Από την έντυπη έκδοση
Της Τέτης Ηγουμενίδη
[email protected]
Εκδήλωση ενδιαφέροντος για τη υπαγωγή τους σε διαδικασία διευθέτησης διαφορών έχουν καταθέσει στην Επιτροπή Ανταγωνισμού (Ε.Α.) όλες οι μεγάλες κατασκευαστικές εταιρείες που με βάση την εισήγηση της Επιτροπής κατηγορούνται για τη δημιουργία καρτέλ.
Για τον λόγο αυτό έχει αναβληθεί για άγνωστο χρονικό διάστημα η συζήτηση του θέματος στην Ολομέλεια της Ε.Α. (είχε αρχικά οριστεί για τις 26 Σεπτεμβρίου), η οποία το επόμενο διάστημα θα κρίνει αν θα κάνει δεκτά τα αιτήματα των τεχνικών εταιρειών.
Σύμφωνα με πληροφορίες, την υπαγωγή τους σε διαδικασία διευθέτησης διαφορών έχουν μεταξύ άλλων αιτηθεί οι Ελλάκτωρ, J&P Άβαξ, ΓΕΚ Τέρνα, Ιντρακάτ και ΑΕΓΕΚ. Πρόκειται για τις εταιρείες που βάσει της εισήγησης της Ε.Α. - μαζί με την Τεχνική Ολυμπιακή (η οποία έχει μπει σε πρόγραμμα επιείκειας, καθώς ο βασικός της μέτοχος έχει παράσχει στην Επιτροπή στοιχεία για την υπόθεση) «πρωταγωνιστούν». Όπως έχει γράψει η «Ν» (9.8.2016), ειδικά για τις δύο πρώτες οι αναφορές της Επιτροπής Ανταγωνισμού είναι σκληρές, όπως αυτή: «Για όλους τους άνω λόγους εκτιμάται ότι το επιβλητέο στους ομίλους Ελλάκτωρ και J&P Άβαξ πρόστιμο πρέπει να προσαυξηθεί, ώστε να αντικατοπτρίζει την αποφασιστικότητα και την ευόδωση των σκοπών της υπό εξέτασης καρτελικής σύμπραξης».
Τι προβλέπει η διαδικασία
Οι κατασκευαστικές εταιρείες επέλεξαν, όπως αναμενόταν, τη διαδικασία διευθέτησης, γιατί με αυτή θα έχουν τη δυνατότητα να «διαπραγματευτούν» το πρόστιμο, αλλά και γιατί έτσι επιτυγχάνουν την αναστολή των ποινικών διώξεων των φυσικών προσώπων-στελεχών που εμπλέκονται. Εφόσον η Ε.Α. κάνει δεκτό το αίτημά τους, θα πραγματοποιηθούν διμερείς διαπραγματεύσεις (διμερείς συσκέψεις με την Ε.Α., όπως ονομάζονται τυπικά) μεταξύ των στελεχών της Επιτροπής και της καθεμιάς εταιρείας. Στη συνέχεια η διαδικασία προβλέπει υποβολή προτάσεων διευθέτησης διαφοράς, από τις εταιρείες εντός προθεσμίας που θέτει η Ε.Α., τη σύνταξη και κοινοποίηση Εισήγησης Διευθέτησης, εντός τριών μηνών από την τελευταία πρόταση διευθέτησης διαφοράς, τη δήλωση διευθέτησης των μερών εντός δέκα ημερών από την επίδοση της Εισήγησης Διευθέτησης και τέλος τη λήψη απόφασης της Ε.Α. για τη διευθέτηση της διαφοράς.
Τα πρόστιμα που δύναται να επιβάλει η Ε.Α. στις περιπτώσεις διαπίστωσης καρτέλ μπορεί να φθάσουν έως και το 10% του τελευταίου ετήσιου τζίρου της εταιρείας που εμπλέκεται. Στην περίπτωση που μια εταιρεία θα μπει στη διαδικασία διευθέτησης διαφορών, το πρόστιμό της θα μειωθεί 15%. Σημαντικό είναι επίσης το γεγονός ότι δεν ξεκινούν ποινικές διώξεις των φυσικών προσώπων, αφού θεωρείται πως η υπόθεση τελεί υπό διευθέτηση.
Σημειώνεται ότι η διαδικασία διευθέτησης διαφορών θεσπίστηκε πρόσφατα και αφορά τις περιπτώσεις που επιχειρήσεις ή ενώσεις επιχειρήσεων, εκούσια και με ελεύθερη βούληση, παραδέχονται τη συμμετοχή τους σε αποδιδόμενη σε αυτές οριζόντια καρτελική σύμπραξη, κατά παράβαση του άρθρου 1 του Ν. 3959/2011 ή/και του άρθρου 101 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ), ενώ θεσπίστηκε με την αιτιολογία της απλοποίησης και επιτάχυνσης της διοικητικής διαδικασίας έκδοσης αποφάσεων από την Επιτροπή Ανταγωνισμού.
Δεκάδες έργα από το 1981
Υπενθυμίζεται ότι η Ε.Α. κατηγορεί 45 τεχνικές εταιρείες (σχεδόν το σύνολο του ελληνικού κατασκευαστικού κλάδου συν ορισμένες ξένες εταιρείες) για τη δημιουργία καρτέλ και η σχετική της εισήγηση αναφέρεται σε δεκάδες μικρά και μεγάλα έργα και για μακρά χρονική περίοδο, που ξεκινά από το 1981 και φθάνει έως σήμερα. Η όλη υπόθεση θεωρείται εξαιρετικά κρίσιμη και όχι μόνον για το μέλλον του κατασκευαστικού κλάδου που θεωρητικά αν του επιβληθεί το ανώτερο δυνατό πρόστιμο δεν θα είναι σε θέση να επιβιώσει. Η κυβέρνηση έχει έρθει ήδη αντιμέτωπη με το χειρότερο δυνατό σενάριο, αυτό της επιστροφής πολλών δισ. ευρώ στα κοινοτικά διαρθρωτικά ταμεία, έπειτα από την απόφαση της Κομισιόν να «παγώσει» προσωρινά κοινοτικά κονδύλια προς την Ελλάδα, ύψους 13,5 εκατ. ευρώ, λόγω της υπόθεσης που διερευνάται. Όπως εκτιμάται από τους νομικούς, αν το τελικό πόρισμα κάνει λόγο για ζημιά του Δημοσίου, η χώρα θα κληθεί να επιστρέψει στην Ε.Ε. τα κονδύλια από τα έργα που εμπλέκονται, δηλαδή ένα ποσό ασύλληπτα μεγάλο.