Στην ένατη θέση διεθνώς βρίσκεται η Ελλάδα στον κατάλογο με τις ταχέως αναπτυσσόμενες επιχειρήσεις για το 2005, που δημοσιεύει η εταιρεία Grant Thornton. Η χώρα μας βρίσκεται μια θέση κάτω από την Ιρλανδία και πάνω από Σουηδία, Ιαπωνία, Ταϊβάν, Γερμανία, Ολλανδία, Ισπανία κ.α.
Στην Ελλάδα το 2004, όπως καταδεικνύει η έρευνα, το 13% των εγχώριων επιχειρήσεων αναπτυσσόταν με ρυθμούς άνω του μέσου όρου, ενώ το 2005 οι επιχειρήσεις αυτές αυξήθηκαν στο 15%.
Οι ΗΠΑ είναι η χώρα με το μεγαλύτερο ποσοστό ταχέως αναπτυσσόμενων επιχειρήσεων (48%) ποσοστό εμφανώς υψηλότερο από την αντίστοιχη περσινή δεύτερη θέση με 22%. Το Χονγκ Κονγκ επίσης έχει ανέβει στη δεύτερη θέση της λίστας, κάνοντας μεγάλο άλμα από την όγδοη περυσινή θέση, με ταχεία ανάπτυξη για το 28% των επιχειρήσεών του. Από κοντά ακολουθούν η Αυστραλία (27%), η Μεγάλη Βρετανία (25%) και ο Καναδάς (23%).
Ο «Κατάλογος Ταχείας Ανάπτυξης 2005» δημοσιεύεται για δεύτερη φορά και είναι μία ερευνητική εργασία που αποτελεί μέρος της Διεθνούς Έρευνας Ιδιοκτητών Επιχειρήσεων (IBOS) της Grant Thornton International, η οποία καλύπτει πάνω από 6.000 επιχειρηματίες διεθνώς σε 24 χώρες.
Ως ταχείας ανάπτυξης χαρακτηρίζεται μια επιχείρηση, η οποία αναπτύσσεται με ρυθμούς ανώτερους του μέσου όρου, ο οποίος υπολογίζεται με βάση μια σειρά από δείκτες. Οι ταχέως αναπτυσσόμενες επιχειρήσεις π.χ. είναι πολύ πιο αισιόδοξες για τον κύκλο εργασιών τους, την απασχόληση και την αποδοτικότητά τους.
Περισσότερες ταχέως αναπτυσσόμενες επιχειρήσεις σε σχέση με τις επιχειρήσεις στο σύνολό τους (82% σε σύγκριση με το 67%) θεωρούν ότι το σύστημα αμοιβών και τα πακέτα παροχών είναι σημαντικά στην προσέλκυση και τη διατήρηση του προσωπικού.
Η εκπαίδευση και η επιμόρφωση αποτελούν άλλον έναν τομέα όπου παρατηρούνται διαφορές, με το 74% των ταχέως αναπτυσσόμενων επιχειρήσεων να δηλώνει ότι η εκπαίδευση και η επιμόρφωση για τα ικανότερα στελέχη είναι αναγκαία, σε σχέση με το 69% των επιχειρήσεων γενικά. Η εκπαίδευση για όλο το προσωπικό είναι επίσης βασική για τις ταχέως αναπτυσσόμενες επιχειρήσεις (66% σε σύγκριση με 60%).
Ωστόσο, οι ταχέως αναπτυσσόμενες επιχειρήσεις επηρεάζονται ανασταλτικά από τη διαθεσιμότητα εξειδικευμένου προσωπικού περισσότερο από ό,τι οι επιχειρήσεις γενικά (35% σε σύγκριση με 28%).