Του Βασίλη Κωστούλα
[email protected]
Η ελληνική κυβέρνηση έχει ποντάρει πολλά στη διαμεσολάβηση των ΗΠΑ απέναντι στον γερμανικό παράγοντα με στόχο να μετριαστεί η ένταση της περιοριστικής πολιτικής στην ελληνική οικονομία και να επισπευστεί η περαιτέρω διευθέτηση του χρέους.
Υπό αυτήν την έννοια, σήμερα έχει καλούς λόγους να προβληματίζεται.
Η εκλογή Τραμπ, με άλλα λόγια η έξοδος της Χίλαρι Κλίντον από το «κάδρο», ανακατεύει την τράπουλα και καθιστά μάλλον εθιμοτυπική την επικείμενη επίσκεψη Ομπάμα στην Αθήνα, με τους Δημοκρατικούς να παραδίδουν τα «κλειδιά» στους Ρεπουμπλικάνους.
Οι αναφορές του Ντόναλντ Τραμπ στην Ελλάδα είναι ελάχιστες, ωστόσο, σαφείς και πιθανότατα ενδεικτικές της προσέγγισης του εκκεντρικού Ρεπουμπλικάνου.
«Δεν θα εμπλεκόμουν και πολύ. Παρα-ανακατευόμαστε σε πολλά άλλα πράγματα. Θα άφηνα τη Γερμανία να το χειριστεί. Εμείς έχουμε αρκετά προβλήματα. Αυτά είναι ψίχουλα για τη Γερμανία. Μπορεί να το χειριστεί. Είναι πιθανό να έρθει ο Πούτιν να σώσει την παρτίδα, αν δεν το κάνει η Γερμανία», έχει πει χαρακτηριστικά ο Ντόναλντ Τραμπ, ερωτηθείς ποιος θα πρέπει να βοηθήσει την Ελλάδα αν βρεθεί ξανά στο χείλος του γκρεμού.
Στον βαθμό που δηλώσεις όπως αυτή αποδειχθούν αντιπροσωπευτικές της στρατηγικής την οποία θα υιοθετήσει ως νέος πρόεδρος των ΗΠΑ, θα πρόκειται για μια μείζονα αλλαγή ως προς την παρεμβατικότητα της Ουάσιγκτον στην ελληνική υπόθεση.
Βεβαίως, αυτό θα πρέπει να αποδειχθεί στην πράξη.
Ήδη, για παράδειγμα, στην πρώτη του ομιλία, ο ίδιος προσπέρασε προηγούμενες διχαστικές τοποθετήσεις και εμφανίστηκε ενωτικός, ως «πρόεδρος όλων των Αμερικάνων».
Για την ιστορία, κατά τη διάρκεια προεκλογικής ομιλίας του, ο Ντόναλντ Τραμπ χρησιμοποίησε την Ελλάδα ως παράδειγμα προς αποφυγή, επιχειρηματολογώντας υπέρ της άποψης ότι οι ΗΠΑ βαδίζουν στραβά (οι Ρεπουμπικάνοι επικρίνουν τους Δημοκρατικούς για την αύξηση των φόρων και των δαπανών). «Τότε είναι που θα γίνουμε Ελλάδα. Τότε είναι που θα γίνουμε μια χώρα χωρίς σωτηρία».
Μάλιστα, το 2012, είχε χαρακτηρίσει λάθος της Ελλάδας την ένταξη στην Ευρωζώνη. «Αν είχαν το δικό τους νόμισμα, δεν λέω ότι τα πράγματα θα ήταν πολύ καλύτερα, αλλά τουλάχιστον θα μπορούσαν να λύσουν με κάποιον τρόπο τα προβλήματά τους».
Πώς φτάσαμε ως εδώ
Η εξέλιξη της παγκοσμιοποίησης αναδιαμορφώνει το σκηνικό στη διεθνή οικονομία, μεταφέροντας πόρους από κλάδο σε κλάδο και από χώρα σε χώρα. Κάθε μετάβαση σε μια νέα πραγματικότητα επιφέρει παράπλευρες απώλειες, όπως είναι τα «λουκέτα» σε πάλαι ποτέ παραγωγικές μονάδες της αμερικανικής επικράτειας και η αύξηση της ανεργίας στο ανειδίκευτο εργατικό δυναμικό.
Αυτό συμβαίνει σε μια περίοδο κατά την οποία στο δημογραφικό πεδίο οι λευκοί Αμερικανοί καθίστανται μειοψηφία και συσπειρώνονται με ριζοσπαστική διάθεση απέναντι στις υπόλοιπες εθνότητες.
Επιπλέον, η κυριαρχία του διαδικτύου στην ενημέρωση έχει αυξήσει τον χώρο για τη μετάδοση αναξιόπιστης πληροφόρησης και την ανάπτυξη θεωριών συνωμοσίας. Ταυτόχρονα, όμως, όσοι πολίτες μένουν πίσω στον τομέα της τεχνολογικής εξέλιξης χάνουν την ευκαιρία να ενημερωθούν και να κατανοήσουν την πρόοδο και τις ευκαιρίες που επίσης ενέχει το εγχείρημα της παγκόσμιας αγοράς, πόσω μάλλον να προσαρμοστούν με προοπτική στις εξελίξεις.
Το φαινόμενο Τραμπ έχει απασχολήσει πολύ πριν από την εκλογή του ως προέδρου των ΗΠΑ, ωστόσο, βρισκόμαστε μόλις στην αρχή, μια περιόδου που ήδη αλλάζει τον κόσμο όπως τον γνωρίζαμε.