Με μεγάλη συγκέντρωση μπροστά στο κτίριο της ΟΤΟΕ στην οδό Σίνα απάντησε σήμερα η ΟΤΟΕ, αλλά και η ΓΣΕΕ, η ΑΔΕΔΥ και οι ομοσπονδίες των ΔΕΚΟ, στις θέσεις της κυβέρνησης για το ασφαλιστικό των τραπεζοϋπαλλήλων.
Η ΟΤΟΕ αποφάσισε ομόφωνα να συνεχίσει την απεργία με νέα 48ωρη αύριο και την Τρίτη.
Ο πρόεδρος της ΓΣΕΕ Χρήστος Πολυζωγόπουλος ανακοίνωσε ότι αύριο η Εκτελεστική Γραμματεία της ΓΣΕΕ θα αποφασίσει 24ωρη πανελλαδική απεργία την επόμενη Παρασκευή, προειδοποιώντας την κυβέρνηση ότι οι τραπεζοϋπάλληλοι δεν είναι μόνοι στη σύγκρουση που έχει ξεκινήσει. Στο ίδιο μήκος κύματος ο πρόεδρος της ΑΔΕΔΥ Σπύρος Παπασπύρος.
Ο πρόεδρος της ΟΤΟΕ Δημήτρης Τσουκαλάς ζήτησε να παγώσει για ένα μήνα ή κατάθεση της ρύθμισης για να γίνει ουσιαστικός διάλογος. Να προσφύγουν στη Δικαιοσύνη, αξιώνοντας τις παροχές που δικαιούνται αλλά χάνουν με την προτεινόμενη ρύθμιση, κάλεσε σήμερα τους εργαζομένους στις τράπεζες και τους συνταξιούχους, ο βουλευτής του ΠΑΣΟΚ Ευάγγελος Βενιζέλος http://www.naftemporiki.gr/news/static/05/06/16/1062027.htm .
Τα βασικά σημεία διαφωνίας
Νωρίτερα, στη συνέντευξη Τύπου της ΟΤΟΕ παρουσιάστηκαν τα στοιχεία στα οποία η ομοσπονδία θεμελιώνει τη διαφωνία της με το περιεχόμενο των κυβερνητικών θέσεων.
Σε ανακοίνωσή της, η ΟΤΟΕ υπογραμμίζει ότι θεμελιωμένα επικουρικά δικαιώματα ύψους 5.173 δισ. ευρώ χαρίζονται για να αυξηθούν τα υπερκέρδη των τραπεζών. Σημειώνει επίσης ότι θα μειωθούν οι εισφορές των τραπεζιτών από 26,5% που είναι σήμερα μέσα στην επόμενη πενταετία στο 13,3% στην κύρια ασφάλιση και από 9% στο 3% για την επικουρική ασφάλιση. Η διαφορά που προκύπτει απ' αυτή τη μείωση θα μετακυληθεί, σύμφωνα με την ΟΤΟΕ, στον Ελληνα φορολογούμενο μέσω του ΙΚΑ και του ΕΤΕΑΜ.
Σύμφωνα με το κυβερνητικό σχέδιο, θα προκύψει αύξηση στα όρια ηλικίας συνταξιοδότησης η οποία για τις γυναίκες κλιμακώνεται από 12-17 έτη και για τους άνδρες υπολογίζεται στα πέντε έτη εργασίας παραπάνω.
Τέλος, η ΟΤΟΕ υπογραμμίζει ότι η δυσμενής τροποποίηση των ασφαλιστικών δικαιωμάτων αφορά όλο τον κλάδο, αφού το κυβερνητικό σχέδιο περιλαμβάνει εμμέσως αλλά σαφώς και τους ασφαλισμένους πριν από την 31-12-1992.
Σύμφωνα με την ΟΤΟΕ, τα βασικά σημεία που αφορούν το διάλογο με την κυβέρνηση και τους τραπεζίτες συνοψίζονται στα εξής:
«1. Οι τραπεζοϋπάλληλοι δεν είναι προνομιούχοι. Οι καθαρές τους αποδοχές ξεκινούν από 580 ευρώ και στα 35 χρόνια εργασίας κυμαίνονται μεταξύ 1.300 και 1.500 ευρώ.
2. Οι τραπεζοϋπάλληλοι καταβάλλουν υψηλές εισφορές στα ταμεία τους. Στην κύρια σύνταξη 11% και στην επικουρική 7,25%.
3. Τα επικουρικά ταμεία έχουν προκύψει από συλλογικές συμβάσεις εργασίας, κάποια απ' αυτά από το 1948, το 1951 κλπ. Είναι σωματειακής μορφής, ειδικοί λογαριασμοί, έντοκοι λογαριασμοί καταθέσεων κλπ. που προστατεύονται από τον Αρειο Πάγο, το Συμβούλιο Επικρατείας αλλά και το ίδιο το Σύνταγμα.
4. Για το διάλογο των έξι μηνών πραγματοποιήθηκαν πέντε συναντήσεις διάρκειας περίπου δύο ωρών η καθεμιά, δηλαδή δέκα ώρες περίπου συζήτηση με ελάχιστη συμμετοχή της κυβέρνησης. Αυτό αποδεικνύει ότι ο διάλογος ήταν προσχηματικός.
5. Η ΟΤΟΕ διεκδικεί τη δημιουργία ενιαίου ταμείου ασφάλισης των τραπεζοϋπαλλήλων χωρίς διαχωρισμούς, με ίδιες εισφορές, παροχές και προϋποθέσεις για όλους και με τη νομική μορφή ΝΠΙΔ σε διμερές επίπεδο χωρίς κρατική επιχορήγηση και χρηματοδότηση μόνο από τα υπερκέρδη των τραπεζών, τις εισφορές των τραπεζοϋπαλλήλων και την περιουσία των σημερινών ταμείων.
6. Για την "κινδυνολογία" σχετικά με τα διεθνή λογιστικά πρότυπα, δεν δημιουργείται κίνδυνος κατάρρευσης των κρατικών τραπεζών και ότι το πρόβλημα αντιμετωπίζεται με αύξηση μετοχικού κεφαλαίου. Εξάλλου, το ζήτημα ήταν γνωστό από το 1990 και τις διαδοχικές τροποποιήσεις του '93, του '99, του 2000 και του 2002, καταλήγοντας στο ερώτημα γιατί οι τραπεζίτες, αφού γνώριζαν το ζήτημα αυτό, δεν δημιούργησαν μέχρι σήμερα αποθεματικά για να το αντιμετωπίσουν.
7. Η κυβέρνηση αναφέρεται σε ανισότητες και διαφορές μεταξύ των ταμείων. Το κάνει αυτό για να πετύχει την εξίσωση των δικαιωμάτων προς τα κάτω. Προκύπτει όμως ότι οι μεγάλες εισφορές που οι τραπεζοϋπάλληλοι πληρώνουν σε κάποια ταμεία δημιουργούν το δικαίωμα και την προσδοκία για υψηλότερες παροχές».