Του Γιώργου Σακκά
[email protected]
«Φρένο» στην προσπάθεια των εισηγμένων εταιρειών να βελτιώσουν τη χρηματοοικονομική τους εικόνα έβαλαν η περσινή αβεβαιότητα που υπήρξε στο πολιτικοοικονομικό επίπεδο, αλλά περισσότερο τα capital controls και η αδυναμία των τραπεζών που μάχονταν να ολοκληρώσουν την ανακεφαλαιοποίησή τους.
Ετσι οι εισηγμένες, παρά τις καλές προοπτικές που διαφαίνονταν στην αρχή της χρήσης, ολοκλήρωσαν το 2015 με το συνολικό δανεισμό να παραμένει στα ύψη -πάνω από 33 δισ. ευρώ-, ενώ περίπου 4% μειωμένα (10,6 δισ. ευρώ) ήταν τα διαθέσιμα κεφάλαια στα ταμεία τους, και αυτό παρά την καλή πορεία των καθαρών κερδών.
Οπως αποδεικνύεται από τα στοιχεία τα οποία συνέλεξε η Λέων Δεπόλας Χρηματιστηριακή ΑΕΠΕΥ, σε συνεργασία με τη «Ναυτεμπορική», το 2015 δεν συνεχίστηκε η καλή πορεία του 2014 όταν είχε διαπιστωθεί μια ουσιαστική προσπάθεια απομόχλευσης. Παρά το γεγονός ότι συνολικά η εικόνα των εισηγμένων δείχνει σαφή βελτίωση στα EBITDA και την τελική κερδοφορία, αυτό αποδίδεται κυρίως στην «κλασική ελίτ» κάποιων συγκεκριμένων ομίλων που καταφέρνουν να κινούνται αναπτυξιακά μέσα στην κρίση.
Με βάση λοιπόν τα συγκεντρωτικά στοιχεία των οικονομικών καταστάσεων από το σύνολο σχεδόν των εισηγμένων, ήτοι 175 εταιρειών (δεν περιλαμβάνεται ο χρηματοπιστωτικός κλάδος και οι εισηγμένες στην Εναλλακτική Αγορά), η συνολική ρευστότητα σημείωσε πτώση στο σύνολο των 12 μηνών της προηγούμενης χρήσης και διαμορφώθηκε στα 10,57 δισ. ευρώ έναντι 10,97 δισ. ευρώ στο τέλος του 2014. Λογικά με βάση τη σημαντική άνοδο των κερδών θα ανέμενε κανείς και αύξηση στα διαθέσιμα των ταμείων των επιχειρήσεων, αλλά προφανώς οι υποχρεώσεις που έχρηζαν άμεσης κάλυψης απορρόφησαν σημαντική ρευστότητα.
Επίσης να επισημανθεί ότι η διατήρηση των ρευστών διαθέσιμων σε αυτά τα επίπεδα αποδίδεται κυρίως στην αύξηση των διαθεσίμων των Ελληνικών Πετρελαίων και της MotorΟil, που σημείωσαν άνοδο κατά περίπου 620 εκατ. ευρώ, ένα ποσό που αποδίδεται στην ενίσχυση του δανεισμού τους κατά περίπου 400 εκατ. ευρώ, αλλά και στην εξαιρετική εξέλιξη των κερδών τους.
Πορεία ρευστότητας
Η συνολική ρευστότητα των 175 εταιρειών η οποία καταγράφεται, αντιστοιχεί στο περίπου 31,75% του συνολικού δανεισμού, ενώ αντίστοιχα πρόπερσι τα διαθέσιμα κάλυπταν το περίπου 33%. Με βάση τα στοιχεία της Δεπόλας, ο συνολικός δανεισμός δείχνει να έχει σημειώσει μικρή υποχώρηση πέρυσι στα 33,29 δισ. ευρώ από 33,36 δισ. ευρώ το 2014. Οπως έχει επισημανθεί και παλαιότερα, μέσα στη χρήση 2014 υπήρχε η τάση να περιορίζεται ο βραχυπρόθεσμος δανεισμός έναντι του μακροπρόθεσμου. Ομως μέσα στο 2015 άλλαξε η τάση της αποκλιμάκωσης των βραχυπρόθεσμων δανείων, αφού σημειώθηκε αύξηση η οποία οδήγησε και σε αύξηση του συνολικού δανεισμού.
Οσον αφορά τώρα τα επίπεδα ρευστότητας, να σημειώσουμε ότι έχει πλέον παγιωθεί τα τελευταία χρόνια η αναλογία που δείχνει ότι 3 στις 10 εταιρείες έχουν χαμηλά διαθέσιμα στο ταμείο τους που δεν ξεπερνούν το 1 εκατ. ευρώ. Επίσης από το σύνολο των εταιρειών μόλις 25 έχουν «καθαρό» ταμείο, δηλαδή έχουν περισσότερα διαθέσιμα έναντι δανεισμού.
Ενα ακόμη σημαντικό στοιχείο αποτελεί το γεγονός ότι, παρά την άνοδο της συνολικής κερδοφορίας, σημειώθηκε μείωση των συνολικών ιδίων κεφαλαίων. Συγκεκριμένα, οι 175 εταιρείες εμφανίζουν το 2015 ίδια κεφάλαια 34,14 δισ. ευρώ έναντι 34,42 δισ. ευρώ το 2014. Οπως φαίνεται, δηλαδή, τα συνολικά ίδια κεφάλαια είναι υψηλότερα του δανεισμού τους. Ομως αυτό δεν θα έλεγε κανείς ότι είναι ενδεικτικό της συνολικής κατάστασης, καθώς και πάλι η εικόνα αυτή αποδίδεται στην ατμομηχανή του Χ.Α., όπως Ελληνικά Πετρέλαια, Μυτιληναίος, FF GROUP, Τιτάν, ΟΤΕ, Coca Cola και Μοτορόιλ.
Επίσης τα ίδια αυτά κεφάλαια καλύπτουν λίγο περισσότερο από το 50% των συνολικών υποχρεώσεων των εταιρειών, οι οποίες στο τέλος του προηγούμενου έτους έφτασαν κοντά στα 64 δισ. ευρώ από 63 δισ. ευρώ το 2014. Φαίνεται, λοιπόν, ότι οι εισηγμένες με τόσες υποχρεώσεις προς τρίτους, εκτός τραπεζών, δημιουργούν μια σημαντική «ανασφάλεια» στην εθνική οικονομία, αφού έχουν αφήσει απλήρωτους φόρους, προμηθευτές, εισφορές κ.λπ.
Ανοδος των EBITDA
Από κει και πέρα, αν και δεν είχαμε συνέχεια της ισχυρής ανοδικής πορείας των EBITDA, η οποία ήταν της τάξης του 21% στο πρώτο εξάμηνο, η διατήρηση του ρυθμού ανόδου στο 15% για το σύνολο του 2015 επέδρασε, όπως αναφέραμε, θετικά στην κερδοφορία, τη ρευστότητα και τα ίδια κεφάλαια. Ομως και πάλι δεν φαίνεται να έχει λειτουργήσει ιδιαίτερα «ελαφρυντικά» για τους ισολογισμούς, καθώς δεν είναι αρκετά δυνατό τα 7,5 δισ. ευρώ της λειτουργικής κερδοφορίας να μειώσουν το υψηλό κόστος διαχείρισης των υποχρεώσεων και εξοφλήσεων.
Τα μερίσματα
Μια ακόμη σημαντική επίδραση της μειωμένης ρευστότητας έχει να κάνει και με την επιδιωκόμενη μερισματική πολιτική των εταιρειών. Σύμφωνα με την ανάλυση της Beta ΑΧΕΠΕΥ, μόλις 25 εταιρείες προτίθενται να διανείμουν μέρισμα για τη χρήση του 2015, το οποίο μεταφράζεται σε απόλυτα νούμερα σε 590 εκατ. ευρώ.
Η μερισματική ροή μπορεί να μην είναι από τις χαμηλότερες σε αξία (2013: 509 εκατ. ευρώ), είναι όμως αισθητά μειωμένη σε σχέση με το 2014 τόσο σε πλήθος εταιρειών όσο και σε αξία (717 εκατ. ευρώ). Η εικόνα αυτή δύσκολα θα αλλάξει σε επίπεδο τακτικού μερίσματος, ενδεχομένως αργότερα μέσα στο 2016, εφόσον υπάρξει χαλάρωση των περιορισμών στην κίνηση κεφαλαίων, οι διοικήσεις να αναθεωρήσουν την πολιτική τους και να προχωρήσουν σε επιστροφές κεφαλαίου, ενδεχόμενο το οποίο δεν αποκλείστηκε κατά τη διάρκεια των πρόσφατων τηλεδιασκέψεων.