσδήποτε στο μέλλον την μεταβολή των τιμών. Η πιθανότητα περαιτέρω αυξήσεων, φαίνεται μηδαμινή».
Η κυβέρνηση της Κίνας, προσπαθεί να περιορίσει την οικονομική ανάπτυξη που έχει ρυθμό 8%, φέτος, από τα υψηλότερα επίπεδα οκτώ ετών στο 9,5% το 2004, με τον περιορισμό των επενδύσεων σε ακίνητα και άλλες βιομηχανίες. Οι επενδύσεις στον κλάδο της ακίνητης περιουσίας, το πρώτο δίμηνο του 2005, αναρριχήθηκαν σε ποσοστό της τάξης του 27%, φθάνοντας στα 120 δισ. γιουάν (14,5 δισ. δολ.) σύμφωνα με σχετική ανακοίνωση της κυβέρνησης αυτόν τον μήνα.