«Ανακωχή» στον πόλεμο που έχει ξεσπάσει στην Ευρωζώνη γύρω από τα μέτρα λιτότητας προτείνει ο Σάιμον Νίξον σε άθρο του στη «WSJ», υποστηρίζοντας ότι η δημοσιονομική πολιτική δεν πρόκειται να αποτελέσει τη λύση στην ισχνή οικονομική ανάπτυξη στη Ζώνη του Ευρώ.
«Για πρώτη φορά από την έναρξη της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης, η Ευρωζώνη έχει πάψει να αποτελεί τροχοπέδη για την παγκόσμια οικονομία. Οι ρυθμοί ανάπτυξης 0,5% του πρώτου τριμήνου όχι μόνο υπερέβησαν τις προβλέψεις, αλλά ξεπέρασαν και τους αντίστοιχους ρυθμούς ανάπτυξης των ΗΠΑ και της Βρετανίας, με την οικονομική παραγωγή της Ζώνης του Ευρώ να έχει επιστρέψει στα επίπεδα προ της κρίσης. Στη διάρκεια των τριών τελευταίων μηνών, η Ευρωζώνη έχει δημιουργήσει περισσότερες από 200.000 θέσεις εργασίας και κάθε χώρα-μέλος αναμένεται φέτος να εμφανίσει θετική ανάπτυξη, με εξαίρεση την Ελλάδα», υπογραμμίζει στο άρθρο του.
«Η ανάκαμψη όμως δεν έχει βάλει τέλος στη συζήτηση για τα αίτια της ύφεσης. Πολλοί οικονομολόγοι επιρρίπτουν ευθύνες στην απόφαση της Ευρωζώνης για την επιβολή αυστηρής λιτότητας μετά το 2010. Και τα επιχειρήματά τους απέκτησαν μεγαλύτερη αξιοπιστία, καθώς η ανάκαμψη ήλθε την εποχή που οι πολιτικοί άρχισαν να χαλαρώνουν τη λιτότητα. Χάρη στις πρόσθετες δαπάνες από τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις για την αντιμετώπιση της προσφυγικής κρίσης και της μεγαλύτερης ευελιξίας των δημοσιονομικών κανόνων της Ευρωζώνης, οι δημόσιες δαπάνες δεν αποτελούν πλέον «βάρος» για την οικονομία.
Σύμφωνα όμως με τον κ. Νίξον, ο συσχετισμός δεν συνεπάγεται και πάντοτε αιτιολογική σχέση. Η ανάκαμψη οφείλεται σε πολλούς παράγοντες, μεταξύ των οποίων η υποχώρηση των πετρελαϊκών τιμών, οι χαμηλότερες συναλλαγματικές ισοτιμίες και το φθηνότερο κόστος δανεισμού».
Και συνεχίζει: «Σε ανάλυση που δημοσίευσε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή τον προηγούμενο μήνα διαφαίνεται ότι το μεγαλύτερο λάθος στις πολιτικές που εφήρμοσε η Ευρωζώνη δεν ήταν τα μέτρα λιτότητας, αλλά η αποτυχία της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας να προχωρήσει σε πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης πολύ πριν από τον Μάρτιο του 2015. Και τώρα που η ΕΚΤ έχει αρχίσει μαζικές αγορές κρατικού χρέους, η πολιτική φαίνεται να έχει τα ίδια αποτελέσματα όπως στις ΗΠΑ, μειώνοντας το κόστος δανεισμού και προσφέροντας στήριγμα στην εγχώρια ζήτηση.
Η συζήτηση για το ρόλο της λιτότητας έχει σημαντικές επιπτώσεις στη μελλοντική πολιτική που θα ακολουθηθεί στη Ζώνη του Ευρώ. Και πέραν όλων, η Ευρωζώνη αντιμετωπίζει πολιτικούς κινδύνους: το δημοψήφισμα στη Βρετανία και η προσφυγική κρίση.
Μπορεί η δημοσιονομική πολιτική να μην ήταν το βασικό αίτιο της οικονομικής επιβράδυνσης στην Ευρωζώνη και πιθανότατα δεν θα είναι και η λύση στην αδύναμη ανάπτυξη. Η μεγαλύτερη πρόκληση είναι οι ισχνές εταιρικές δαπάνες».
Καταλήγοντας, ο κ. Νίξον υπογραμμίζει ότι «το τέλος στον «πόλεμο λιτότητας» της Ευρωζώνης θα πρέπει να αναδειχθεί σε ευκαιρία για οικονομολόγους και πολιτικούς να εστιάσουν την προσοχή τους στα μεγαλύτερα εμπόδια για επενδύσεις και επιτάχυνση της αναπτυξης: ανελαστικές αγορές προϊόντων και εργασίας, αδύναμα πλαίσια που δεν επιτρέπουν την ταχεία αναδιάρθρωση επισφαλών χρεών, «φτωχά» φορολογικά συστήματα και υπερβολική γραφειοκρατία».