Την ανάγκη αναδιάρθρωσης του λιανεμπορίου στην Ελλάδα, υπογραμμίζει κλαδική ανάλυση της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος (ΕΤΕ), καθώς μόλις το 1/3 του κλάδου λειτουργεί αποτελεσματικά.
Παραθέτοντας τις στρεβλώσεις του ελληνικού εμπορίου, η ΕΤΕ παραδέχεται ότι βασική αδυναμία αποτελεί ο μεγάλος αριθμός των μικρών επιχειρήσεων, οι οποίες παράγουν τα 2/3 του συνολικού τζίρου.
Εξάλλου, όπως επισημαίνει, μεγάλο κομμάτι του πλεονάσματος μικρών επιχειρήσεων οφείλεται σε διαρθρωτικές στρεβλώσεις του περιβάλλοντος επιχειρείν και δημιουργεί εμπόδια στην αποδοτική λειτουργία του κλάδου.
Ως αποτέλεσμα:
- Οι ελληνικές μικρές επιχειρήσεις λιανικού εμπορίου – αν και αντιστοίχου μεγέθους με τις αντίστοιχες ευρωπαϊκές (σε όρους πωλήσεων και απασχόλησης) – δεν καταφέρνουν να παράγουν αντίστοιχο επίπεδο προστιθέμενης αξίας. Η αδύναμη αυτή εικόνα της «μέσης» επιχείρησης λιανικού εμπορίου στην Ελλάδα αποκρύπτει έντονες ανομοιογένειες, καθώς από έρευνα πεδίου φάνηκε η συνύπαρξη α) δυναμικών επιχειρήσεων (38% του τομέα) και β) αδύναμων επιχειρήσεων (¼ του τομέα) οι οποίες βρίσκονται στα όρια επιβίωσης χωρίς να έχουν προβεί σε καμία επενδυτική ή στρατηγική κίνηση την τελευταία πενταετία.
- Το μικρό μέγεθος των επιχειρήσεων λιανεμπορίου δημιουργεί πιέσεις στη ρευστότητα και στον εμπορικό κύκλο τους, καθώς οι προμηθευτές τους έχουν έντονο διαπραγματευτικό πλεονέκτημα, με το βασικό προμηθευτή να καλύπτει το 40% των συνολικών πρώτων υλών και να είναι κυρίως μεγάλη επιχείρηση.
- Ο κλάδος λιανικού εμπορίου στην Ελλάδα χαρακτηρίζεται από αναποτελεσματική χρήση παγίων κεφαλαίων, χρησιμοποιώντας σχεδόν 5πλασίας αξίας πάγια κεφάλαια σε σχέση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο για να πετύχει 1 ευρώ πωλήσεων. Από την άλλη πλευρά, είναι σημαντικό να σημειώσουμε ότι ο έτερος παραγωγικός συντελεστής – η εργασία – δε φαίνεται πλεονασματικός καθώς οι απασχολούμενοι που απαιτούνται για την επίτευξη 1 ευρώ πωλήσεων είναι μόλις 16% περισσότεροι σε σχέση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο.
«Η αναδιάρθρωση του κλάδου εκτιμάται ότι θα συνεχιστεί χωρίς έντονες πιέσεις περιορισμού της απασχόλησης» εκτιμά η ΕΤΕ και θεωρεί ότι η επόμενη ημέρα αναμένεται με παρόμοιο αριθμό εργαζομένων, οι οποίοι θα απασχολούνται σε κατά μέσο όρο, μεγαλύτερες επιχειρήσεις που θα έχουν τη δυναμική να επιφέρουν υψηλή προστιθεμένη αξία στον κλάδο.