Στην κατάθεση 12 συγκεκριμένων προτάσεων για το αναπτυξιακό νομοσχέδιο κατέθεσε στην αρμόδια επιτροπή της Βουλής η ΓΣΕΒΕΕ.
Οι προτάσεις αυτές επί των άρθρων είναι οι εξής:
1) Μείωση της ελάχιστης απαιτούμενης επένδυσης για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις (άρθρο 5, Προϋποθέσεις υπαγωγής, να οριστεί στις 50-75,000 ευρώ). Η συμμετοχή των μικρών επιχειρήσεων στα αναπτυξιακά προγράμματα και στις δημόσιες συμβάσεις παραμένει εξαιρετικά περιορισμένη (11% και 18% αντίστοιχα σύμφωνα με τις μελέτες ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ), και βασική αιτία είναι η παραπάνω ρύθμιση. Οι μικρές επιχειρήσεις αποτελούν πυλώνες ανάπτυξης της τοπικής οικονομίας και αύξησης της απασχόλησης, και με βάση αυτά τα κριτήρια θα πρέπει να αξιολογηθούν.
2) Απάλειψη της διάταξης που υποχρεώνει τις επιχειρήσεις που θα αιτηθούν την ένταξή τους στον Αναπτυξιακό Νόμο να τηρούν βιβλία Γ’ κατηγορίας (άρθρο 21, παρ. 1). Αυτή η υποχρέωση αποκλείει μεγάλο ποσοστό μικρών επιχειρήσεων και τις απομακρύνει από την αναζήτηση βιώσιμων καινοτόμων μεθόδων παραγωγής, με σκοπό την επιχειρηματική και οργανωσιακή τους αναβάθμιση. Το επιχείρημα της αδυναμίας αξιολόγησης δεν ευσταθεί, διότι δύνανται να υιοθετηθούν αντίστοιχα κριτήρια με ΕΣΠΑ (φορολογικά και ασφαλιστικά έγγραφα, και μάλιστα αυτεπάγγελτα). Πρέπει να δοθεί τουλάχιστον μεταβατικός χρόνος προσαρμογής.
3) Το κριτήριο της δημιουργίας νέων θέσεων απασχόλησης αξιολογείται θετικά (άρθρο 8, παρ. 5), ιδιαίτερα για τις περιπτώσεις των ΜμΕ που κατέχουν το υψηλότερο ποσοστό δημιουργίας νέων θέσεων απασχόλησης.
4) Καθιέρωση υποχρέωσης για δημοσίευση αναπτυξιακού προγράμματος κάθε 4-5ετία. Σταθερότητα φορολογικού πλαισίου για όσο διάστημα ισχύει ο Αναπτυξιακός Νόμος για όλες τις επιχειρήσεις. Αξιολόγηση αποτελεσμάτων αναπτυξιακού ως προς τα κοινωνικά και οικονομικά οφέλη (πολλαπλασιαστής, περιφερειακή ανάπτυξη) μέσα από συνέργιες Ινστιτούτων ενδιαφερόμενων μερών, ΚΕΠΕ, Γραφείο Προϋπολογισμού Βουλής. Είναι θετική η πρόβλεψη δημιουργίας του Αναπτυξιακού Συμβουλίου, με τη λειτουργία της Επιστημονικής Επιτροπής και της Επιτροπής Κοινωνικών Εταίρων και Δημόσιας Διοίκησης (Άρθρα 70-73), που καλύπτουν ένα σημαντικό θεσμικό κενό αξιολόγησης συνεπειών από την εφαρμογή των αναπτυξιακών πολιτικών.
5) Ένταξη στον Επενδυτικό Νόμο δικαιούχων που έχουν ως σκοπό την αναβάθμιση υφιστάμενων παραγωγικών μονάδων ή της επαναλειτουργίας σχολαζουσών μονάδων εργοστασίων, ή την ένταξη αντίστοιχων περιπτώσεων σε συνεργατικά σχήματα που παράγουν τεκμηριωμένα οικονομίες κλίμακας. Δεν αρκεί η υποπερίπτωση των εξαγορών, να διευρυνθεί και στις περιπτώσεις επαναλειτουργίας με συγκεκριμένες προϋποθέσεις. Η επαναλειτουργία μιας επιχείρησης θα πρέπει να ενθαρρυνθεί είτε μέσω εξαγορών, είτε μέσα από συγχωνεύσεις και αναδιαρθρώσεις. Περιγράφεται άλλωστε στη γενική κατηγορία του στόχου του άρθρου 1.η (ενθάρρυνση συγχωνεύσεων) και πρέπει να εξειδικευτεί σε επιχειρηματικές δράσεις που έχουν υψηλή προστιθέμενη αξία για την ελληνική οικονομία.
6) Θα πρέπει να υπάρξει μια έξυπνη εξειδίκευση της πρότασης για χρήση των υφιστάμενων αποθεματικών ή μελλοντικών κερδών, με κίνητρο την αναλογική μείωση των φόρων επί των κερδών που αποθεματοποιούνται και κατατίθενται σε ειδικό λογαριασμό αναπτυξιακού ταμείου (επέκταση άρθρου 5δ και προσδιορισμός δράσεων στο άρθρο 59). Προτείνεται η καθιέρωση ειδικού λογαριασμού τοποθέτησης κεφαλαίων από κέρδη χρήσης, τα οποία δε θα φορολογούνται και θα διατίθενται από ειδικό ταμείο σε αναπτυξιακούς σκοπούς μικρών επιχειρήσεων. Δράσεις του Αναπτυξιακού δύνανται να χρηματοδοτούνται από αυτό το Ταμείο, το οποίο θα μοχλεύει και χρήματα άλλων διεθνών χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων.
7) Ο ελάχιστος αριθμός συμμετοχής 8 επιχειρήσεων για τη δημιουργία συνεργατικού σχηματισμού, δυνητικού δικαιούχου ενίσχυσης αποτελεί μια αυθαίρετη πρόβλεψη, που αποτρέπει την κινητοποίηση συνεργατικών δράσεων
8) Πρόβλεψη δικαιώματος συμμετοχής, σε καθετοποιημένα σχήματα παραγωγής και διακίνησης και συνεργατικών σχηματισμών σε επιχειρήσεις εξαιρούμενων κλάδων ενίσχυσης (άρθρο 7), όπως σε αυτές που δραστηριοποιούνται στο εμπόριο και την εστίαση (ευρύτερα στον αγροδιατροφικό και τουριστικό κλάδο). Έμφαση θα πρέπει να δοθεί στις συμπράξεις, αλυσίδες αξίες και δικτυώσεις που δύνανται να πραγματοποιηθούν σε διαπεριφερειακό και διακλαδικό επίπεδο.
9) Πρέπει να εκσυγχρονιστεί και όχι να υποβαθμιστεί η διαδικασία συλλογής και αξιολόγησης των επενδυτικών σχεδίων (άρθρο 14), καθώς και ελέγχου υλοποίησης. Η διαδικασία αξιολόγησης των επενδυτικών σχεδίων (άρθρο 14) θα πρέπει να πληροί βασικούς κανόνες διαφάνειας και σύγχρονης ηλεκτρονικής διακυβέρνησης (έλεγχος πορείας αίτησης, αριθμός προτεραιότητας, πιθανός χρόνος ελέγχου κα). Το μητρώο αξιολογητών και ελεγκτών πρέπει να καταρτίζεται με ελάχιστα αντικειμενικά τυπικά και ουσιαστικά κριτήρια επιστημονικής επάρκειας (πτυχίο, εμπειρία), διαφάνειας και αφού έχουν προηγηθεί ανοιχτές διαδικασίες κατάρτισης/ εκπαίδευσης δίχως αυτές να αυξάνουν το κόστος συμμετοχής ή να αποκλείουν ομάδες επαγγελμάτων. Προτείνεται η διεύρυνση του αριθμού αξιολογητών για λόγους διαφάνειας (άρθρο 24, 25).
10) Η μέριμνα που λαμβάνεται για τις επενδύσεις των προηγούμενων νόμων και δύνανται να ολοκληρωθούν μέσα από συγκεκριμένες ρυθμίσεις αποτελεί θετική πρωτοβουλία (άρθρο 14), ωστόσο η χρονική έκταση των επιχορηγήσεων δημιουργεί προβλήματα ουσιαστικής κινητοποίησης της επένδυσης (το 6μηνο υλοποίησης είναι πολύ περιοριστικό). Πρέπει να εξεταστούν κατά προτεραιότητα ειδικές περιπτώσεις επενδύσεων που αξιολογήθηκαν και μεταφέρθηκαν από εθνικούς νόμους σε προγράμματα ΕΣΠΑ, και αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα γραφειοκρατίας.
11) Άμεση εξειδίκευση των ΚΥΑ (άρθρα 7, 29) για διασφάλιση σταθερότητας, διαφάνειας και αποτελεσματική οργάνωση των σχεδίων και χρονοδιαγραμμάτων των επενδυτών.
12) Προσαρμογή του Νόμου για τις Στρατηγικές Επενδύσεις (ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΓ), ώστε να περιλαμβάνει όλες τις εντασσόμενες επενδύσεις σε διαδικασίες επιτάχυνσης της υλοποίησης, τουλάχιστον ως προς το διοικητικό σκέλος αδειοδότησης (άρθρο 68).