Από την έντυπη έκδοση
Για περισσότερο από τρεις δεκαετίες η αμερικανική πολυεθνική φαρμακοβιομηχανία MSD, η οποία βρίσκεται μεταξύ των πέντε κορυφαίων στον κόσμο, αποτελεί βασικό προμηθευτή του ελληνικού συστήματος υγείας, σε ένα μεγάλο αριθμό θεραπευτικών κατηγοριών. Η πορεία της στην ελληνική αγορά είναι συνδυασμένη με τη φαρμακοβιομηχανία ΒΙΑΝΕΞ, καθώς η πολυεθνική διαθέτει παρουσία στη χώρα την τελευταία 6ετία μετά τη συγχώνευσή της με τη θυγατρική της Schering Plough.
Παρά την αυτόνομη όμως παρουσία της, όλο αυτό το διάστημα δεν σταμάτησε να παράγει μεγάλο μέρος των προϊόντων της στη ΒΙΑΝΕΞ και μάλιστα πρόσφατα ανανέωσε τη συνεργασία αυτή η οποία μετρά ήδη 33 χρόνια. Μάλιστα η ΒΙΑΝΕΞ συμμετέχει στην προώθηση φαρμάκων της MSD, όπως τα EZETROL, INEGY, JANUVIA και JANUMET, που βρίσκονται και σε υψηλές θέσεις πωλήσεων στα ελληνικά φαρμακεία (κάποια από αυτά στην πρώτη 10άδα).
Στη νέα συμφωνία προβλέπεται στα συμπροωθούμενα προϊόντα να προστεθούν, ένας νέος συνδυασμός υπολιπιδαιμικών φαρμάκων (LIPTUZET), καθώς επίσης και η ΟΜΑΡΙΓΛΙΠΤΙΝΗ για την αντιμετώπιση του Σακχαρώδη Διαβήτη τύπου.
Να σημειωθεί ότι το 50% των προϊόντων της MSD που διανέμονται στην Ελλάδα παράγονται στη χώρα μας, με την αξία τους να ανέρχεται σε 40 εκατ. ευρώ. Η δε μητρική MSD συγκαταλέγεται στην πεντάδα των φαρμακευτικών εταιρειών που δραστηριοποιούνται στη χώρα με περίπου 250 εργαζόμενους.
Ο κύκλος εργασιών της ανέρχεται στα 44 δισ. ευρώ παγκοσμίως εκ των οποίων τα 250 εκατ. ευρώ στην Ελλάδα, σημαντικό μέρος των οποίων από τη ΒΙΑΝΕΞ. Η MSD έχει στην κατοχή της ένα ευρύ χαρτοφυλάκιο προϊόντων και επενδύει ετησίως περίπου 10 δισ. δολάρια (8,75 δισ. ευρώ) για την έρευνα και την ανάπτυξη νέων φαρμάκων ενώ οι μελέτες της εστιάζουν σε περισσότερες από 10 θεραπευτικές κατηγορίες, δρομολογώντας σημαντικές εξελίξεις στην ιατρική.
Επίσης επενδύει στην έρευνα και καινοτομία στην Ελλάδα κονδύλια ύψους 5 εκατ. ευρώ ετησίως, καθώς διεξάγει κλινικές μελέτες όλων των φάσεων.