«Ιστορική συμφωνία» ή «Ιστορικό λάθος», η Συμφωνία της Ομάδας 5+1 και του Ιράν τις πρώτες πρωινές ώρες της Κυριακής, στη Γενεύη, δημιουργεί ήδη μια νέα δυναμική στην περιοχή της Μέσης Ανατολής, όπου το δίπολο «εχθρός-φίλος» και οι συμμαχίες αναδιατάσσονται διαρκώς και με όρους που εκπλήσσουν...
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο κόσμος θα είναι ασφαλέστερος με ένα μέλος λιγότερο στη λέσχη των πυρηνικών δυνάμεων, με ένα Ιράν που δεν διαθέτει στρατιωτική, πυρηνική δυνατότητα και το οποίο ύστερα από 34 χρόνια επανεντάσσεται στις δομές και τις λειτουργίες της παγκόσμιας κοινότητας, αναθεωρώντας και εγκαταλείποντας πολιτικές πρακτικές που το καταδίκαζαν σε ρόλο κράτους-παρία.
Το σιιτικό Ιράν των 80 εκατομμυρίων ανθρώπων είναι μια σημαντική χώρα όχι μόνο για τις ισορροπίες της περιοχής, αλλά και ευρύτερα.
Δεν μπορεί ούτε να υποτιμηθεί ούτε να παρακαμφθεί κι όπως έδειξαν οι εξελίξεις στη Συρία, στο Λίβανο, στο Αφγανιστάν και στις χώρες που υφίστανται τα δεινά της «Αραβικής Ανοιξης», δεν μπορεί να αναπληρωθεί από άλλες δυνάμεις που θα ήθελαν να προωθήσουν μια διαφορετική πολιτική ατζέντα, συναρθρώνοντας το Ισλάμ με μια παραλλαγή του δυτικού δημοκρατικού προτύπου…
Η Συμφωνία της Γενεύης ήταν το επιστέγασμα μιας εργώδους προσπάθειας μυστικής διπλωματίας, όπως την άσκησαν από τον περασμένο Μάρτιο Αμερικανοί και Ιρανοί αξιωματούχοι στα φιλόξενα παλάτια του σουλτάνου του Ομάν, Καμπούς Μπιν Σαΐντ, και για την οποία τόσο οι Ευρωπαίοι σύμμαχοι των ΗΠΑ όσο και το Ισραήλ ενημερώθηκαν μόλις το Σεπτέμβριο.
Η Συμφωνία της Γενεύης παρουσιάστηκε στους υπουργούς Εξωτερικών των Ρωσίας, Κίνας, Βρετανίας, Γαλλίας και Γερμανίας ως «τετελεσμένο γεγονός» και προκάλεσε ανησυχία στα καθεστώτα της Σαουδικής Αραβίας κι άλλων χωρών του Κόλπου. Ανησυχία την οποία συμμερίζεται το Ισραήλ, όπου η οργή για τις ενέργειες των ΗΠΑ περισσεύει.
Για το Ισραήλ, που ιεραρχεί ως απόλυτη προτεραιότητα τα ζητήματα εθνικής ασφάλειας, ένα Ιράν με πυρηνικές φιλοδοξίες είναι μια μη αποδεκτή προοπτική, διαμηνύοντας ότι ίσως υποχρεωθεί να την αντιμετωπίσει με τις δικές του δυνάμεις...
Γεγονός, πάντως, παραμένει ότι η ασφάλεια της περιοχής εξακολουθεί να εξαρτάται από τις ΗΠΑ. Μετά το 1978 και τη Συμφωνία Αιγύπτου-Ισραήλ στο Καμπ Ντέιβιντ, επί προεδρίας Κάρτερ, οι ΗΠΑ φαίνεται να επανέρχονται στην περιοχή, υπενθυμίζοντας -σε φίλους κι αντιπάλους- ότι «έχουν πολύ ευρύτερης κλίμακας συμφέροντα εθνικής ασφαλείας» και ότι «λαμβάνουν υπόψη την ασφάλεια και τη σταθερότητα της περιοχής, αλλά και τα αμερικανικά συμφέροντα».
Τους επόμενους μήνες θα φανεί εάν αυτό που ξεκίνησε τον περασμένο Μάρτιο στο Ομάν και κορυφώθηκε την Κυριακή στη Γενεύη εντάσσεται σε έναν ευρύτερο σχεδιασμό που θα οδηγήσει σε μια συνολικότερη περιφερειακή αναδιοργάνωση. Το παιχνίδι μόλις ξεκίνησε...
Δ.Η. ΧΑΤΖΗΔΗΜΗΤΡΙΟΥ - [email protected]