Οι θέσεις της ΓΣΕΕ για τις εργασιακές σχέσεις

Τετάρτη, 13 Ιουλίου 2005 18:45

Επιστολή απέστειλε η ΓΣΕΕ προς τον Υπουργό Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας με τις θέσεις της Συνομοσπονδίας για τις εργασιακές σχέσεις. Η επιστολή κοινοποιήθηκε και στον ΣΕΒ, τη ΓΣΕΒΕΕ και την ΕΣΕΕ.

«Στη χώρα μας έχει νομοθετηθεί και ισχύει ο,τιδήποτε έχει εφευρεθεί στην Ευρώπη από ελαστικότητες στις εργασιακές σχέσεις.

Η εργοδοτική πρακτική μάλιστα - μηδέ εξαιρουμένου και του Κράτους ως εργοδότη - έχει εφεύρει απίθανους τρόπους εκμετάλλευσης και ομηρίας των εργαζομένων, όπως ενοικίαση, συμβάσεις ημέρας, ψευδοσυμβάσεις έργου, εργολαβίες και παρόλα αυτά αποζητεί περισσότερη ευελιξία, σε σημείο, πλέον εργασιακής ζούγκλας.

Στα φαινόμενα απορρύθμισης των εργασιακών σχέσεων η Γ.Σ.Ε.Ε. προβάλλει την απαίτηση των εργαζομένων για ενίσχυση και ένταση της λειτουργίας των ελεγκτικών μηχανισμών της Πολιτείας με κοινό σχεδιασμό των ελέγχων από το Σ.ΕΠ.Ε., τους ελεγκτές του ΙΚΑ και το Σώμα δίωξης του οικονομικού εγκλήματος. Προβάλλει την απαίτηση για αξιοπρεπή εργασία με έμφαση στη γνώση και τις δεξιότητες των εργαζομένων. Προβάλλει την απαίτηση για σύνδεση των θεσμοθετημένων συστημάτων οργάνωσης του χρόνου εργασίας με τη μείωση της ΑΝΕΡΓΙΑΣ. Προβάλλει την απαίτηση σεβασμού των συλλογικών διαπραγματεύσεων και συμβάσεων, καθώς και για τη συμφιλίωση της επαγγελματικής με την οικογενειακή και προσωπική ζωή των εργαζομένων.

Η αύξηση της παραγωγικότητας της οικονομίας και επομένως της ανταγωνιστικότητάς της, που αποτελεί προϋπόθεση για την επιτάχυνση της μεγέθυνσης του προϊόντος και την ταχύτερη αύξηση της απασχόλησης, δεν μπορεί να είναι συνάρτηση της επιβάρυνσης των ποσοτικών και ποιοτικών διαστάσεων της εργασίας, με τη διαμόρφωση συνθηκών απασχόλησης φτηνού εργατικού δυναμικού.

Ένας θετικός προσανατολισμός της οικονομίας και μια πορεία πραγματικής σύγκλισης απαιτούν μια σταθερή πορεία αναβάθμισης των γνώσεων και των δεξιοτήτων του εργατικού δυναμικού, καθώς και την εξασφάλιση αξιοπρεπών συνθηκών εργασίας και ζωής για τους εργαζόμενους.

Η πρόταση των συνδικάτων για το 35ωρο και γενικότερα για τη μείωση του χρόνου εργασίας χωρίς μείωση των αποδοχών, αποτελεί πολιτική πρόταση που προωθεί την ποιότητα ζωής και την απασχόληση.

Θεωρούμε ότι η μείωση της ανεργίας πρέπει ν' αποτελεί αναπόσπαστο στοιχείο της αναπτυξιακής διαδικασίας και ότι οι πολιτικές αγοράς εργασίας και απασχόλησης πρέπει απαραίτητα να αποβλέπουν στη δραστική αντιμετώπιση του οδυνηρού φαινομένου των εκατοντάδων χιλιάδων ανέργων. Διεκδικούμε την άμεση αντιμετώπιση των προβλημάτων και αναγκών των ανέργων, παράλληλα με την προώθηση αποτελεσματικών πολιτικών κοινωνικής προστασίας, στήριξης και επανένταξής τους στην αγορά εργασίας.

Υποστηρίζουμε ένα εναλλακτικό μοντέλο βιώσιμης (οικολογικά και κοινωνικά) ανάπτυξης, που θα βασίζεται σε υψηλούς ρυθμούς παραγωγικότητας της εργασίας και στην ενίσχυση του ρόλου της μισθωτής εργασίας. Συστατικά στοιχεία μιας τέτοιας πολιτικής είναι η τεχνολογική και οργανωτική αναβάθμιση της παραγωγικής βάσης, η προώθηση αναδιαρθρώσεων και εκσυγχρονισμών στη βάση της αναβάθμισης του ανθρώπινου δυναμικού και του τεχνολογικού εκσυγχρονισμού, όχι της ανεργίας, της μείωσης του εργατικού κόστους και των ελαστικών μορφών απασχόλησης.

Η Γ.Σ.Ε.Ε. θεωρεί επίσης ότι οι πολιτικές ανάπτυξης και απασχόλησης είναι άμεσα συνδεδεμένες με το σύστημα κοινωνικής ασφάλισης και οι θετικές διέξοδοι στο ζήτημα της απασχόλησης (δημιουργία νέων θέσεων εργασίας, επανένταξη μακροχρονίως ανέργων κλπ) διευκολύνουν την αντιμετώπιση των μεγάλων σύγχρονων προκλήσεων του κοινωνικοασφαλιστικού συστήματος.

Ζητούμε νέο πλαίσιο σταθερών εργασιακών σχέσεων:

- Κατάργηση της άτυπης και ανασφάλιστης εργασίας.

- Εφαρμογή των συμβάσεων και της εργατικής νομοθεσίας και κατάργηση της εργοδοτικής αυθαιρεσίας. Λήψη άμεσων μέτρων για την ενίσχυση των ελεγκτικών μηχανισμών (υποδομή, προσωπικό, αρμοδιότητες) - αυστηροποίηση νομοθεσίας και ποινών στους εργοδότες για την παραβίαση συμβάσεων και εργατικής νομοθεσίας. Ταχύτερες διαδικασίες για την απονομή δικαιοσύνης στις εργατικές διαφορές.

- Κατάργηση ενοικιαζόμενης εργασίας - συμβάσεων έργου και δελτίων παροχής για μισθωτή εργασία.

- Αντιμετώπιση των προβλημάτων των συμβασιούχων στα πλαίσια της Πρότασης Νόμου που πρότεινε η Γ.Σ.Ε.Ε. .

- Δραστικό περιορισμό του δανεισμού εργασίας και της εργολαβικής εργασίας. Η απασχόληση σε εργολάβους να έχει ίδια δικαιώματα με όσους εργάζονται στον έμμεσο εργοδότη.

- Ισχύς των οργανισμών υπηρεσίας στις ΔΕΚΟ - Τράπεζες, χωρίς καμία διάκριση παλαιών και νέων εργαζομένων.

- Η μερική και προσωρινή απασχόληση να μην μπορεί να ξεπερνά το 10% στις επιχειρήσεις που ήδη απασχολούν εργαζόμενους με αυτές τις μορφές. Η μερική απασχόληση να αμείβεται με 25% προσαύξηση και με πλήρες ασφάλιστρο, θέσπιση κατώτερου και ανώτερου χρόνου μερικής απασχόλησης.

- Να καθιερωθεί η πρακτική της αιτιολογημένης απόλυσης στις συμβάσεις αορίστου χρόνου. Για εργαζόμενους, που τους υπολείπονται 5 χρόνια από τη συνταξιοδότηση, να απαιτείται η συνδρομή σπουδαίου λόγου.

- Δραστικό περιορισμό αριθμού ομαδικών απολύσεων. Αυστηρές κοινωνικές ρήτρες σε περίπτωση μετεγκατάστασης επιχειρήσεων.

- Εξίσωση αποζημίωσης εργατών με αυτή των υπαλλήλων.

- Καμιά χειροτέρευση στο ωράριο λειτουργίας των καταστημάτων.

- Ισότητα ανδρών και γυναικών. Ίσες ευκαιρίες...

Χρόνος Εργασίας

Το μέτρο της διευθέτησης του συνολικού εργάσιμου χρόνου συνεπάγεται κύρια μειωμένο κόστος για τις επιχειρήσεις αφού τις απαλλάσσει από τις προσλήψεις έκτακτου προσωπικού και κυρίως από το ωρομίσθιο συν την προσαύξηση των πρόσθετων ωρών απασχόλησης.

Το μέτρο αυτό ισχύει στην Ελλάδα και εφαρμόζεται με συλλογική σύμβαση ή συμφωνία, όπως συμβαίνει και στη συντριπτική πλειοψηφία των ευρωπαϊκών χωρών. Όποιος υποστηρίζει την υποχρεωτική διευθέτηση άμεσα ή έμμεσα εφαρμοζόμενη σε μία χώρα με συχνά ανεξέλεγκτους όρους λειτουργίας της αγοράς εργασίας πρέπει να γνωρίζει ότι θα οδηγήσει στην πλήρη απορρύθμιση των εργασιακών σχέσεων με σοβαρότατες επιπτώσεις στον τομέα υγείας και ασφάλειας της εργασίας. Η συνεχιζόμενη επιμήκυνση του καθημερινού εργάσιμου χρόνου στις ιδιαίτερες κλιματολογικές συνθήκες της Ελλάδας σε συνδυασμό και με το κυκλοφοριακό πρόβλημα θα υποβαθμίσει δραματικά την ποιότητα ζωής.

Το μέτρο αυτό, στηριζόμενο στις ανάγκες λειτουργίας των επιχειρήσεων, θέτει στο περιθώριο τις ανάγκες των εργαζομένων. Επίσης συνεπάγεται μειωμένο εισόδημα για τους εργαζόμενους (μη πληρωμή υπερωριακών ωρών έναντι ελεύθερου χρόνου), χωρίς ωστόσο να δημιουργούνται εγγυήσεις για αντισταθμιστικά οφέλη, δημιουργία νέων θέσεων απασχόλησης ή διατήρησή τους σε περίπτωση αποδεδειγμένης ζημιογόνου πορείας των επιχειρήσεων.

Η διευθέτηση του χρόνου εργασίας δεν μπορεί να αφαιρεθεί από το περιεχόμενο της ελεύθερης συλλογικής διαπραγμάτευσης και ρύθμισης. Επιπλέον, το μέτρο αυτό αντιστρατεύεται άμεσα τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας εφόσον με το ήδη υπάρχον προσωπικό καλύπτονται οι επιχειρησιακές ανάγκες με μόνη την αυξομείωση του ημερήσιου και εβδομαδιαίου ωραρίου του.

Υπερωρίες

Η Γ.Σ.Ε.Ε. έχει κατ' επανάληψη τοποθετηθεί υπέρ της ανάγκης περιορισμού της υπερωριακής απασχόλησης ως μέσου ενίσχυσης της απασχόλησης, σε συνδυασμό και με την εφαρμογή μειωμένου χρόνου εβδομαδιαίας εργασίας.

Αυτή η θέση της Γ.Σ.Ε.Ε. αναφέρεται στον υπό πραγματικούς όρους περιορισμό των υπερωριών και όχι στην πλασματική εικόνα που απορρέει από πολιτικές διευθέτησης του χρόνου εργασίας, που αποσκοπούν στην μη πληρωμή της προσαυξημένης αμοιβής.

Στο πλαίσιο των συλλογικών διαπραγματεύσεων για την κατάρτιση της Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας 2004-2005 και ειδικότερα στο πλαίσιο της συνεχιζόμενης διαπραγμάτευσης για τη μείωση του χρόνου εβδομαδιαίας εργασίας τα συμβαλλόμενα μέρη, λαμβάνοντας υπόψη τα πραγματικά περιστατικά της "αγοράς εργασίας", συμφώνησαν να υποβάλλουν κοινό αίτημα στην κυβέρνηση για την απαλλαγή από την υποχρέωση αναγγελίας και λήψης άδειας για υπερωρίες που αφορούν την 44η και 45η ώρα της εβδομάδας, διατηρούμενου του ισχύοντος ύψους της αμοιβής τους.

Η συμφωνία αυτή είναι ρητή και κατηγορηματική, οποιαδήποτε δε αλλοίωση του περιεχομένου της αποτελεί ευθεία και κατάφωρη παραβίαση του δικαιώματος των συλλογικών διαπραγματεύσεων και της υποχρέωσης σεβασμού του περιεχομένου τους, κοινωνικών δικαιωμάτων κατοχυρωμένων από το Σύνταγμα, τις Συνθήκες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τις Διεθνείς Συμβάσεις Εργασίας (συλλογική αυτονομία, γενική αρχή επικράτησης της ευνοϊκότερης για τους εργαζόμενους ρύθμισης).

Στις συλλογικές διαπραγματεύσεις απομένει πλέον η μείωση του χρόνου εβδομαδιαίας εργασίας χωρίς μείωση των αποδοχών.

Παρά ταύτα κάποιες εργοδοτικές οργανώσεις, προσφεύγουν στην Κυβέρνηση, θεωρώντας ότι η πολιτική συγκυρία είναι ευνοϊκή για την ικανοποίηση, ακόμη και παράλογων, απαιτήσεων για αύξηση της κερδοφορίας των επιχειρήσεων και ζητούν νομοθετικές ρυθμίσεις για την οργάνωση του χρόνου εργασίας, που ισοδυναμούν με εργασιακό Μεσαίωνα. Ζητούν μείωση της πρόσθετης αμοιβής υπερωριών στο μισό και ταυτόχρονα μεγάλο αριθμό υπερωριών χωρίς προσαύξηση, με αντάλλαγμα μια αόριστη «υποσχετική» ελεύθερου χρόνου σε περίοδο ύφεσης της επιχειρηματικής τους δραστηριότητας. Τη διευθέτηση αυτή απαιτούν να την έχουν με διευθυντικό δικαίωμα κατά το δοκούν, χωρίς τη μεσολάβηση των συλλογικών οργάνων των εργαζομένων, με τη δήθεν συναίνεση του κάθε εργαζόμενου σε ατομική βάση, που βεβαίως υπό την απειλή της απόλυσης, αναγκαστικά θα «συμφωνεί» σε απλήρωτες υπερωρίες εις δόξαν της «απελευθερωμένης από αγκυλώσεις» αγοράς εργασίας. Είναι εξωπραγματικό, αν όχι υποκριτικό, να θεωρείται, στην ελληνική πραγματικότητα, ελεύθερη και αβίαστη η ατομική συμφωνία του εργαζόμενου με τον εργοδότη, γι αυτό είναι απαραίτητες οι συλλογικές συμβάσεις σε όλα τα θέματα των εργασιακών σχέσεων.

Συστήματα ευελιξίας του χρόνου εργασίας στην Ελλάδα είναι ήδη θεσμοθετημένα και εφαρμόζονται. Τα υπάρχοντα συστήματα οργάνωσης του χρόνου εργασίας εξαντλούν όλα τα υπάρχοντα περιθώρια ευελιξίας.

Το χαμηλό εργατικό κόστος στη χώρα μας διευκολύνει τη χρήση των υπερωριών για την αντιμετώπιση των πρόσκαιρων αυξημένων αναγκών των επιχειρήσεων. Όσον αφορά στις εποχικές επιχειρήσεις είτε γίνεται χρήση συμβάσεων εργασίας ορισμένου χρόνου είτε μερικής απασχόλησης είτε ακόμα και συμβάσεων «μιας ημέρας», το δε πλεονάζον προσωπικό απολύεται κάθε χρόνο με τη λήξη της περιόδου αιχμής.

Οι περισσότερες από τις εποχικές και τουριστικές επιχειρήσεις κλείνουν κατά την περίοδο ύφεσης γι’αυτό δεν ενδιαφέρονται να κάνουν χρήση της διευθέτησης. Δεν είναι τα συλλογικά όργανα των εργαζομένων που τις εμποδίζουν, αν το επιθυμούσαν, να κάνουν χρήση των διατάξεων του Ν. 2874/2000 για τη διευθέτηση. Αντιθέτως τα συλλογικά όργανα των εργαζομένων έχουν συμφέρον να επιμηκυνθεί η περίοδος λειτουργίας των εποχικών επιχειρήσεων για τη διατήρηση των θέσεων εργασίας των εργαζομένων.

Για να μην υπάρχουν προβλήματα και σοβαρές κοινωνικές επιπτώσεις είναι αναγκαίο η ευελιξία του χρόνου εργασίας να είναι απόρροια γενικότερης συναίνεσης και ελεύθερων συλλογικών συμβάσεων και συμφωνιών.

Εάν η διευθέτηση του χρόνου εργασίας, δηλαδή η αυξομείωση των ωρών εργασίας, αφεθεί αποκλειστικά και ανεξέλεγκτα στον εργοδότη, η προσωπική και οικογενειακή ζωή του εργαζομένου κυριολεκτικά θα διαλυθεί.

Εργαζόμενες μητέρες και γενικότερα εργαζόμενοι με οικογενειακές υποχρεώσεις θα είναι αδύνατο να συνδυάσουν την επαγγελματική με την προσωπική τους ζωή, με δεδομένα την έλλειψη και το περιορισμένο ωράριο των παιδικών σταθμών, το ωράριο λειτουργίας των σχολείων, τις ανάγκες μετάβασης και επιστροφής των παιδιών από και προς τα σχολεία, φροντιστήρια ξένων γλωσσών κ.λ.π., την περίθαλψη γερόντων γονέων.

Εξάλλου ο χρόνος μετάβασης από και προς την εργασία με δεδομένες τις κυκλοφοριακές συνθήκες στα αστικά κέντρα πρέπει να συνυπολογίζεται κατά τις μεγάλες χρονικές περιόδους υπεραπασχόλησης με τη διευθέτηση, όταν ο εργαζόμενος στην πραγματικότητα θα εξαναγκάζεται να εργασθεί με εξοντωτικό καθημερινό ωράριο.

Επισημαίνουμε επίσης τις ειδικές καιρικές συνθήκες της χώρας μας το καλοκαίρι, τα ελλιπή μέτρα υγείας και ασφάλειας της εργασίας και την παράλειψη ουσιαστικού ελέγχου τους, δεδομένα που προκαλούν σοβαρότατους κινδύνους, αν επεκταθεί ο χρόνος της ημερήσιας απασχόλησης με γνώμονα απλά και μόνο τη μεγαλύτερη κερδοφορία (μείωση εξόδων) του κάθε εργοδότη.

Επισημαίνουμε επίσης ότι οι Έλληνες εργαζόμενοι κατέχουν το ρεκόρ του μεγαλύτερου μέσου ετήσιου χρόνου απασχόλησης, στις 25 χώρες της Ένωσης, σύμφωνα με τα στοιχεία της EUROSTAT, γεγονός που βέβαια οφείλεται στις χαμηλές αμοιβές, με αποτέλεσμα για τη στοιχειώδη διαβίωση του ατόμου ή της οικογένειας, ν’αναγκάζονται οι Έλληνες, σε ποσοστό περίπου 20%, να έχουν και δεύτερη δουλειά ή να θυσιάζουν τον ελεύθερο χρόνο τους σε υπερωρίες, για να εξασφαλίσουν ένα στοιχειώδες επίπεδο διαβίωσης ιδιαίτερα στα αστικά κέντρα. Είναι λοιπόν αυτονόητες οι συνέπειες από την αύξηση του χρόνου απασχόλησης με απόφαση του εργοδότη και (ή) την κατάργηση ή μείωση της υπερωριακής αμοιβής τους.

Η διευθέτηση του χρόνου εργασίας περιορίζει σημαντικά την ανάγκη πρόσληψης προσωπικού, έστω μερικής απασχόλησης, για την κάλυψη των περιοδικών πρόσθετων αναγκών της επιχείρησης, επομένως δεν συμβάλλει στην αύξηση της απασχόλησης.

Η διευθέτηση του Ν.2874/00 αποτελεί ισοδύναμο (και με το παραπάνω) νομοθετικό μέτρο προσαρμογής στην κοινοτική Οδηγία 104 του 1993 και δεν πρέπει να αγνοείται ότι η ίδια η Οδηγία με ρητή διάταξή της δεν εμποδίζει τα κράτη μέλη να εφαρμόζουν ή να θεσπίσουν ευνοϊκότερες διατάξεις για την προστασία της ασφάλειας και της υγείας των εργαζομένων ή να ευνοούν την εφαρμογή ευνοϊκότερων συλλογικών συμβάσεων ή συμφωνιών μεταξύ κοινωνικών εταίρων.

Η ΓΣΕΕ θεωρεί ότι τόσο η αρχική οδηγία (93/104/ΕΚ) όσο και οι τροποποιήσεις της, παρελθούσες και προτεινόμενες από την Κομισιόν, ψευδεπίγραφα αποσκοπούν στη διασφάλιση της υγείας και ασφάλειας των εργαζομένων και τη συμφιλίωση της επαγγελματικής με την οικογενειακή ζωή. Οι συγκεκριμένες διατάξεις για το μέσο όρο μέγιστης διάρκειας εργασίας και ιδιαίτερα η διάταξη για την ατομική ρήτρα εξαίρεσης (opt-out) είναι αντίθετες με τα θεμελιώδη κοινωνικά δικαιώματα του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Χάρτη, του Χάρτη των Θεμελιωδών δικαιωμάτων, της Συνθήκης που θεσπίζει το Ευρωσύνταγμα και των Διεθνών Συμβάσεων Εργασίας, με τον τρόπο που εφαρμόζονται, γι’αυτό και στην ΕΕ έχει δρομολογηθεί η σταδιακή κατάργησή της.

Αποκλειστικά και μόνο ο δρόμος των συλλογικών συμβάσεων μπορεί ν’ αποτρέψει τις καταχρηστικές πρακτικές διευθέτησης του χρόνου εργασίας, πρακτικές ακραίας ευελιξίας σε βάρος θεμελιωδών δικαιωμάτων των εργαζομένων.

Ατομικές συμφωνίες υπό την δαμόκλεια σπάθη της ελεύθερης και δήθεν για άλλους λόγους απόλυσης όποιων διαφωνούν, δεν είναι ελεύθερες συμφωνίες. Είναι ατομικός πειθαναγκασμός για αποδοχή ωραρίου εργασίας, που μπορεί να φθάσει μέχρι και εργασία 13 ωρών την ημέρα και 65 ωρών την εβδομάδα.

Οι αντιδράσεις στις απαράδεκτες αυτές προτάσεις της Κομισιόν βρήκαν την άρνηση του Ευρωκοινοβουλίου αλλά και πολλών μελών του Συμβουλίου Υπουργών, ανάμεσα στους οποίους συγκαταλέγεσθε και σεις κ. Υπουργέ, σύμφωνα με όσα έχουν δηλωθεί μέχρι σήμερα.

Επομένως, τώρα που κερδίζει έδαφος η άποψη για σταδιακή κατάργηση του opt-out ακόμη και στην Κομισιόν, θεωρούμε αδιανόητο να εισακουσθούν ακραίες εργοδοτικές προτάσεις που αφορούν στο ίδιο θέμα, για δήθεν ενσωμάτωση στο ελληνικό Δίκαιο, διατάξεων που ήδη πρόκειται να καταργηθούν, μετά τις αντιδράσεις και τον αθέμιτο ανταγωνισμό που προκάλεσαν στις χώρες τις ΕΕ.

Κύριε Υπουργέ, καλέσατε σε διαβούλευση express του κοινωνικούς διαπραγματευτές με θέματα τις υπερωρίες και τη διευθέτηση, προκειμένου να μεταρρυθμισθούν κατά το χρόνο διακοπών των εργαζομένων οι σχετικές νομοθετικές διατάξεις.

Εντούτοις, η οργάνωση του χρόνου εργασίας πρέπει να αντιμετωπισθεί από την Πολιτεία ως ένα από τα θέματα του συνόλου των εργασιακών σχέσεων, που αφορούν άμεσα εκατομμύρια πολιτών αυτής της χώρας. Τα θέματα των εργασιακών σχέσεων απαιτούν μελέτη και διαβούλευση σε επίπεδο συλλογικών διαπραγματεύσεων εργαζομένων και εργοδοτών.

Τυχόν μονόπλευρες και βιαστικές παρεμβάσεις του Κράτους υπέρ της μιας πλευράς θα διαταράξουν βίαια λεπτές κοινωνικές ισορροπίες και με βεβαιότητα θα οδηγήσουν σε κοινωνική αντίδραση και αναταραχή, όταν συνειδητοποιηθεί στην καθημερινή ζωή του εργαζόμενου η επιδείνωση του πραγματικού του εισοδήματος και η αποδιοργάνωση της οικογενειακής του ζωής, που αναπόφευκτα θα συμβούν, εάν και εφόσον εισακουσθούν ακραίες εργοδοτικές προτάσεις σχετικά με τις υπερωρίες και τη διευθέτηση.

Η Γ.Σ.Ε.Ε. από την πλευρά της, θεωρώντας συνειδητά ότι οι συλλογικές διαπραγματεύσεις πρέπει να αποτελούν πυλώνα της δημοκρατικής λειτουργίας της χώρας, κάλεσε τις εργοδοτικές οργανώσεις σε διαπραγματεύσεις, για να συζητηθεί η μείωση του χρόνου εργασίας, όπως ρητά προβλέπεται στο άρθρο 5 της Ε.Γ.Σ.Σ.Ε. 2004-2005. ¶λλωστε, όπως πολύ καλά τα συμβαλλόμενα μέρη γνωρίζουν, το άρθρο 6 της ίδιας Ε.Γ.Σ.Σ.Ε. σχετικά με την υπερωριακή απασχόληση την 44η και 45η ώρα της εβδομάδας, συμφωνήθηκε ως αντιστάθμισμα στο πλαίσιο των διαπραγματεύσεων για τη μείωση του χρόνου εργασίας και ενόψει της μείωσης αυτής.

Τόσο οι υπερωρίες όσο και η διευθέτηση εντάσσονται στην οργάνωση του χρόνου εργασίας και αποτελούν διεθνώς από τα βασικότερα θέματα των συλλογικών διαπραγματεύσεων εργοδοτών και εργαζομένων.

Στις δομημένες και δημοκρατικές κοινωνίες, ο κοινωνικός διάλογος για τα θέματα των εργασιακών σχέσεων πρέπει να γίνεται μέσα από τη βάσανο των συλλογικών διαπραγματεύσεων και το Κράτος να θεσμοθετεί τα ζητήματα στα οποία υπήρξε σύγκλιση και συλλογική συμφωνία. Τη ρήτρα αυτή Γ.Σ.Ε.Ε. και εργοδοτικές οργανώσεις την έχουμε συμπεριλάβει σε συλλογική σύμβαση και άλλωστε είναι συμβατή με τις κατευθυντήριες γραμμές της ΕΕ. Ο σεβασμός στη συλλογική αυτονομία και στις ελεύθερες συλλογικές διαπραγματεύσεις είναι δομικό στοιχείο της Δημοκρατίας».



Προτεινόμενα για εσάς





Σχολιασμένα