Από την έντυπη έκδοση
Της Σοφίας Εμμανουήλ
[email protected]
Με πάνω από 35 καταστήματα παγκοσμίως η ελληνική εταιρεία παιδικών ρούχων Mini Raxevsky επενδύει συστηματικά στη σχέση της με το διεθνές καταναλωτικό κοινό αναπτύσσοντας το δίκτυό της και στις πέντε ηπείρους.
Οι πληροφορίες θέλουν την εταιρεία να έχει κλείσει ήδη συμφωνία για επέκταση στην Αυστραλία, όπου αναμένεται να εγκαινιάσει την παρουσία της τον Αύγουστο. Επίσης, τον Σεπτέμβριο προβλέπεται άνοιγμα της αγοράς της Νοτίου Αφρικής και το φθινόπωρο η ενεργοποίηση συμφωνίας για e-shop στη Φλόριντα. Οι κινήσεις αυτές χαρακτηρίζονται από τη διοίκηση στρατηγικής σημασίας καθώς αφενός τοποθετούν το ελληνικό σήμα σε όλες τις ηπείρους και αφετέρου ανοίγουν τον δρόμο για περαιτέρω επέκταση στην αμερικανική αγορά μέσω συνεργασιών master franchise - στη Βόρεια και Νότια Αμερική λαμβάνοντας ως βάση τις παραπάνω πόλεις. Την τελευταία διετία, το γνωστό στον κλάδο παιδικής ένδυσης brand έκανε ντεμπούτο σε ορισμένες από τις μεγαλύτερες μητροπόλεις του κόσμου, μεταξύ των οποίων το Λονδίνο, το Ριάντ, η Γερεβάν, η Λεμεσός κ.ά.
Σήμερα το δίκτυο αριθμεί 25 καταστήματα στην Ελλάδα και 11 στο εξωτερικό, ενώ τη φυσική παρουσία του brand στην αγορά ενισχύουν τα e-shop. H ελληνική εταιρεία θέτει υψηλούς στόχους και τους επιβεβαιώνει, καθώς τα προϊόντα της διατίθενται μεταξύ άλλων: στην Ιταλία, που είναι και η μόνη χώρα στην οποία η ανάπτυξη γίνεται μέσω δικτύου χονδρικής (με πάνω από 80 σημεία πώλησης), καθώς και σε Κύπρο, Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, Μεξικό, Σαουδική Αραβία, Αρμενία και Σιγκαπούρη.
Η Mini Raxevsky έχει υιοθετήσει στρατηγική εξωστρέφειας τα τελευταία χρόνια με στόχο σε μεγάλο βαθμό να αντισταθμίσει τις πιέσεις από τη συνεχιζόμενη κρίση στην εγχώρια αγορά. Χάρη στη διείσδυση του σήματος σε νέες αγορές, η εταιρεία έχει καταφέρει να σταθεροποιήσει τα μεγέθη της, με πωλήσεις πάνω από τα 5 εκατ. ευρώ και αυξανόμενη κερδοφορία.
«Με πίστη στις ικανότητες και τη δημιουργικότητα των Ελλήνων», όπως τονίζει η διοίκηση της εταιρείας, η Mini Raxevsky θα συνεχίσει να επενδύει τόσο στη σχέση της με τους Έλληνες καταναλωτές όσο και στην περαιτέρω ανάπτυξη εκτός συνόρων.