Ο «Φθινοπωρινός πόνος» («Guz Sancisi»), η ταινία της Τομρίς Γκιριτλίογλου, που μετέφερε στον κινηματογράφο την ιστορία αγάπης ενός Τούρκου μεγαλοαστού και μιας Ρωμιάς ιερόδουλης, με φόντο τα Σεπτεμβριανά το 1955 στην Κωνσταντινούπολη, «σπάει ταμεία» στην Τουρκία και σοκάρει το τουρκικό κοινό με την αλήθεια της.
Μόνο στην πρώτη εβδομάδα της προβολής του, σε 92 κινηματογραφικές αίθουσες της γείτονος, ο «Φθινοπωρινός πόνος» έκοψε περισσότερα από 300.000 εισιτήρια, φέροντας στο φως ένα σκοτεινό κομμάτι της τουρικής ιστορίας, που με μαεστρία αφαιρέθηκε από τις σελίδες των τουρκικών σχολικών βιβλίων. Οι Τούρκοι θεατές διαπιστώνουν μια πραγματικότητα που αγνοούσαν, ενώ εκείνοι που εξέφραζαν φόβους ότι με την πρεμιέρα της ταινίας θα ξεσπούσε εθνικιστική έκρηξη, διαψεύστηκαν.
Το θέμα της ταινίας αντλήθηκε από το ομώνυμο βιβλίο του Γιλμάζ Καρακογιουνλού, συγγραφέα και βουλευτή του Κόμματος της Μητέρας Πατρίδας και από τους ειδικούς αξιολογήθηκε ως «ειλικρινής συγγνώμη» για όσα συνέβησαν τότε.
Τρεις μέρες μετά την πρεμιέρα του «Φθινοπωρινού Πόνου», ο διευθυντής της «Χουριέτ», Ερτουγρούλ Οζκιόκ, αρθρογραφεί: «Η ταινία αρχίζει με μια άκρως εντυπωσιακή σκηνή: Μια ομάδα αλητών, κρατώντας έναν κουβά με κόκκινη μπογιά, σημαδεύει με σταυρό πόρτες κάποιων σπιτιών, τα μεσάνυχτα. Το σημάδεμα των σπιτιών σε όλα τα μέρη του κόσμου είναι οιωνός κάποιας δικτατορίας ή γενοκτονίας που πλησιάζει. Έτσι έγινε και στη ναζιστική Γερμανία, έτσι έκανε και η Κου Κλουξ Κλαν στις ΗΠΑ. Έτσι σημαδεύτηκαν τα σπίτια στη Βοσνία και το Κόσοβο. Απ΄ ό,τι φάνηκε όμως, τα δικά μας αρχεία δεν είναι και τόσο καθαρά. Υπήρξε αυτό και σ΄ εμάς. Πριν από τα Σεπτεμβριανά, ορισμένοι αλήτες σημάδεψαν τα σπίτια στα οποία ζούσαν Ρωμιοί. Όταν έβγαινα από την ειδική προβολή της ταινίας, ένας φίλος ζήτησε τη γνώμη μου κι εγώ του είπα: Είθε μετά από 20-30 χρόνια, να μην αναγκαστούμε να κάνουμε μια παρόμοια ταινία. Ο θεός να φυλάει την Τουρκία απ΄ αυτό το ρεζιλίκι».
Το σοκ που προκάλεσε η συγκεκριμένη ταινία στην Τουρκία, πυροδότησε σειρά δημοσιευμάτων και σε ευρωπαϊκές εφημερίδες. Μόλις το περασμένο Σαββατοκύριακο, η ολλανδική «Trown» δημοσίευσε ανταπόκριση του Ερντάλ Μπαλτσί από την Κωνσταντινούπολη, με τίτλο «Η Κωνσταντινούπολη ντρέπεται για το 1955» και υπέρτιτλο «Ταινία για το διωγμό των Ελλήνων προβάλει ξεχασμένη ιστορία». Στο ρεπορτάζ τονίζεται ότι «πρόκειται για ταινία, που αναφέρεται στα φρικτά γεγονότα του 1955, τη χρονιά που η ελληνική μειονότητα δέχθηκε επίθεση και εκδιώχθηκε από το τουρκικό κράτος».
«Οι Τούρκοι -συνεχίζει ο Μπαλτσί- έχουν εκπλαγεί με την ταινία. Φαίνεται πως πολλοί δεν γνωρίζουν το πογκρόμ».
Στο ίδιο δημοσίευμα φιλοξενείται, μεταξύ άλλων, δήλωση μίας Τουρκάλας: «Είμαι 63 χρονών και μέχρι σήμερα δεν γνώριζα τι είχε συμβεί τότε. Ντρέπομαι γι αυτό. Όμως, οι Τούρκοι ηγέτες ήξεραν καλά πώς να κρατήσουν αυτές τις πληροφορίες μυστικές».
«Μαθαίνω ότι ποσοστό 10% του πληθυσμού στην Κωνσταντινούπολη ήταν Έλληνες. Απίστευτο. Αν δεν είχαν εκδιωχθεί, τώρα θα ζούσαν εδώ, το λιγότερο, ένα εκατομμύριο Έλληνες», δηλώνει από την πλευρά της η 19χρονη Γιεσίμ.
Στο ίδιο δημοσίευμα φιλοξενούνται και οι δηλώσεις ενός Έλληνα, του 69χρονου Μιχάλη Βασιλειάδη, ο οποίος διατηρεί ένα μικρό γραφείο στις στοές της Πόλης, εκδίδοντας καθημερινά μια εφημερίδα για τους 2.000 εναπομείναντες Έλληνες. Ήταν 15 χρόνων στα Σεπτεμβριανά και παρότι είδε την ταινία και διατυπώνει το θαυμασμό του για τη σκηνοθέτιδα, που άγγιξε ένα «τόσο ευαίσθητο θέμα», εκτιμά ότι και πάλι, δεν κατάφερε να αποδώσει τη φρίκη των δύο ημερών εκείνου του Σεπτέμβρη. Στέλνει, όμως, ένα μήνυμα: «Οι ηγέτες πρέπει να πουν ένα "συγγνώμη" στον τουρκικό λαό, τον οποίο χρησιμοποίησαν ως μαριονέττα».
Το βιβλίο του Καρακογιουνλού κυκλοφόρησε στην Ελλάδα πριν έντεκα χρόνια, από τις εκδόσεις «Τσουκάτου». Το μετέφρασε η Διδάκτωρ Κοινωνιολογίας, ειδική μελετήτρια των ελληνοτουρκικών σχέσεων, Λιάνα Μυστακίδου, αποσπώντας μάλιστα, το 2000, τιμητική διάκριση από την Εταιρεία Μεταφραστών Λογοτεχνίας, για την αριστοτεχνική απόδοση στα ελληνικά.
Η μεταφράστρια λέει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ: «Ο Φθινοπωρινός Πόνος γράφτηκε από πολιτικό κι ως εκ τούτου, το πράγμα αποκτά άλλη βαρύτητα. Εκτιμώ ότι πρόκειται για συγγραφέα αληθινό και έντιμο, ο οποίος εξακολουθεί να εργάζεται πάνω στο θέμα των δύο χωρών. Για δε το συγκεκριμένο βιβλίο δεν έλαβε δραχμή από πνευματικά δικαιώματα».
Πηγή ΑΠΕ-ΜΠΕ