Η πανδημία του Covid-19 βυθίζει την παγκόσμια οικονομία σε πρωτόγνωρη ύφεση. Ταυτόχρονα όμως, ανοίγει τον «ασκό του Αιόλου» για τις αναδυόμενες αγορές, όπως προειδοποιεί το ΔΝΤ. Οι αναδυόμενες –πολλές εκ των οποίων εισέρχονται σε αυτή την κρίση ήδη ευάλωτες και με υψηλά ελλείμματα- καλούνται να αντιμετωπίσουν πολλαπλά σοκ, όπως η απότομη επιδείνωση των συνθηκών χρηματοδότησης, αδύναμη εξωτερική ζήτηση και, για τις χώρες εξαγωγής πρώτων υλών, σημαντικά χαμηλότερες τιμές εμπορευμάτων.
Η πανδημία του Covid-19 βυθίζει την παγκόσμια οικονομία σε πρωτόγνωρη ύφεση. Ταυτόχρονα όμως, ανοίγει τον «ασκό του Αιόλου» για τις αναδυόμενες αγορές και τις αναπτυσσόμενες οικονομίες, όπως προειδοποιεί το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Πέραν της πανδημίας και της άνευ προηγουμένου συρρίκνωσης της οικονομικής δραστηριότητας, οι αναδυόμενες –πολλές εκ των οποίων εισέρχονται σε αυτή την κρίση ήδη ευάλωτες και με υψηλά ελλείμματα- καλούνται να αντιμετωπίσουν πολλαπλά σοκ, όπως η απότομη επιδείνωση των συνθηκών χρηματοδότησης, αδύναμη εξωτερική ζήτηση και, για τις χώρες εξαγωγής πρώτων υλών, σημαντικά χαμηλότερες τιμές εμπορευμάτων.
Ακόμη και μετά τις προσπάθειες τις διεθνούς κοινότητας να ελαφρύνουν τις χρηματοδοτικές πιέσεις, αυτές οι χώρες θα χρειασθεί να ρίξουν το βάρος στην ενίσχυση του συστήματος υγείας, φροντίζοντας όμως ταυτόχρονα τη διαφύλαξη σημαντικών δημοσίων υπηρεσιών –μεταφορές, ενέργεια, επικοινωνία- αλλά και διατήρηση του πλέγματος κοινωνικής προστασίας, σημειώνει το ΔΝΤ στην έκθεσή του για τις δημοσιονομικές προοπτικές(fiscal monitor).
Το ΔΝΤ προβλέπει σχεδόν διπλασιασμό του ελλείμματος για τις αναδυόμενες και αναπτυσσόμενες οικονομίες. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του Ταμείου, το έλλειμμα αναμένεται να αυξηθεί κατά μέσο όρο στο 9,1% το ΑΕΠ φέτος από 4,8% του 2019, εκτιμήσεις που αντανακλούν την ύφεση και χαμηλότερες τιμές εμπορευμάτων, δυσμενέστερες συνθήκες χρηματοδότησης και μέτρα δημοσιονομικής πολιτικής για την αντιμετώπιση της πανδημίας.
Για πετρελαιοπαραγωγούς χώρες –που καλούνται παράλληλα να αντιμετωπίσουν τη μείωση των εσόδων από εξαγωγές αργού- οι προοπτικές είναι πιο δυσμενείς, με εκτόξευση του ελλείμματος στο 7,6% του ΑΕΠ, από μόλις 1%. Για τη Σαουδική Αραβία ειδικότερα, η «τρύπα» στον προϋπολογισμό θα ανέλθει στο 12,6% του ΑΕΠ το 2020 από 4,5% την προηγούμενη χρονιά.
Η δημοσιονομική χαλάρωση φέτος στις αναδυόμενες –εξαιρουμένων των χωρών εξαγωγής πετρελαίου- ήταν ιδιαίτερα μεγάλη σε κάποιες χώρες όπως η Χιλή και η Κίνα. Εξαιτίας των κοινωνικών αναταραχών στη διάρκεια του 2019, η Χιλή εγκαινίασε πακέτο μέτρων δημοσιονομικής στήριξης που περιλαμβάνει επενδύσεις σε έργα υποδομών, κοινωνικές συντάξεις και υποστηρικτικά προγράμματα για ευάλωτες ομάδες και μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Για την αντιμετώπιση του Covid-19, το πακέτο συμπληρώθηκε με πρόσθετα δημοσιονομικά μέτρα, όπως δαπάνες για την ενίσχυση του συστήματος υγείας, αναστολή στις πληρωμές φορολογικών οφειλών και επιδόματα ανεργίας.
Στην περίπτωση της Κίνας –της χώρας από την οποία ξεκίνησε η διασπορά του κορωνοϊού- οι αρχές του Πεκίνου προχώρησαν σε σημαντική αύξηση των δαπανών, ώστε να μετριάσουν τον οικονομικό αντίκτυπο της πανδημίας, με μέτρα για τη στήριξη νοικοκυριών και επιχειρήσεων σε πληττόμενους κλάδους και περιοχές. Η Κίνα, σύμφωνα με το ΔΝΤ, αναμένεται να χρησιμοποιήσει τον δημοσιονομικό χώρο για την υλοποίηση πρόσθετων μέτρων επανεκκίνησης της οικονομίας και επιστροφής της σε πορεία ποιοτικής ανάπτυξης. Το ΔΝΤ προβλέπει διεύρυνση του ελλείμματος της Κίνας στο 11,2% του ΑΕΠ, από 6,4% πέρυσι.
Στην Ινδία, η κυβέρνηση είχε ανακοινώσει στον προϋπολογισμό 2020/21 μείωση των συντελεστών φορολογίας εισοδήματος. Τον Μάρτιο του 2020 προχώρησε σε μέτρα δημοσιονομικής ενίσχυσης (που ανέρχονται στο 0,8% του ΑΕΠ) ώστε να μετριάσει τον αντίκτυπο από την πανδημία του Covid-19. Τα μέτρα μεταξύ άλλων περιλαμβάνουν έκτακτα βοηθήματα, ασφαλιστική κάλυψη για τους εργαζομένους στον κλάδο υγείας και βήματα για την ενίσχυση της επάρκειας τροφίμων.
Στη Βραζιλία, η κυβέρνηση είχε προχωρήσει το 2019 στη μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού συστήματος και είχε προωθήσει στο Κογκρέσο δέσμη μεταρρυθμιστικών μέτρων για τη μείωση του δημοσίου χρέους. Η εξάπλωση όμως του κορωνοϊού άλλαξε τα δεδομένα, με την κυβέρνηση να χορηγεί επιδόματα σε νοικοκυριά χαμηλού εισοδήματος και να ανακοινώνει προσωρινές φοροελαφρύνσεις, μέτρα που ισοδυναμούν με το 2,9% του ΑΕΠ. Εξαιτίας των μέτρων, το έλλειμμα της Βραζιλίας θα ανέλθει στο 9,3% του ΑΕΠ από 6% της προηγούμενης χρονιάς.
Μέτρα δημοσιονομικής στήριξης για την αντιμετώπιση της κρίσης λόγω Covid-19 ανακοίνωσαν και οι αρχές σε Ινδονησία(1,8% του ΑΕΠ), Τουρκία(1,6% του ΑΕΠ) και Μαλαισία(2,8% του ΑΕΠ).
Για τις πετρελαιοεξαγωγούς χώρες, η υποχώρηση των πετρελαϊκών τιμών, εξέλιξη που εν μέρει οφείλεται στη δραματική μείωση της ζήτησης εν μέσω της πανδημίας, θα επηρεάσει αρνητικά το δημοσιονομικό τους ισοζύγιο, παρατηρεί το ΔΝΤ. Στη Σαουδική Αραβία, το δημοσιονομικό έλλειμμα προβλέπεται να διευρυνθεί ακόμη περισσότερο εξαιτίας των χαμηλότερων πετρελαϊκών εσόδων.
Γενικότερα, το ΔΝΤ προβλέπει σημαντική σε σύγκριση με τις προηγούμενες εκτιμήσεις αύξηση του δημοσίου χρέους για τις αναδυόμενες αγορές και αναπτυσσόμενες οικονομίες, ως αποτέλεσμα των συνεπειών του Covid-19 και των μέτρων που λαμβάνουν οι κυβερνήσεις για την αντιμετώπισή του. Το Ταμείο προβλέπει αύξηση των επιπέδων δημοσίου χρέους αυτών των χωρών στο 62% του ΑΕΠ φέτος από 53,2% το 2019. Για το χρέος της Κίνας προβλέπει αύξηση πάνω από 10 ποσοστιαίες μονάδες, στο 64,9% από 54,4% του ΑΕΠ πέρυσι. Το χρέος των πετρελαιοπαραγωγών χωρών θα αυξηθεί στο 54,6% του ΑΕΠ από 44,2%.
«Καμπανάκι» για τα συστήματα υγείας
Τα συστήματα υγείας των αναδυομένων και αναπτυσσομένων οικονομιών έχουν περιορισμένες δυνατότητες, ενώ αντιμετωπίζουν επιτακτικές και μεγάλες ανάγκες, παρατηρεί το ΔΝΤ στην έκθεσή του. Παράλληλα, το δίχτυ κοινωνικής προστασίας σε αυτές τις χώρες είναι λιγότερο ανεπτυγμένο (σε κάλυψη και επάρκεια) εν συγκρίσει με τις ανεπτυγμένες οικονομίες. «Σε γενικές γραμμές, οι υπεύθυνοι λήψης αποφάσεων πρέπεινα χρηματοδοτήσουν την ανάπτυξη με δημοσιονομικά υπεύθυνο τρόπο, να βελτιώσουν την αποτελεσματικότητα των δημοσίων επενδύσεων και να ενισχύσουν τα συστήματα κοινωνικής προστασίας», αναφέρει το Ταμείο.
naftemporiki.gr