Από την έντυπη έκδοση
Συνέντευξη στον Βασίλη Κωστούλα
[email protected]
«Δεν είναι δική μου δουλειά να εκφέρω γνώμη για τις επιλογές της ελληνικής κυβέρνησης σε θέματα φορολογικής πολιτικής», αλλά «εκείνο που μετράει είναι όλοι να καταβάλλουν τα οφειλόμενα σε φόρους», δηλώνει με συνέντευξη στη «Ν» ο υπουργός Οικονομικών της Γαλλίας Μισέλ Σαπέν, ο οποίος επισκέφτηκε την Αθήνα συνοδεύοντας τον Γάλλο πρωθυπουργό Μανουέλ Βαλς.
«Τώρα, χωρίς χαλάρωση των (σ.σ.: δημοσιονομικών) προσπαθειών, πρέπει η προσοχή να επικεντρωθεί στην απτή εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων που έχει ανάγκη η ελληνική οικονομία και στις επενδύσεις που επίσης έχει ανάγκη», σημειώνει ο κ. Σαπέν, εκφράζοντας την άποψη ότι η συμφωνία του Eurogroup της 24ης Μαΐου «θα δώσει οξυγόνο και ορατότητα».
Στον τομέα των επενδύσεων, παρατηρεί πως «η αποκατάσταση της εμπιστοσύνης αποτελεί το κλειδί, πέραν των κατατάξεων που μπορεί να διαφέρουν από έτος σε έτος».
Αναφορικά με το ελληνικό χρέος, δηλώνει πως είναι ρητή η δέσμευση των πιστωτών για αναδιάρθρωση, μέσα από έναν συνδυασμό εργαλείων που δεν θα περιλαμβάνει «κούρεμα». Μάλιστα, «η Γαλλία θα μεριμνήσει για αυτό».
Ο ίδιος εκτιμά ότι το ΔΝΤ είναι έτοιμο να αποφασίσει τη συμμετοχή του στο πρόγραμμα.
Η ελληνική κυβέρνηση αλλά και η Κομισιόν εμφανίζονται αισιόδοξες ότι η Ελλάδα θα επιστρέψει σε θετικό ρυθμό ανάκαμψης έως το 2017. Ωστόσο, το τρέχον πρόγραμμα, το τρίτο στη σειρά, στηρίζεται σε μια νέα γενικευμένη αύξηση των φορολογικών βαρών, μέσα σε ένα οικονομικό περιβάλλον που είναι ήδη επιβαρυμένο από 6 χρόνια ύφεσης. Θεωρείτε πραγματικά ότι αυτή η «συνταγή» μπορεί να δουλέψει;
«Δεν είναι δική μου δουλειά να εκφέρω γνώμη για τις επιλογές της ελληνικής κυβέρνησης σε θέματα φορολογικής πολιτικής, στο πλαίσιο των συζητήσεων της κυβέρνησης με τους θεσμούς.
Εκείνο που γνωρίζω είναι ότι οι προοπτικές ανάκαμψης της ελληνικής οικονομίας βελτιώνονται και ότι η εμπιστοσύνη που αποκαταστάθηκε εδώ και έναν χρόνο ανάμεσα στην Ελλάδα και τους Ευρωπαίους εταίρους της συνέβαλε σε αυτήν την εξέλιξη σε μεγάλο βαθμό.
Επίσης, πρέπει να θυμηθούμε ότι το τρέχον πρόγραμμα βοήθειας μείωσε σε μεγάλο βαθμό τους δημοσιονομικούς στόχους σε σχέση με τα προηγούμενα προγράμματα, κι αυτό είναι καλό.
Όσο για τη φορολογία, επαναλαμβάνω αυτό που λέω εξαρχής για την περίπτωση της Ελλάδας, αλλά διέπεται και από την ίδια λογική με τους αγώνες που διεξάγουμε στη Γαλλία, σε ευρωπαϊκό αλλά και σε διεθνές επίπεδο στο θέμα της καταπολέμησης της φοροδιαφυγής και της φορολογικής βελτιστοποίησης.
Εκείνο που μετράει είναι όλοι να καταβάλλουν τα οφειλόμενα σε φόρους, να αγωνιζόμαστε εναντίον όσων προσπαθούν να αποφύγουν τις κοινές προσπάθειες.
Έχει ξεκινήσει μια σημαντική εργασία σε βάθος, στο πλαίσιο του προγράμματος με σκοπό τον εκσυγχρονισμό της ελληνικής φορολογικής διοίκησης και τη βελτίωση της συλλογής των φόρων.
Αυτό θα πάρει χρόνο, αλλά είναι απολύτως κρίσιμης σημασίας. Η Γαλλία πρωτοστατεί στη βοήθεια προς την ελληνική διοίκηση.
Με την ευκαιρία της επίσκεψης στην Ελλάδα του προέδρου της Γαλλικής Δημοκρατίας, κ. Φρανσουά Ολάντ, τον περασμένο Οκτώβριο, υπέγραψα με τον συνάδελφό μου Ευκλείδη Τσακαλώτο ένα πρωτόκολλο τεχνικής συνδρομής ώστε να βοηθήσει η γαλλική διοίκηση την ελληνική να υιοθετήσει αποτελεσματικές μεθόδους εντοπισμού φορολογουμένων μεγάλου φορολογικού ενδιαφέροντος, προγράμματα εκπαίδευσης των υπαλλήλων του υπουργείου Οικονομικών και έχουμε ήδη αποσπάσει μόνιμα έναν Γάλλο εμπειρογνώμονα υψηλού επιπέδου στην ελληνική διοικητική μηχανή».
Κύριο ζητούμενο του ελληνικού προγράμματος ήταν εξαρχής η βελτίωση της ανταγωνιστικότητας, για την προσέλκυση επενδύσεων και τη δημιουργία θέσεων εργασίας. Ενδεικτικά της ελλιπούς προόδου στον συγκεκριμένο τομέα είναι τα τελευταία στοιχεία του Institute for Management Development, σύμφωνα με τα οποία η Ελλάδα υποχώρησε από την 50ή στην 56η θέση της κατάταξης ανάμεσα σε 61 χώρες. Γιατί το πρόγραμμα εξαντλείται στους βραχυπρόθεσμους στόχους της δημοσιονομικής προσαρμογής και δεν επικεντρώνεται περισσότερο στις διαρθρωτικές αλλαγές;
«Στόχος του προγράμματος χρηματοδοτικής βοήθειας πρέπει να είναι να ξανασταθεί στα πόδια της η ελληνική οικονομία με τρόπο διαρκή, αυτή είναι η δική μας ανάγνωση.
Αυτός είναι και ο λόγος που η συμφωνία του Eurogroup της 24ης Μαΐου είναι τόσο σημαντική : θα δώσει οξυγόνο και ορατότητα στις ελληνικές όπως και στις ευρωπαϊκές Αρχές, αλλά επίσης και κυρίως στους ελληνικούς και ξένους οικονομικούς παράγοντες. Η αποκατάσταση της εμπιστοσύνης αποτελεί το κλειδί και για την προσέλκυση ξένων επενδύσεων, πέραν των κατατάξεων που μπορεί να διαφέρουν από έτος σε έτος.
Από την άποψη αυτή, έχετε δίκιο να λέτε ότι δεν αρκούν μόνον μέτρα δημοσιονομικής πολιτικής αλλά χρειάζονται επίσης και διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, αυτό που ονομάζω μεταρρυθμίσεις σε βάθος: η επίδειξη αυστηρότητας στη διαχείριση των δημοσίων οικονομικών ήταν απαραίτητη σε πρώτο χρόνο για την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης, αλλά τώρα, χωρίς χαλάρωση των προσπαθειών, πρέπει η προσοχή να επικεντρωθεί στην απτή εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων που έχει ανάγκη η ελληνική οικονομία και στις επενδύσεις που επίσης έχει ανάγκη.
Είναι το μήνυμα που ο πρωθυπουργός Μανουέλ Βαλς και εγώ ο ίδιος ήρθαμε να δώσουμε κατά τη διάρκεια της επίσκεψής μας: η Γαλλία, η διοίκησή της, οι επιχειρήσεις της είναι εδώ για να συνδράμουν την Ελλάδα στην υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων αυτών, για να επενδύσουν στην Ελλάδα και για να βοηθήσουν την ανάπτυξη της οικονομίας της» .
Ποια είναι τα επόμενα βήματα αφενός ως προς τη συμμετοχή του ΔΝΤ στο πρόγραμμα και αφετέρου ως προς το ζήτημα του ελληνικού χρέους;
«Για αυτά τα δύο ζητήματα είχαμε μια καλή συμφωνία στο Eurogroup της 24ης Μαΐου, που επιτρέπει μια μακροπρόθεσμη θεώρηση των πραγμάτων. Το ΔΝΤ είναι έτοιμο να αποφασίσει συμμετοχή στο πρόγραμμα και γι’ αυτόν τον σκοπό θα κινητοποιήσει τις εσωτερικές του διαδικασίες κατά το φθινόπωρο.
Οι Ευρωπαίοι επιθυμούν να παραμείνει στο πρόγραμμα και να συνεχίσει να διαδραματίζει τον ρόλο του και πιστεύω ότι συμβάλλει με χρήσιμο τρόπο στις συζητήσεις. Όσον αφορά το χρέος, ορίσαμε δύο ορίζοντες χρόνου.
Βραχυπρόθεσμα, δηλαδή μέχρι το τέλος του προγράμματος το 2018, θα ληφθούν τεχνικά μέτρα αναδιάρθρωσης του χρέους, μικρά αλλά σημαντικά, γιατί δείχνουν την αποφασιστικότητά μας να τηρήσουμε τις δεσμεύσεις μας.
Το 2018, στο τέλος του προγράμματος, αναλάβαμε μια υποχρέωση αποτελέσματος: θα λάβουμε τα αναγκαία μέτρα ώστε το ελληνικό χρέος να καταστεί βιώσιμο μακροπρόθεσμα.
Ανάλογα με την οικονομική κατάσταση, θα απομείνει να εκτιμήσουμε πώς αποτυπώνεται αυτό σε επίπεδο αναδιάρθρωσης του χρέους, συνδυάζοντας τα διάφορα εργαλεία που αναφέρθηκαν στο Eurogroup (όχι ονομαστική μείωση, επιμήκυνση των ωριμάνσεων, περίοδοι χάριτος κ.λπ.). Η δέσμευση όμως είναι ρητή και η Γαλλία θα μεριμνήσει για αυτό».