Ισχυρή παρέμεινε το 2004 η τάση συγκέντρωσης στην εξωτραπεζική αγορά χρηματοοικονομικών υπηρεσιών. Πιο συγκεκριμένα οι πέντε μεγαλύτερες ΑΧΕ ελέγχουν το 54% της συνολικής αξίας των χρηματιστηριακών συναλλαγών (έναντι 49% το 2003), ενώ εκτιμάται ότι η αξία των συναλλαγών σε 22 από τις 34 μικρές και μεσαίες χρηματιστηριακές εταιρείες βρίσκεται κάτω από το οριακό σημείο ισορροπίας τους (breakeven). Εκτιμάται λοιπόν, ότι η τάση συγχωνεύσεων και απομακρύνσεων από την αγορά θα συνεχιστεί.
Τα παραπάνω στοιχεία προκύπτουν από την ετήσια ανάλυση της εξωτραπεζικής αγοράς χρηματοοικονομικών υπηρεσιών που καταρτίζει η KANTOR CAPITAL. Αναλυτικά, τα βασικά συμπεράσματα της έκθεσης της KANTOR CAPITAL έχουν ως εξής:
«Στην αγορά διαχείρισης αμοιβαίων κεφαλαίων διατηρείται η προτίμηση των επενδυτών σε αμοιβαία κεφάλαια χαμηλού επενδυτικού ρίσκου (κυρίως διαθεσίμων αλλά και ομολογιακά). Οι τρεις μεγαλύτερες ΑΕΔΑΚ ελέγχουν πλέον το 74,8% των επενδυμένων κεφαλαίων έναντι του 65,7% το 2003. Οι Εταιρείες Επενδύσεων Χαρτοφυλακίου (ΕΕΧ) εξακολουθούν να διαπραγματεύονται σε discount έναντι της εσωτερικής αξίας του χαρτοφυλακίου τους ενώ η αγορά των χρηματοοικονομικών υπηρεσιών corporate finance παρουσίασε μικρή κινητικότητα το 2004, καθώς το πρόγραμμα αποκρατικοποιήσεων που αποτελεί τον οδηγό της έχει καθυστερήσει τους τελευταίους 18 μήνες.
1. Ο Γενικός Δείκτης Τιμών του Χρηματιστηρίου Αθηνών σημείωσε ετήσια άνοδο 23,1% το 2004 ακολουθώντας την ανοδική πορεία και των περισσοτέρων διεθνών χρηματιστηρίων. Η βελτίωση του επενδυτικού κλίματος οδήγησε σε αύξηση της συναλλακτικής δραστηριότητας στο Χρηματιστήριο Αθηνών (Χ.Α.) με τη καθαρή αξία συναλλαγών των ΑΕΠΕΥ μελών Χ.Α. να ανέρχεται σε € 59,3 δις σημειώνοντας ετήσια αύξηση κατά 8,7% έναντι του 2003.
2. Βασικό χαρακτηριστικό στην αγορά των ΑΧΕ είναι η συνεχώς αυξανόμενη συγκέντρωση καθώς οι πέντε μεγαλύτερες εταιρείες ελέγχουν πλέον το 54% της συνολικής αξίας συναλλαγών το 2004 (έναντι 49% το 2003). Σημαντική παραμένει η επιρροή των τραπεζών καθώς οι 12 θυγατρικές εταιρείες τους, που αντιπροσωπεύουν το 15% του συνόλου των ΑΧΕ, πραγματοποίησαν το 51% της συνολικής αξίας συναλλαγών το 2004.
3. Σχετικά με τη κερδοφορία των χρηματιστηριακών εταιρειών παρατηρείται ότι μόνο οι μεγάλες εταιρείες με αξία συναλλαγών πάνω από €1δις, (οι οποίες είναι κυρίως τραπεζικές) φαίνεται να έχουν υγιές μέγεθος συναλλαγών για να είναι κερδοφόρες. Οι μεσαίες και οι μικρές εταιρείες δεν έχουν ικανό μέγεθος συναλλαγών για να είναι κερδοφόρες καθώς ο μέσος όρος του όγκου συναλλαγών τους είναι κάτω από το σημείο ισορροπίας για την κάλυψη των λειτουργικών τους εξόδων. Έτσι 22 από τις 34 μεσαίες και μικρές εταιρείες βρίσκονται κάτω από το σημείο ισορροπίας και ως εκ τούτου, υπό τις τωρινές συνθήκες, είναι μη βιώσιμες. Εκτιμούμε λοιπόν ότι η τάση συγχωνεύσεων και απομακρύνσεων από την αγορά θα συνεχιστεί.
4. Το συνολικό ενεργητικό των Αμοιβαίων Κεφαλαίων (Α/Κ) ανήλθε το 2004 σε € 31,7 δις (σημειώνοντας αύξηση 4,1% έναντι του 2003). Η πλειονότητα των αμοιβαίων κεφαλαίων εξακολουθεί να είναι επενδυμένη σε Α/Κ χαμηλού επενδυτικού κινδύνου. Έτσι το 2004, 48,8% των Α/Κ είναι επενδυμένα σε Α/Κ Διαθεσίμων (έναντι 51,9% το 2003) και 24% σε ομολογιακά Α/Κ (έναντι 21,5% το 2003). Τα μετοχικά Α/Κ αντιπροσωπεύουν το 16,3% του συνολικού ενεργητικού των Α/Κ το 2004, αυξημένα κατά 2,3% έναντι του 2003. Η αύξηση αυτή ωστόσο, προέρχεται από την αύξηση της αξίας των μετοχικών τίτλων και όχι από την εισροή νέων κεφαλαίων στα μετοχικά Α/Κ καθώς το 2004 υπήρχαν καθαρές εκροές. Το ποσοστό συμμετοχής των μετοχικών Α/Κ στο σύνολο των Α/Κ είναι σημαντικά μικρότερο από το αντίστοιχο ποσοστό το 1999 (41,7% του συνόλου των Α/Κ) αλλά και από το μέσο όρο στην Ευρώπη (34,1% το 2004). Τα μικτά Α/Κ διατήρησαν σταθερό το ποσοστό τους σε περίπου 10,8% του συνόλου των Α/Κ.
5. Η αγορά των ΑΕΔΑΚ εμφανίζει υψηλό βαθμό συγκέντρωσης αφού οι τρεις μεγαλύτερες ΑΕΔΑΚ (EFG, Διεθνική και Alpha) ελέγχουν πλέον το 74,8% των επενδυμένων κεφαλαίων έναντι 65,7% το 2003. Η προτίμηση των επενδυτών για Α/Κ χαμηλού κινδύνου δεν βοηθάει του μικρούς διαχειριστές που επιδιώκουν να διαφοροποιήσουν την παρεχόμενη υπηρεσία (πιο ενεργή διαχείριση κεφαλαίων) και γενικότερα ασκεί πίεση στα επίπεδα των προμηθειών. Η πορεία της αγοράς Α/Κ αναμένεται να επηρεαστεί στο μέλλον από τις χρηματιστηριακές εξελίξεις αλλά και από την αναμενόμενη αύξηση των διεθνών Α/Κ και των Α/Κ εξωτερικού.
6. Η βελτίωση του χρηματιστηριακού περιβάλλοντος το 2004, δεν βοήθησε τις εισηγμένες Εταιρείες Επενδύσεων Χαρτοφυλακίου (ΕΕΧ) να αποκλιμακώσουν το discount της χρηματιστηριακής αξίας των επενδυτικών τους χαρτοφυλακίων έναντι της εσωτερικής αξίας των μετοχών τους. Το 2004 το discount διαμορφώθηκε κοντά στο 5,5% που υποδηλώνει είτε επενδυτική ευκαιρία είτε επιφυλάξεις των επενδυτών σχετικά με τη ποιότητα του χαρτοφυλακίου των ΕΕΧ.
7. Το 2004 χαρακτηρίζεται από περιορισμένη δραστηριότητα στο χώρο των συμβουλευτικών υπηρεσιών επενδυτικής τραπεζικής / corporate finance. Αυτό οφείλεται στον επαναπροσδιορισμό των προτεραιοτήτων του προγράμματος αποκρατικοποιήσεων (λόγω εκλογών και ανάδειξης νέας κυβέρνησης), της έμφασης στην προετοιμασία των Ολυμπιακών Αγώνων αλλά και το γενικότερο οικονομικό κλίμα που δεν ευνοούσε την άντληση κεφαλαίων από το Χ.Α, και συντηρούσε μια διστακτικότητα σε εταιρικές κινήσεις εξαγορών και συγχωνεύσεων.
8. Το 2004 σημειώθηκε μείωση του αριθμού και του ύψους κεφαλαίων που άντλησαν μέσω δημόσιας εγγραφής οι ήδη εισηγμένες στο Χ.Α. εταιρείες ενώ ο αριθμός εισαγωγής νέων εταιρειών στο Χ.Α. το 2004 ήταν ο μικρότερος της τελευταίας εξαετίας. Σύμφωνα με μελέτης της PWC η συνολική δραστηριότητα συγχωνεύσεων και εξαγορών αυξήθηκε κατά 24% σε σχέση με το 2003, φτάνοντας τις 209 συναλλαγές, αλλά η συνολική αξία των συναλλαγών μειώθηκε σημαντικά στα € 2 δις από € 3 δις το 2003.
9. Αποτέλεσμα της περιορισμένης δραστηριότητας στο χώρο των συμβουλευτικών υπηρεσιών corporate finance ήταν η αναδιάρθρωση και ο περιορισμός των τμημάτων επενδυτικής τραπεζικής στις μεγαλύτερες ελληνικές τράπεζες.
10. Συνοψίζοντας, η τάση συγκέντρωσης στην εξωτραπεζική αγορά χρηματοοικονομικών υπηρεσιών παρέμεινε ισχυρή το 2004. Οι πέντε μεγαλύτερες ΑΧΕ ελέγχουν το 54% της συνολικής αξίας των χρηματιστηριακών συναλλαγών (έναντι 49% το 2003), ενώ εκτιμάται ότι η τάση συγχωνεύσεων μεταξύ των μικρότερων εταιρειών θα συνεχιστεί σε μια προσπάθεια απόκτησης ικανού μεγέθους καθώς οι περισσότερες μικρές και μεσαίες χρηματιστηριακές εταιρείες έχουν όγκο συναλλαγών κάτω από το σημείο ισορροπίας τους. Στην αγορά διαχείρισης αμοιβαίων κεφαλαίων διατηρείται η προτίμηση των επενδυτών σε αμοιβαία κεφάλαια χαμηλού επενδυτικού ρίσκου (κυρίως διαθεσίμων αλλά και ομολογιακά). Η προτίμηση αυτή συμπιέζει τις προμήθειες και δεν ευνοεί τους μικρούς διαχειριστές. Οι τρεις μεγαλύτερες ΑΕΔΑΚ ελέγχουν πλέον το 74,8% των επενδυμένων κεφαλαίων έναντι του 65,7% το 2003. Οι Εταιρείες Επενδύσεων Χαρτοφυλακίου (ΕΕΧ) εξακολουθούν να διαπραγματεύονται σε discount περίπου 5,5% έναντι της εσωτερικής αξίας του χαρτοφυλακίου τους. Η αγορά των χρηματοοικονομικών υπηρεσιών corporate finance παρουσίασε μικρή κινητικότητα το 2004 λόγω του επαναπροσδιορισμού των προτεραιοτήτων του προγράμματος αποκρατικοποιήσεων που αποτελεί τον οδηγό της».